Ένα πρωτόγνωρο «πάρτι» διαφθοράς στον χώρο της Υγείας, που περιλαμβάνει από πώληση βηματοδοτών στα δημόσια νοσοκομεία μέσω…
offshore εταιρειών μέχρι αγορές φαρμάκων σε δεκαπλάσια τιμή από την κανονική, αποκάλυψε ο γενικός επιθεωρητής του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας (ΣΕΥΥΠ) Σταύρος Ευαγγελάτος, καταθέτοντας στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής που διερευνά τα σκάνδαλα στον χώρο της Υγείας, την περίοδο 1997-2014.
Ο κ. Ευαγγελάτος προσήλθε στο Κοινοβούλιο με έναν διόλου ευκαταφρόνητο όγκο χαρτιών, τα στοιχεία των οποίων άφησαν άναυδους τους παριστάμενους βουλευτές. Το πρώτο παράδειγμα διασπάθισης δημόσιου χρήματος που περιέγραψε ο επικεφαλής του ΣΕΕΥΠ αφορούσε το αλισβερίσι που γινόταν με τους απινιδωτές και τους βηματοδότες που προμηθεύονταν τα δημόσια νοσοκομεία.
«Η τακτική των προμηθευτών ήταν να μη συμμετέχουν στους διαγωνισμούς», είπε ο μάρτυρας, τακτική που αποσκοπούσε στο να οδηγηθεί η διαδικασία προμήθειάς τους σε απευθείας αναθέσεις με τιμές πολύ υψηλές, τις οποίες θεωρούμε ότι ήθελαν να καθιερώσουν στην αγορά. Αυτό γινόταν τουλάχιστον μέχρι το 2004, «φωτογραφίζοντας» μάλιστα την τότε πολιτική ηγεσία των υπουργείων Υγείας και Ανάπτυξης, που καθόριζαν ανώτατες τιμές με Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις.
Στο σημείο αυτό μάλιστα, ο ανεξάρτητος βουλευτής Αχαΐας Νίκος Νικολόπουλος ζήτησε να κατατεθούν στην Εξεταστική Επιτροπή οι εν λόγω αποφάσεις, προκειμένου να διαπιστωθεί ποιοι πολιτικοί είχαν βάλει την υπογραφή τους.
Χωρίς έλεγχο
Ακολούθως ο γενικός επιθεωρητής αποκάλυψε ότι οι προμήθειες υγειονομικού υλικού γίνονταν απευθείας από τους γιατρούς, χωρίς κανέναν έλεγχο από τις οικονομικές υπηρεσίες, κάτι μάλιστα που υπάρχει καταγεγραμμένο με αδιάσειστα στοιχεία. «Αυτές ασχολούνταν μόνο με την τυπική διαδικασία της λογιστικής διεκπεραίωσης των τιμολογίων», προσθέτει ο κ. Ευαγγελάτος.
Εδώ, οι ελεγκτές βρέθηκαν απέναντι και σε ένα άλλο φαινόμενο: Υπήρξαν offshore εταιρείες, τις οποίες ίδρυαν οι οίκοι, οι οποίοι εκπροσωπούν κάποιους άλλους οίκους στην Ελλάδα. Ίδρυαν κάποιες offshore στην Κύπρο ή αλλού και, μέσω αυτής της διαδικασίας των εξωχώριων εταιρειών, αλλοιωνόταν η πραγματική εικόνα ως προς τις τιμές εισαγωγής. Άρα, εφόσον δεν πραγματοποιούνταν έρευνα σε διεθνές επίπεδο για τις τιμές που ίσχυαν για παράδειγμα στα φίλτρα τεχνητού νεφρού, δεν υπήρχε αίσθηση του τι ίσχυε τιμολογιακά εκτός Ελλάδος. Στην Κύπρο, για παράδειγμα, οι βηματοδότες έκαναν 650 ευρώ και εδώ τους αγοράζαμε…. 2.500 ευρώ, όπως ειπώθηκε στην Επιτροπή!
Τρανταχτές περιπτώσεις
Ο κ. Ευαγγελάτος κατέθεσε επίσης ότι στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λάρισας, την περίοδο 2008-2009, δεν εφαρμόστηκαν οι προβλεπόμενες συμβάσεις για την προμήθεια και τη διαχείριση λαπαροσκοπικών υλικών και μοσχευμάτων, με αποτέλεσμα να προκληθεί ζημιά της τάξης των 6,8 εκατομμυρίων ευρώ!
Και δυστυχώς, η διαφθορά δεν σταματάει εδώ. Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης διενεργήθηκαν διαγωνισμοί για την προμήθεια υγειονομικού υλικού από το 2005 έως το 2009, που προκάλεσαν στο Δημόσιο ζημιά της τάξης των 974.000 ευρώ. «Η υπόθεση έχει πάει στη Δικαιοσύνη, καθώς αποδείχθηκε η σκοπιμότητα των μελών της Επιτροπής που αποφάσισαν αυτές τις υπερτιμολογημένες αγορές», όπως είπε ο κ. Ευαγγελάτος.
Ορθοπεδικά και νευροχειρουργικά
Δεν σταμάτησε όμως εδώ. Στη Νευροχειρουργική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας, τη χρονική περίοδο 2005 με 2008, προκλήθηκε εξίσου μεγάλη ζημιά, ύψους 831.000 ευρώ, από τις προμήθειες οστικών μοσχευμάτων. «Γίνονταν απευθείας αναθέσεις, χωρίς καμία διαπραγμάτευση στην τιμή. Το ιατρικό προσωπικό προχωρούσε σε απευθείας παραγγελίες νευροχειρουργικών υλικών, παρακάμπτοντας όλες τις ορθολογικές διαδικασίες».
Αντίστοιχα, το Ιπποκράτειο Γενικό Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης υπέστη ζημιά 1 εκατομμυρίου ευρώ από τις τιμές των εξωσυμβατικών προμηθειών, που ήταν μεγαλύτερες από τις συμβατικές, όσον αφορά τα ορθοπεδικά και τα νευροχειρουργικά υλικά. Το ίδιο νοσηλευτικό ίδρυμα φαίνεται ότι «ασθενούσε» βαριά στον οικονομικό τομέα, αφού κατά τα έτη 2008 και 2009 διαπιστώθηκε ζημιά 2,1 εκατομμυρίων ευρώ, εξαιτίας του γεγονότος ότι σχεδόν όλα τα περιστατικά «βαπτίζονταν» επείγοντα.
Τα ραδιοφάρμακα
Όσον αφορά τα ραδιοφάρμακα, ο γενικός επιθεωρητής του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας ανέφερε ότι σε νοσοκομείο της Πάτρας διαπιστώθηκε ότι, το έτος 2006, τιμολογούσαν ραδιοφάρμακο σε τιμή δεκαπλάσια από την κανονική. Έκανε 220 ευρώ και το χρέωναν στο νοσηλευτικό ίδρυμα αρχικά 2.130 ευρώ και μετά από λίγο καιρό 2.280 ευρώ, ενώ σε άλλα νοσοκομεία η ίδια εταιρεία το έδινε στην προβλεπόμενη τιμή. «Και δεν μιλάμε για ένα ή για δύο τιμολόγια, αλλά για προμήθειες συνολικά έξι ετών. Η εταιρεία αργότερα παραδέχθηκε ότι πρόκειται για… λογιστικό λάθος», κατά τον κ. Ευαγγελάτο. Το θέμα, όπως τόνισε βέβαια, δεν είναι ότι η εταιρεία το χρέωνε τόσο, είναι ότι η Υπηρεσία το δεχόταν σε αυτή την τιμή και το πλήρωνε, το πληρώναμε όλοι μας.
Οι επιθεωρητές διαπίστωσαν επίσης με έκπληξη ότι το ίδιο ραδιοφάρμακο πωλούνταν προς 1.000 ευρώ στο Δημόσιο, ενώ στον ιδιωτικό τομέα η ίδια εταιρεία το χρέωνε 500 έως, το πολύ, 600 ευρώ.
Τα ληγμένα αντιικά
Τέλος, ο επιθεωρητής αναφέρθηκε στα ληγμένα αντιικά φάρμακα και εμβόλια που βρέθηκαν στις κρατικές αποθήκες. «Για το θέμα αυτό βγάλαμε πρόσφατα δύο πορίσματα, ένα τον Δεκέμβριο του 2015 και ένα τον Οκτώβριο του 2017, που αποτέλεσαν το έναυσμα για να κινηθεί η Εισαγγελία Διαφθοράς. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η επικείμενη πανδημία γρίπης κατά το παρελθόν, είχαμε δαπανήσει 12.800.000 ευρώ για την προμήθεια των σχετικών φαρμάκων, παραγγελία που υλοποιήθηκε μέσω του ΕΟΦ, χωρίς όμως να περάσει από τον επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να γίνει ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας. Η πανδημία όμως δεν ήρθε ποτέ στη χώρα μας, και έτσι, από τα 500.000 φάρμακα Tamiflu που ήρθαν στην Ελλάδα, αφέθηκαν να λήξουν τα 495.000!».
Άξιο μνείας είναι το γεγονός ότι η σύμβαση δεν επέτρεπε τη δυνατότητα επιστροφής «για κανέναν λόγο και καμία αιτία», ούτε καν προβλέφθηκε η εναλλακτική λύση του να διατεθούν τα σκευάσματα σε άλλες χώρες. Έτσι πληρώσαμε και τα σκευάσματα αλλά και το κόστος για την καταστροφή τους με ειδικούς περιβαλλοντικούς όρους.
του Γιώργου Σαρρή
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο