Η Ελλάδα αποχαιρετά σήμερα τυπικά τα Μνημόνια και τα δάνεια των Ευρωπαίων και μπαίνει σε ένα καθεστώς αυξημένης εποπτείας που...
θα διαρκέσει για πολλές δεκαετίες και τουλάχιστον μέχρι να αποπληρωθούν τα 153 δισ. ευρώ, από τα 203 δισ. ευρώ που η χώρα μας έχει δανειστεί από τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς διάσωσης, τον EFSF και τον ESM. Μάλιστα, η εποπτεία αυτή έως το 2022 θα είναι εξαιρετικά αυστηρή και θα ομοιάζει με τις αξιολογήσεις των Μνημονίων.
Το μεγάλο ερώτημα είναι πόσο άλλαξε η Ελλάδα και η ελληνική οικονομία από το 2010 έως σήμερα; Και η απάντηση δεν είναι ευχάριστη. Τα οκτώ χρόνια της μνημονιακής περιπέτειας της Ελλάδος αφήνουν πίσω τους συντρίμμια και μια Ελλάδα γεμάτη προβλήματα που δεν έχει κερδίσει ακόμη την εμπιστοσύνη των αγορών.
Τα συντρίμμια των Μνημονίων
Η Ελλάδα βγαίνει από τα Μνημόνια έχοντας απολέσει το 25% του ΑΕΠ της, με 200.000 περισσότερους ανέργους σε σχέση με το 2010, με μισθούς φτώχειας και με χαμηλή παραγωγικότητα, με ομόλογα που ακόμη θεωρούνται «σκουπίδια» (junk) από τους οίκους αξιολόγησης και με ένα αποδυναμωμένο τραπεζικό σύστημα που στηρίχτηκε με 64 δισ. ευρώ για να διασωθεί και έχει σήμερα 120 δισ. ευρώ λιγότερες καταθέσεις σε σχέση με το 2010.
Τα νούμερα είναι αμείλικτα. Η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση της χώρας είναι αρνητική κατά περισσότερο από 140% του ΑΕΠ, το 70% των φυσικών επενδύσεων στην ελληνική οικονομία έχει εξανεμιστεί, η εσωτερική αποταμίευση είναι κάτω του 10% του ΑΕΠ, στην αγορά ακινήτων, οι σωρευτικές απώλειες ξεπέρασαν το 45%, οι μετοχές στο χρηματιστήριο της Αθήνας έχασαν 150 δισ. ευρώ από την αξία τους, ενώ το σύνολο της αξίας των περιουσιακών στοιχείων των ελληνικών νοικοκυριών μέσα σε οκτώ έτη έχει απομειωθεί κατά 498 δισ. ευρώ!
Αλλά όσο απογοητευτικά και εάν είναι τα παραπάνω οικονομικά μεγέθη, ακόμη πιο απογοητευτική είναι η πρόοδος στην ποιότητα των θεσμών. Το επίπεδο της πολιτικής εκφυλίσθηκε, ο λαϊκισμός κυριάρχησε, η Δικαιοσύνη υπέστη μεγάλο πλήγμα αξιοπιστίας, η διαφθορά αυξήθηκε αντί να μειωθεί, το οικονομικό έγκλημα απογειώθηκε και η ατιμωρησία του παγιώθηκε, η εκπαίδευση υποβαθμίσθηκε και η εμπιστοσύνη των Ελλήνων στο κράτος συνολικά καταβαραθρώθηκε. Αποτέλεσμα αυτής της κρίσης θεσμών είναι η Ελλάδα να αιμορραγεί σε επιστημονικό δυναμικό (brain drain), καθώς 500.000 Έλληνες, εργαζόμενοι υψηλών προσόντων, εγκατέλειψαν τα χρόνια των Μνημονίων τη χώρα για μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό.
Η παραπάνω εικόνα σε συνδυασμό με το υπέρογκο ελληνικό χρέος των 360 δισ. ευρώ καθιστά την Ελλάδα μη ελκυστική για τους επενδυτές. Μάλιστα, αν και οι οίκοι αξιολόγησης αναγνωρίζουν πως τα ελληνικά πολιτικά κόμματα έχουν ωριμάσει και δεν αποτελούν πηγή κινδύνου όπως στο παρελθόν, όπου οι πολιτικές παλινωδίες κόστισαν ακριβά, ωστόσο αυτή η αναγνώριση δεν είναι αρκετή για τους επενδυτές που δεν δείχνουν εμπιστοσύνη στις προοπτικές της χώρας.
Τετραετής ενισχυμένη εποπτεία
Μπορεί στα χρόνια των Μνημονίων να θεσπίσθηκαν δημοσιονομικά μέτρα σχεδόν 80 δισ. ευρώ για να επιτευχτεί δημοσιονομικό αποτέλεσμα 35 δισ. ευρώ (!), ωστόσο και το νέο καθεστώς επιτήρησης της Ελλάδος έως το 2022 θα περιλαμβάνει σκληρές πολιτικές, όπως αυξήσεις φόρων και νέες μειώσεις στις συντάξεις. Για την τετραετία 2019 - 2022 το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής προβλέπει πρόσθετα μέτρα συνολικού ύψους 5,11 δισ. ευρώ. Οι περικοπές στις συντάξεις φτάνουν τα 3 δισ. ευρώ, από τη μείωση του αφορολογήτου προβλέπονται εξοικονομήσεις της τάξεως των 2 δισ. ευρώ.
Η ενισχυμένη εποπτεία αφενός θα στηρίξει την ολοκλήρωση, την υλοποίηση και τη συνέχεια των μεταρρυθμίσεων που οι ελληνικές αρχές έχουν δεσμευτεί να εφαρμόσουν βάσει του προγράμματος στήριξης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), αφετέρου θα καταστήσει ευκολότερο τον εντοπισμό των κινδύνων όταν προκύπτουν.
Ήδη από τις 22 Ιουνίου το Eurogroup έχει καθορίσει τη μορφή που θα έχει η επιτήρηση της Ελλάδος έως το τέλος του 2022. Στις ανακοινώσεις που έκανε ο ESM σήμερα τα ξημερώματα αποσαφήνισε πως η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να εξασφαλίσει τη συνέχεια και την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων του προγράμματος στους εξής βασικούς τομείς:
Στη δημοσιονομική πολιτική, ανέλαβε την υποχρέωση να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.
Στην κοινωνική πρόνοια, δεσμεύθηκε για τον εκσυγχρονισμό του συνταξιοδοτικού συστήματος και τους συστήματος υγειονομικής περίθαλψης.
Για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ανέλαβε να προχωρήσει σε συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις με στόχο την αποκατάσταση της υγείας του τραπεζικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένων των πωλήσεων «κόκκινων» δανείων.
Στις αγορές εργασίας και προϊόντων ανέλαβε μεταξύ άλλων να ολοκληρώσει ένα σχέδιο δράσης για την αδήλωτη εργασία, να προχωρήσει στην μεταρρύθμιση του συστήματος αδειοδότησης των επενδύσεων και να ολοκληρώσει το κτηματολόγιο.
Για το Υπερταμείο Αποκρατικοποιήσεων και τις ιδιωτικοποιήσεις ανέλαβε δεσμεύσεις για ένα σχέδιο ανάπτυξης των περιουσιακών στοιχείων και για την ολοκλήρωση βασικών αποκρατικοποιήσεων.
Για τη δημόσια διοίκηση, δεσμεύτηκε να προχωρήσει στον εκσυγχρονισμό της διαχείρισης των ανθρώπινων πόρων στο δημόσιο τομέα, να φέρει ένα νέο κώδικα εργατικού δικαίου και να εφαρμόσει πολιτικές για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
Σύμφωνα με τους δανειστές, δεδομένης της διάρκειας της κρίσης στην Ελλάδα και της μακράς περιόδου κατά την οποία η χώρα έλαβε χρηματοδοτική βοήθεια, του ακόμη υψηλού χρέους της και της πρόσφατης συμφωνίας σχετικά με μια άνευ προηγουμένου δέσμη μέτρων για το χρέος, η ενισχυμένη εποπτεία αποτελεί την κατάλληλη προσέγγιση για να διευκολυνθεί η παροχή στήριξης για την υλοποίηση των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων κατά την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος.
Στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, η Ελλάδα θα παρακολουθείται μέσω πιο συχνών αποστολών αξιολόγησης από τους θεσμούς, ενώ η υποβολή των εκθέσεων τους θα πραγματοποιείται σε τριμηνιαία βάση. Τόσο ο πρόεδρος του Eurogroup, Μάριο Σεντένο όσο και ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ έχουν ήδη στείλει αυστηρά μηνύματα προς την κατεύθυνση αυτή, ξεκαθαρίζοντας πως η ενισχυμένη εποπτεία που θα επιβληθεί στην Ελλάδα από αύριο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022 δεν θα είναι μια απλή διαδικασία. Ο Ρέγκλινγκ έχει ξεκαθαρίσει πως τα συμφωνημένα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα εφαρμόζονται μόνον υπό την προϋπόθεση πως η Ελλάδα θα τηρεί τις δεσμεύσεις της.
Ο δε Μάριο Σεντένο, πιο διπλωματικά, έχει επισημάνει πως στο νέο καθεστώς η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να εξετάζει σε συνεννόηση με τους δανειστές την προσαρμογή υφιστάμενων μεταρρυθμίσεων και την εφαρμογή νέων πολιτικών, διατηρώντας το πνεύμα των όσων έχουν ήδη συμφωνηθεί.
Αυτό που πρέπει να ξεκαθαριστεί είναι πως η ενεργοποίηση των μέτρων για το χρέος θα βασίζεται στις θετικές εκθέσεις που θα καταρτίζονται από τους θεσμούς βάσει του πλαισίου ενισχυμένης εποπτείας. Συγκεκριμένα, μια θετική έκθεση ενισχυμένης εποπτείας θα καθιστά δυνατή την επιστροφή στην Ελλάδα του δημοσιονομικού ισοδύναμου των εσόδων των εθνικών κεντρικών τραπεζών από την κατοχή ελληνικών ομολόγων (τα λεγόμενα «κέρδη SMP/ANFA»). Τα κέρδη αυτά θα μεταβιβάζονται στην Ελλάδα ισόποσα σε εξαμηνιαία βάση, κάθε Δεκέμβριο και Ιούνιο, αρχής γενομένης το 2018 και έως τον Ιούνιο του 2022, υπό την προϋπόθεση θετικών εκθέσεων ενισχυμένης εποπτείας.
Υπό την προϋπόθεση των θετικών εκθέσεων θα ενεργοποιείται και ο μηχανισμός έκτακτης ανάγκης για το χρέος σε περίπτωση που το σενάριο για το χρέος επιδεινώνεται λόγω απροσδόκητων γεγονότων.cnn.gr