Προκαλείται από το βακτήριο Chlamydia trachomatis, το οποίο μεταδίδεται από τα υγρά ή τα τοιχώματα του κόλπου των μολυσμένων γυναικών και από το έκκριμα της ουρήθρας ή και το τοίχωμα του έξω στομίου της ουρήθρας των μολυσμένων ανδρών.
Τα χλαμύδια μεταδίδονται μεταξύ των ερωτικών συντρόφων αλλά και από τη μητέρα στο νεογέννητο προκαλώντας παθήσεις των ματιών (τράχωμα), των πνευμόνων και των αυτιών.
Η μετάδοση μπορεί να γίνει και μέσω των χεριών, για σύντομο χρονικό διάστημα μετά την επαφή τους με τα γεννητικά όργανα, προκαλώντας συνήθως επιπεφυκίτιδα. Το 70% περίπου των μολυσμένων ατόμων παραμένει ασυμπτωματικό, ή θεραπεύεται τυχαία, λαμβάνοντας θεραπεία με μακρολίδες (ερυθρομυκίνη, αζιθρομυκίνη) για κάποια άλλη λοίμωξη.
Στο 65% των ανδρών που εκδηλώνουν ουρηθρίτιδα, ανεξάρτητα της αιτίας, συνυπάρχουν και χλαμύδια.
Χλαμύδια: Τα συχνότερα συμπτώματα
- Εκκρίσεις από το πέος, τον κόλπο, ή τον πρωκτό
- Αίσθημα καύσου στην ούρηση
- Πόνος κατά την σεξουαλική επαφή
- Άλγος στην περιοχή της λεκάνης στις γυναίκες
- Πόνος στους όρχεις στους άνδρες
Τα χλαμύδια μπορούν να προκαλέσουν επίσης εκτός της επιπεφυκίτιδας, φαρυγγοαμυγδαλίτιδα, φλεγμονές στο ορθό, επιδιδυμίτιδα στους άνδρες και σοβαρή φλεγμονώδη νόσο της πυέλου στη γυναίκα, προκαλώντας ακόμα και στείρωση.
Η θεραπεία τους είναι απλή με κοινά αντιβιοτικά και, καλό θα ήταν, να ακολουθεί ένα μεγαλύτερο διάστημα θεραπείας εκρίζωσης για τυχόν υποτροπές, ή σε υπογόνιμα ζευγάρια. Επίσης κατά κανόνα λαμβάνει αγωγή και ο έταιρος σεξουαλικός σύντροφος, ανεξάρτητα από το αν έχει διαγνωστεί με χλαμύδια.
Σαν μέσο πρόληψης, είναι απαραίτητη η σωστή χρήση προφυλακτικού, το πλύσιμο των χεριών μετά την επαφή με τα γεννητικά όργανα, αλλά και η συχνή εξέταση στις εγκύους και σε όσους αλλάζουν συχνά ερωτικούς συντρόφους.