Ανατρέπονται, σύμφωνα με πληροφορίες, από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) οι προηγούμενες θετικές αποφάσεις που ...
είχε εκδώσει η επταμελής σύνθεση του ΣΤ΄ Τμήματος του ίδιου δικαστηρίου, η οποία είχε κρίνει αντισυνταγματικές τις περικοπές των τριών επιδομάτων-δώρων των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων που έγιναν με το νόμο 4093/2012.
είχε εκδώσει η επταμελής σύνθεση του ΣΤ΄ Τμήματος του ίδιου δικαστηρίου, η οποία είχε κρίνει αντισυνταγματικές τις περικοπές των τριών επιδομάτων-δώρων των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων που έγιναν με το νόμο 4093/2012.
Σε συνεδρίαση, κεκλεισμένων των θυρών, που πραγματοποίησε η Ολομέλεια του ΣτΕ την περασμένη Παρασκευή, κρίθηκε σύμφωνα με πληροφορίες, πως οι περικοπές αυτές (των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα καθώς και του επιδόματος θερινής άδειας, δηλαδή 13ος και 14ος μισθός) των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων, υπαλλήλων ΟΤΑ, ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ, κ.λπ. είναι συνταγματικές.
Η απόφαση της Ολομέλεια του ΣτΕ, ελήφθη σύμφωνα με πληροφορίες, κατά πλειοψηφία και μάλιστα μέσα σε κλίμα υψηλών τόνων. Η συζήτηση των συγκεκριμένων υποθέσεων είχε γίνει τον περασμένο Φεβρουάριο στην Ολομέλεια και την περασμένη Παρασκευή πραγματοποιήθηκε η διάσκεψή της.
Υπέρ της αντισυνταγματικότητας των περικοπών στον 13ο και 14ο μισθό των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων είχε ταχθεί η εισηγήτρια της υπόθεσης, συντασσόμενη με τις αποφάσεις είχαν εκδοθεί από το ΣΤ΄ Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Μεταξύ άλλων στην σχετική τοποθέτησή της, η εισηγήτρια είχε τονίσει πως οι περικοπές αυτές είναι αντίθετες με το πρώτο πρόσθετο πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), το οποίο προστατεύει την περιουσία στην έννοια της οποία υπάγονται ο μισθός και η σύνταξη. Μάλιστα, η εισηγήτρια επικαλέστηκε και αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπως και την Ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Ακόμη, η εισηγήτρια, είχε επικαλεστεί την απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου (4327/2014), για να σημειώσει ότι: «Η συνταγματικότητα των μέτρων αυτών δεν μπορεί να στηριχθεί ούτε στη μεγαλύτερη της αναμενόμενης ύφεση της Ελληνικής οικονομίας, η οποία κατέστη μεν επιβεβλημένη τη λήψη νέων μέτρων, όχι όμως και αναγκαίως τη εκ νέου περιστολή του μισθολογικού κόστους του Δημοσίου, ούτε στην αυξημένη αποτελεσματικότητα των εν λόγω μέτρων, η οποία ωστόσο, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την κατ’ επανάληψη επιβάρυνση των ίδιων προσώπων».
Ωστόσο, η εισήγηση δεν έγινε δεκτή από την Ολομέλεια του ΣτΕ, η οποία κατά πλειοψηφία τάχθηκε, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, υπέρ της συνταγματικότητας των περικοπών των τριών δώρων των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων.
Οι αποφάσεις του ΣΤ’ Τμήματος
Είχαν προηγηθεί αντίθετες αποφάσεις του ΣΤ΄ Τμήματος του ΣτΕ (2626-2635/2018). Με αυτές είχε κριθεί πως οι επίμαχες περικοπές είναι αντισυνταγματικές. Μάλιστα, τα μέλη του ΣΤ΄ Τμήματος του ΣτΕ είχαν δεχθεί πως ο νομοθέτης εκτιμώντας τις κρατούσες κοινωνικές συνθήκες μπορεί να προβαίνει σε μείωση του βασικού μισθού ή των επιδομάτων στο πλαίσιο του δημοσίου συμφέροντος, ωστόσο «επιχειρείται νέα, για πολλοστή φορά περικοπή την αποδοχών, της ίδιας ακριβώς ομάδας θιγόμενων, ειδικότερα δε, θεσπίζεται πλέον με αυτήν, όχι περεταίρω μείωση, αλλά κατάργηση των ετήσιων αποδοχών».
Με τις αποφάσεις του το ΣΤ΄ Τμήμα είχε κρίνει ακόμη πως «τα επιδόματα, εορτών και αδείας, συνδέονται από τη φύση τους με τις αυξημένες ανάγκες που ανακύπτουν κατά τις εορταστικές περιόδους και κατά την περίοδο των θερινών διακοπών, οι οποίες ανάγκες συντρέχουν για όλους τους υπαλλήλους ανεξάρτητα από το μισθό του καθενός».