Οργή και αποτροπιασμό προκαλούν στην κοινή γνώμη τα όσα αποκάλυψε ο «φίλος» του 37χρονου Βασίλη Μελενικλή, ο οποίος...
τον έθαψε στην αυλή του σπιτιού του στην Αλιστράτη Σερρών μετά από χρήση ναρκωτικών.
Όπως είπε στην εκπομπή «Φως στο Τούνελ», ο άτυχος Βασίλης πήγε σπίτι του και έκανε τη μοιραία χρήση. Μαζί με τον αδελφό του, τον βρήκαν νεκρό και αποφάσισαν να τον θάψουν στην αυλή του σπιτιού τους, ενώ αποκάλυψε ότι και η μητέρα τους γνώριζε τα πάντα.
Υποστήριξε ότι ο αδελφός του αφαίρεσε τα χρήματα που είχε πάνω του ο 37χρονος και την ίδια μέρα τα έδωσε στον Έλληνα έμπορο ναρκωτικών της περιοχής που μετά τον ντόρο που έγινε αποσύρθηκε και ανέλαβε άλλος.
Κάτοικοι της Αλιστράτης που μίλησαν στην εκπομπή, κατήγγειλαν ότι τα δύο αδέλφια από τη μέρα που αφέθηκαν ελεύθερα δε δίστασαν να απειλήσουν ανοιχτά όσους έσπασαν τη σιωπή τους και έδωσαν στοιχεία για την εξαφάνιση του 37χρονου.
Ρεπόρτερ την εκπομπής βρέθηκε έξω από το σπίτι των δύο αδελφών από το οποίο ακουγόταν στη διαπασών το τραγούδι «Η ζωή μου όλη» του Στέλιου Καζαντζίδη.
«Θέλω να ζητήσω συγγνώμη από την οικογένεια του… Ο Θεός να με συγχωρέσει, τι άλλο να πω…», είπε ο ένας από τους αδλεφούς και όταν ρωτήθηκε γιατί την προηγούμενη φορά είπε ψέματα, είπε πως φοβήθηκε.
«Ο Βασίλης μπήκε μέσα στο σπίτι, πήγε σε ένα δωμάτιο και έκανε χρήση ναρκωτικών ουσιών. Όταν μετά από ώρα πήγα να δω τι κάνει, τον βρήκα παγωμένο. Είδα ότι η καρδιά του είχε σταματήσει κι άρχισα να του δίνω χαστούκια μήπως και συνέλθει. Φοβήθηκα να καλέσω ασθενοφόρο, μήπως έρθουν εδώ πέρα κάμερες! Φοβήθηκα μήπως μπλέξω γιατί είχα ακούσει για μια άλλη ανάλογη ιστορία και αυτόν τον μάζεψαν και τον ενοχοποίησαν… Κι άλλη φορά μου είχε μείνει και τον έσωσα με αλατόνερα, μου ‘χουν μείνει κι άλλα άτομα…», είπε στο «Τούνελ».
Όσον αφορά στην ταφή του Βασίλη στην αυλή του σπιτιού του στις 03:00 τα ξημερώματα είπε:
«Μόνος μου τον έθαψα. Ο αδελφός μου δεν μπορούσε. Έχει τη μέση του…».
Μέχρι να τον θάψουν, όπως είπε, τον είχαν σε ένα δωμάτιο για να μην καταλάβει τίποτα η μητέρα τους, στη συνέχεια όμως μπέρδεψε τα λόγια του κι ενώ στην αρχή υποστήριξε ότι είπε σε εκείνη για το περιστατικό την επόμενη μέρα, μετά τα γύρισε και είπε πως της τα αποκάλυψαν όλα πριν τον θάψουν.
Μάλιστα όλο αυτό το διάστημα που η οικογένεια του Βασίλη τον αναζητούσε και αγωνιούσε για την τύχη του, η μητέρα του συζητούσε μαζί του και τον ρωτούσε τι θα γίνει αν αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Όσον αφορά στα χρήματα που είχε πάνω του ο 37χρονος, ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε τίποτα και πως ο αδελφός του ήταν εκείνος που τα πήρε. Στη συνέχεια πέταξαν το μπουφάν του και το κινητό του σε κάδο απορριμμάτων, αφού πρώτα όμως είχαν βγάλει την μπαταρία για να μην μπορεί να εντοπιστεί.
«Τον ψάξαμε αν είχε πάνω του ταυτότητα ή άλλα έγγραφα για να τα εξαφανίσουμε. Ο αδελφός μου βρήκε τα χρήματα αλλά δεν μου το είπε και τα κράτησε. Ήταν να πάει στο νοσοκομείο και πριν φύγει, μου έδωσε περίπου 650 ευρώ. Δεν ξέρω τίποτα για πορτοφόλι. Ο αδελφός μου πήρε τα λεφτά και δεν είπε τίποτα σε κανέναν. Την ίδια μέρα τα πήρα όλα εγώ και τα έδωσα σε έναν έμπορο! Εδώ στο χωριό! Σ’ αυτόν που μας δίνει την ηρωίνη. Εγώ δεν ήθελα να τον δεχτώ. Σας το είπε και ο ταξιτζής που τον άκουσε να μου μιλάει στο τηλέφωνο… Ο Βασίλης όμως ήρθε και χτύπαγε τις πόρτες… Νόμιζα πως είχε μόνο πενήντα ευρώ. Σε άλλη τσέπη είχε τα πολλά λεφτά για να μη φαίνονται! Αλλά ο αδελφός μου δεν μου το είπε. Όταν τον ξανάψαξε μήπως μας είχε ξεφύγει τίποτα, βρήκε το κινητό του, μου το έδωσε και το απενεργοποίησα κάτω στην αγορά», είπε.
Συνέχισε λέγοντας ότι στην αρχή σκέφτηκε να τον μεταφέρει στην πιάτσα του χωριού για να μην τον βρουν στο σπίτι του και όταν η δημοσιογράφος του είπε ότι οι πράξεις τους δείχνουν μεθόδευση απάντησε:
«Στη θέση μου τι θα λέγατε; Ζητάω συγγνώμη από τους συγγενείς, αλλά τι συγγνώμη θέλουν; Ό,τι έγινε, έγινε. Θα υποστώ τις συνέπειες, ό,τι έκανα, έκανα…».
τον έθαψε στην αυλή του σπιτιού του στην Αλιστράτη Σερρών μετά από χρήση ναρκωτικών.
Όπως είπε στην εκπομπή «Φως στο Τούνελ», ο άτυχος Βασίλης πήγε σπίτι του και έκανε τη μοιραία χρήση. Μαζί με τον αδελφό του, τον βρήκαν νεκρό και αποφάσισαν να τον θάψουν στην αυλή του σπιτιού τους, ενώ αποκάλυψε ότι και η μητέρα τους γνώριζε τα πάντα.
Υποστήριξε ότι ο αδελφός του αφαίρεσε τα χρήματα που είχε πάνω του ο 37χρονος και την ίδια μέρα τα έδωσε στον Έλληνα έμπορο ναρκωτικών της περιοχής που μετά τον ντόρο που έγινε αποσύρθηκε και ανέλαβε άλλος.
Κάτοικοι της Αλιστράτης που μίλησαν στην εκπομπή, κατήγγειλαν ότι τα δύο αδέλφια από τη μέρα που αφέθηκαν ελεύθερα δε δίστασαν να απειλήσουν ανοιχτά όσους έσπασαν τη σιωπή τους και έδωσαν στοιχεία για την εξαφάνιση του 37χρονου.
Ρεπόρτερ την εκπομπής βρέθηκε έξω από το σπίτι των δύο αδελφών από το οποίο ακουγόταν στη διαπασών το τραγούδι «Η ζωή μου όλη» του Στέλιου Καζαντζίδη.
«Θέλω να ζητήσω συγγνώμη από την οικογένεια του… Ο Θεός να με συγχωρέσει, τι άλλο να πω…», είπε ο ένας από τους αδλεφούς και όταν ρωτήθηκε γιατί την προηγούμενη φορά είπε ψέματα, είπε πως φοβήθηκε.
«Ο Βασίλης μπήκε μέσα στο σπίτι, πήγε σε ένα δωμάτιο και έκανε χρήση ναρκωτικών ουσιών. Όταν μετά από ώρα πήγα να δω τι κάνει, τον βρήκα παγωμένο. Είδα ότι η καρδιά του είχε σταματήσει κι άρχισα να του δίνω χαστούκια μήπως και συνέλθει. Φοβήθηκα να καλέσω ασθενοφόρο, μήπως έρθουν εδώ πέρα κάμερες! Φοβήθηκα μήπως μπλέξω γιατί είχα ακούσει για μια άλλη ανάλογη ιστορία και αυτόν τον μάζεψαν και τον ενοχοποίησαν… Κι άλλη φορά μου είχε μείνει και τον έσωσα με αλατόνερα, μου ‘χουν μείνει κι άλλα άτομα…», είπε στο «Τούνελ».
Όσον αφορά στην ταφή του Βασίλη στην αυλή του σπιτιού του στις 03:00 τα ξημερώματα είπε:
«Μόνος μου τον έθαψα. Ο αδελφός μου δεν μπορούσε. Έχει τη μέση του…».
Μέχρι να τον θάψουν, όπως είπε, τον είχαν σε ένα δωμάτιο για να μην καταλάβει τίποτα η μητέρα τους, στη συνέχεια όμως μπέρδεψε τα λόγια του κι ενώ στην αρχή υποστήριξε ότι είπε σε εκείνη για το περιστατικό την επόμενη μέρα, μετά τα γύρισε και είπε πως της τα αποκάλυψαν όλα πριν τον θάψουν.
Μάλιστα όλο αυτό το διάστημα που η οικογένεια του Βασίλη τον αναζητούσε και αγωνιούσε για την τύχη του, η μητέρα του συζητούσε μαζί του και τον ρωτούσε τι θα γίνει αν αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Όσον αφορά στα χρήματα που είχε πάνω του ο 37χρονος, ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε τίποτα και πως ο αδελφός του ήταν εκείνος που τα πήρε. Στη συνέχεια πέταξαν το μπουφάν του και το κινητό του σε κάδο απορριμμάτων, αφού πρώτα όμως είχαν βγάλει την μπαταρία για να μην μπορεί να εντοπιστεί.
«Τον ψάξαμε αν είχε πάνω του ταυτότητα ή άλλα έγγραφα για να τα εξαφανίσουμε. Ο αδελφός μου βρήκε τα χρήματα αλλά δεν μου το είπε και τα κράτησε. Ήταν να πάει στο νοσοκομείο και πριν φύγει, μου έδωσε περίπου 650 ευρώ. Δεν ξέρω τίποτα για πορτοφόλι. Ο αδελφός μου πήρε τα λεφτά και δεν είπε τίποτα σε κανέναν. Την ίδια μέρα τα πήρα όλα εγώ και τα έδωσα σε έναν έμπορο! Εδώ στο χωριό! Σ’ αυτόν που μας δίνει την ηρωίνη. Εγώ δεν ήθελα να τον δεχτώ. Σας το είπε και ο ταξιτζής που τον άκουσε να μου μιλάει στο τηλέφωνο… Ο Βασίλης όμως ήρθε και χτύπαγε τις πόρτες… Νόμιζα πως είχε μόνο πενήντα ευρώ. Σε άλλη τσέπη είχε τα πολλά λεφτά για να μη φαίνονται! Αλλά ο αδελφός μου δεν μου το είπε. Όταν τον ξανάψαξε μήπως μας είχε ξεφύγει τίποτα, βρήκε το κινητό του, μου το έδωσε και το απενεργοποίησα κάτω στην αγορά», είπε.
Συνέχισε λέγοντας ότι στην αρχή σκέφτηκε να τον μεταφέρει στην πιάτσα του χωριού για να μην τον βρουν στο σπίτι του και όταν η δημοσιογράφος του είπε ότι οι πράξεις τους δείχνουν μεθόδευση απάντησε:
«Στη θέση μου τι θα λέγατε; Ζητάω συγγνώμη από τους συγγενείς, αλλά τι συγγνώμη θέλουν; Ό,τι έγινε, έγινε. Θα υποστώ τις συνέπειες, ό,τι έκανα, έκανα…».