Η ένοπλη συμπλοκή ανάμεσα σε αντίπαλες συμμορίες Αλβανών το 2018 έξω από καφετέρια στο Πεδίον του Αρεως και η έκρηξη βόμβας στα γραφεία εταιρείας στο Χαϊδάρι...
το 2016, ενδέχεται να κρύβουν τις απαντήσεις για τα κίνητρα και την ταυτότητα των δραστών, που το πρωί της Τρίτης δολοφόνησαν τον 50χρονο Δημήτρη Μάλαμα.
Ο άτυχος επιχειρηματίας δέχθηκε 18 σφαίρες από καλάσνικοφ, ενώ βρισκόταν σταματημένος με το αυτοκίνητό του στο φανάρι, στη λεωφόρο Αθηνών, λίγα μέτρα από τα γραφεία της εταιρείας διανομής καφέ της οποίας ήταν ιδιοκτήτης.
Μαζί του στο σημείο τη στιγμή του φόνου βρίσκονταν δύο εν ενεργεία αστυνομικοί, από την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Αθηνών και τη Διεύθυνση Αλλοδαπών, για τους οποίους υπάρχουν σαφείς υπόνοιες ότι εργάζονταν παράνομα ως προσωπικοί φρουροί του επιχειρηματία. Η εκτέλεση του «συμβολαίου θανάτου» εις βάρος του Δημήτρη Μάλαμα έρχεται να προστεθεί σε ένα μακρύ κατάλογο δολοφονιών, που έχουν συσχετιστεί με τον πόλεμο αντίπαλων ομάδων και συμφερόντων για τον έλεγχο του παράνομου τζίρου της «νύχτας». Ο κύκλος της βίας άνοιξε τον Μάιο του 2017 με τη δολοφονία του Βασίλη Γρίβα έξω από το σχολείο του γιου του στα Γλυκά Νερά και μέχρι σήμερα μετρά πάνω από οκτώ νεκρούς. Στα πιο πρόσφατα δολοφονικά χτυπήματα συγκαταλέγονται η εκτέλεση με μία σφαίρα στο κεφάλι του 51χρονου ιδιοκτήτη χαρτοπαικτικών λεσχών στον Πειραιά, γνωστού με το ψευδώνυμο «Κουρεμένος» (Ιανουάριος 2019) και του Παναγιώτη Σιτοκωνσταντίνου, στα Μανιάτικα του Πειραιά (Μάιος 2019).
Όπως γράφει η Καθημερινή ο Δημήτρης Μάλαμας, πάντως, δεν είχε ιστορικό εμπλοκής σε υποθέσεις εκβιασμών. Είχε όμως κατηγορηθεί το 2007 για συμμετοχή σε κύκλωμα μαστροπείας και μερικά χρόνια αργότερα είχε εμπλακεί σε υπόθεση με παράνομες χαρτοπαικτικές λέσχες. Το διάστημα μετά το 2015 είχε απασχολήσει έρευνα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ) για διαφθορά στην αστυνομία. Μπαρ που φέρεται να είχε στην ιδιοκτησία του, στο κέντρο της Αθήνας, έχουν καταγραφεί να επισκέπτονται αρκετοί αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Ηδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, ο Μάλαμας ήταν στενός συνεργάτης του απότακτου αστυνομικού Σπύρου Παπαχρήστου, ο οποίος δολοφονήθηκε τον Μάιο του 2018 έξω από ταβέρνα στην Παλλήνη. Ο τελευταίος διέθετε ισχυρά ερείσματα στην αστυνομία, είχε διασυνδέσεις με «βαριά» ονόματα της παρανομίας και επιπλέον, διατηρούσε φιλικές και συγγενικές σχέσεις με ισχυρούς παράγοντες της οικονομικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Μία από τις υπηρεσίες που παρείχε –φυσικά με το αζημίωτο– ήταν να διασφαλίζει διακριτές ισορροπίες μεταξύ όλων των παραπάνω. Σ’ αυτή την εξίσωση, ο Δημήτρης Μάλαμας περιγράφεται ως το δεξί χέρι του Παπαχρήστου, ο «τραπεζίτης» που είχε την ευθύνη διαχείρισης των χρημάτων που εισέπραττε ο πρώην αστυνομικός. Ενα από τα σενάρια που ερευνώνται είναι το συμβόλαιο θανάτου να υπέγραψαν ανταγωνιστές του 50χρονου, που θέλησαν να πάρουν εκείνοι τον έλεγχο του λεγόμενου «μαύρου ταμείου».
Οι δύο αστυνομικοί που βρέθηκαν στο σημείο της δολοφονίας υποστήριξαν ότι δεν καταδίωξαν τους δράστες, καθώς σταμάτησαν για να παράσχουν τις πρώτες βοήθειες στο θύμα. Στη φωτογραφία, ένας εξ αυτών με εμφανείς κηλίδες από το αίμα του Δημήτρη Μάλαμα στα ρούχα του.
Αλλοι, μεταξύ αυτών και τα στελέχη της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας (ΥΔΕΖΙ), εκτιμούν ότι ο Δημήτρης Μάλαμας δολοφονήθηκε από άτομα με τα οποία αρχικά είχε οικονομικές δοσοληψίες αλλά στη συνέχεια ήρθε σε σύγκρουση. Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί το 2016 όταν άγνωστοι είχαν πυροδοτήσει βόμβα στα γραφεία της εταιρείας του στη λεωφόρο Αθηνών, στο Χαϊδάρι. Ο μηχανισμός ήταν χαμηλής ισχύος και από τους αστυνομικούς του τμήματος Δίωξης Εκβιαστών που είχαν αναλάβει την έρευνα είχε θεωρηθεί «μήνυμα» προς τον επιχειρηματία. Στοιχεία που προέκυψαν στο διάστημα το οποίο μεσολάβησε μέχρι σήμερα αναφέρουν ότι δράστης εκείνης της επίθεσης ήταν ένας γνωστός μπράβος, που δολοφονήθηκε στο Π. Φάληρο τον Ιούνιο του 2018.
Αλλοι, μεταξύ αυτών και τα στελέχη της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας (ΥΔΕΖΙ), εκτιμούν ότι ο Δημήτρης Μάλαμας δολοφονήθηκε από άτομα με τα οποία αρχικά είχε οικονομικές δοσοληψίες αλλά στη συνέχεια ήρθε σε σύγκρουση. Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί το 2016 όταν άγνωστοι είχαν πυροδοτήσει βόμβα στα γραφεία της εταιρείας του στη λεωφόρο Αθηνών, στο Χαϊδάρι. Ο μηχανισμός ήταν χαμηλής ισχύος και από τους αστυνομικούς του τμήματος Δίωξης Εκβιαστών που είχαν αναλάβει την έρευνα είχε θεωρηθεί «μήνυμα» προς τον επιχειρηματία. Στοιχεία που προέκυψαν στο διάστημα το οποίο μεσολάβησε μέχρι σήμερα αναφέρουν ότι δράστης εκείνης της επίθεσης ήταν ένας γνωστός μπράβος, που δολοφονήθηκε στο Π. Φάληρο τον Ιούνιο του 2018.
Στις αρχές Ιουλίου του 2018, αντίστοιχα, έξω από καφετέρια του Μάλαμα στη συμβολή των οδών Ιουλιανού και Μαυρομματαίων, στο Πεδίον του Αρεως, είχε σημειωθεί ένοπλη συμπλοκή ανάμεσα σε δύο αντίπαλες συμμορίες Αλβανών. Αστυνομικοί της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. που είχαν πάει στο σημείο είχαν καταδιώξει 15 άτομα και είχαν καταφέρει να συλλάβουν τρία, όλοι τους υπήκοοι Αλβανίας, σεσημασμένοι για εκβιάσεις, ληστείες, ναρκωτικά, κλοπές κ.ά. Η υπόθεση είχε συσχετιστεί με παράνομες δοσοληψίες και συναλλαγές, καθώς στην κατοχή και των τριών είχαν βρεθεί εκτός από όπλα 13.000 ευρώ σε μετρητά.
Ορισμένες πηγές ενημέρωσης αναφέρουν ότι ο 50χρονος επιχειρηματίας το τελευταίο διάστημα ανησυχούσε για το ενδεχόμενο εναντίον του επίθεσης. Γι’ αυτό φέρεται στις μετακινήσεις του να χρησιμοποιούσε ως συνοδεία εν ενεργεία αστυνομικούς, ενώ κάποιες πηγές ενημέρωσης αναφέρουν ότι είχε εκφράσει σε συνομιλητές του την πρόθεση να προχωρήσει σε θωράκιση τoυ αυτοκινήτου του.
Οι έρευνες
Οι αστυνομικοί του τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών αναζητούν στοιχεία ικανά να αποκαλύψουν την ταυτότητα των δραστών, ενώ η υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων ανέλαβε να κάνει έρευνα για την εμπλοκή των δύο εν ενεργεία αστυνομικών στο συμβάν. Στις πρώτες καταθέσεις τους στην Ασφάλεια υποστήριξαν ότι βρέθηκαν τυχαία στο σημείο, καθώς και ότι ο ένας από τους δύο, στη θέα της ένοπλης επίθεσης, πυροβόλησε τέσσερις φορές στον αέρα για εκφοβισμό. Οπως υποστήριξαν, δεν καταδίωξαν τους εκτελεστές, καθώς σταμάτησαν στο σημείο για να παράσχουν τις πρώτες βοήθειες στο θύμα. Μέχρι πριν από λίγα εικοσιτετράωρα, οι υπό έρευνα αστυνομικοί δεν είχαν κληθεί να δώσουν κατάθεση στους συναδέλφους τους των Εσωτερικών Υποθέσεων. Εκκρεμούσαν τα αποτελέσματα ανακριτικών ενεργειών, όπως άρσεις τηλεφωνικού απορρήτου κ.ά., ικανές να φωτίσουν τον ρόλο τους στην υπόθεση.