Πέντε μήνες σχεδόν μετά από την αρχή της δίωξης ενάντια του του γνωστού κινηματογραφικού παραγωγού Χάρβεϊ Γουάινσταϊν, για σεξουαλικές παρενοχλήσεις πρώην ...
υπαλλήλων και συνεργατών του, φαίνεται, κατά τους ΝΥΤ, πως μία από τις πρώτες και πιο σημαντικές υποθέσεις του κινήματος #MeToo, να έχει χάσει την αρχική ισχύ της.
Κι αυτό καθώς παρουσιάστηκαν μια σειρά από ανατροπές στα αρχικά στοιχεία, γεγονός που αποδυναμώνουν την όλη υπόθεση.
Οι καταθέσεις των θυμάτων και τα αποδεικτικά στοιχεία επιβεβαίωσαν ότι οι τακτικές του Γουάινσταϊν όντως ξεπερνούσαν τα όρια της απλά «άξεστης» ή αντιεπαγγελματικής συμπεριφοράς και αποτελούσαν ξεκάθαρα περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης.
Ωστόσο, στο δρόμο προς τις δικαστικές αίθουσες η υπόθεση άρχισε να παρουσιάζει κάποια κενά καθώς ο αστυνομικός που έχει αναλάβει την υπόθεση, Νίκολας Ντιγκαούντιο, δεν παρέδωσε στο δικαστήριο μια σειρά από κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία για την υπόθεση.
Ο δικαστής με τη σειρά του απέσυρε ένα μέρος των κατηγοριών, ενώ την ίδια στιγμή νέα στοιχεία έχουν έρθει στην επιφάνεια, τα οποία αποδυναμώνουν τους ισχυρισμούς ενός θύματος.
Οι αρμόδιες αρχές υποστηρίζουν ότι ακόμα βρίσκονται σε επικοινωνία με πιθανά θύματα και ότι τα στοιχεία παραμένουν αρκετά δυνατά ώστε να καταδικαστεί ο Γουάνσταϊν,παρόλο που οι γυναίκες που θα καταθέσουν ενάντια του Γουάνσταϊν είναι μόνο δύο.
Βέβαια, ο δικηγόρος του Γουάινσταϊν έχει δηλώσει ότι σκοπεύει να ζητήσει την άρση όλων των κατηγοριών, καθώς πιστεύει πώς ολόκληρη η υπόθεση έχει «μολυνθεί» λόγως της αδυναμίας των διωκτικών αρχών να παραδώσουν στο δικαστήριο τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία εναντίον του πελάτη του.
Μέχρι στιγμής το δικαστήριο έχει αποσύρει μόνο την κατηγορία σεξουαλικής παρενόχλησης της Λούσια Έβανς, η οποία είχε καταγγείλει ότι ο τότε ισχυρός παραγωγός την είχε παρενοχλήσει σεξουαλικά, όταν η ίδια βρισκόταν στα πρώτα βήματα της καριέρας της.
Η υπόθεση περιπλέχθηκε όταν φίλη της κατηγορούμενης δήλωσε στον αστυνόμο της υπόθεσης ότι η Έβανς είχε με την θέληση της προβεί σε σεξουαλικές πράξεις με τον κατηγορούμενο.
Ο Ντιγκαούντιο παρέλειψε να μεταφέρει αυτή την κρίσιμη πληροφορία στην δίωξη, ενώ σύμφωνα με γράμμα της εισαγγελέως στο δικαστήριο, παρότρυνε την φίλη της κυρίας Έβανς να μην συνεργαστεί με την εισαγγελεία.
Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Ντιγκαούντιο είχε επέμβει στη δικαστική διαδικασία. Παλαιότερα είχε προτρέψει ένα άλλο από τα θύματα να «σβήσει» μηνύματα που ενοχοποιούσαν τον Γουάνσταϊν από το κινητό της προτού το παραδώσει στις αρχές. Οι παραπάνω ενέργειες του αστυνομικού πλήττουν και την αξιοπιστία του σαν μάρτυρα, όπως τονίζουν διάφοροι δικηγόροι.
Αν και τα παραπάνω γεγονότα δεν είναι απαραίτητο ότι θα αποδομήσουν το σύνολο των κατηγοριών, αρκετοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η υπεράσπιση μπορεί να τα χρησιμοποιήσει τις «επεμβάσεις» του Ντιγκαούντιο, για να αποδυναμώσει την υπόθεση και να στρέψει την κοινή γνώμη υπέρ του κατηγορούμενου.
Ακόμα, ένα σημαντικό πλήγμα δέχθηκε η αξιοπιστία της υπόθεσης όταν η υπεράσπιση κατέθεσε e-mails, μέσα από τα οποία φαίνεται ότι η σχέση του Γουάνσταϊν με ένα απο τα θύματα είχε συναινετικό χαρακτήρα.
Όπως είναι λογικό η εισαγγελέας φοβάται ότι τα παραπάνω γεγονότα θα αποθαρρύνουν και άλλα θύματα από το να βγούν μπροστά και να καταθέσουν ενάντια στον ισχυρό άνδρα του Χόλιγουντ.
Το επικοινωνιακό χάσμα και η έλλειψη εμπιστοσύνης ανάμεσα σε αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές, βέβαια, έχει τις ρίζες του στο 2015, όταν ο Βανς δεν άσκησε δίωξη στον Γουάνσταϊν για την σεξουαλική παρενόχληση ενός μοντέλου, ενώ παράλληλα κατηγόρησε την αστυνομία ότι δεν συμβουλεύθηκε ειδικούς πριν προτείνει στο θύμα να μαγνητοφωνήσει τον Γουάινσταϊν.
Αν και επισήμως αστυνομία και εισαγγελία δηλώνουν ότι δεν υπάρχει καμία «κόντρα» ανάμεσα τους, το γεγονός ότι η δικηγόρος του Γουάινσταϊν, Έλκαν Αμπράμοβιτς, ήταν πρώην συνεργάτης του Βανς, αλλά και μία από τους βασικούς χρηματοδότες της προεκλογικής του καμπάνιας περιπλέκει περισσότερο την κατάσταση.
Τα μέλη του κινήματος #MeToo, αλλά και η κοινή γνώμη, παρακολουθούν εναγωνίως την εξέλιξη της υπόθεσης και περιμένουν την «άριστη συνεργασία αστυνομίας και εισαγγελίας», όπως δηλώνει η πρόεδρος της Αμερικάνικης Ένωσης Γυναικών.