Σαρωτικές αλλαγές έρχονται στο Ασφαλιστικό αμέσως μετά την…
έξοδο από τα μνημόνια, οι οποίες θα επηρεάσουν όχι μόνο τους υφιστάμενους συνταξιούχους, αλλά, πολύ περισσότερο, τους σημερινούς 30άρηδες!
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και «Εργάνη» δείχνουν τον δρόμο προς το… αδιέξοδο μέσα στα επόμενα χρόνια και, ούτε λίγο ούτε πολύ, οι σαρωτικές αλλαγές που έχουν γίνει μοιάζουν με σταγόνα στον ωκεανό! Τόσο η ΕΕ όσο και το ΔΝΤ ζητούν από την Ελλάδα μείωση του κονδυλίου για τις δαπάνες του Ασφαλιστικού κατά 2,5% του ΑΕΠ έως το 2030, ενώ πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η περιβόητη ρύθμιση του χρέους για 30-40 χρόνια θα συνοδευτεί αναγκαστικά από αναλογιστικές μελέτες στις οποίες θα αποτυπώνονται οι «άσπρες τρύπες» του συστήματος έως το 2050!
Η ρύθμιση χρέους και η παραμετροποίηση των μελλοντικών επιπτώσεων στο Ασφαλιστικό αποτελούν απαραίτητο στοιχείο προκειμένου η Ελλάδα να δανείζεται ως κανονική χώρα από τις αγορές μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Ουσιαστικά μιλάμε για ένα… τέταρτο μνημόνιο, το οποίο θα περιλαμβάνει κυρίως περικοπές και παρεμβάσεις και όχι λεφτά από μηχανισμούς διάσωσης!
Στις εκθέσεις αξιολόγησης του ελληνικού Προγράμματος, οι δύο «θεσμοί» επισημαίνουν το «πάγωμα» των συντάξεων έως το 2022, ενώ έχουν συμφωνηθεί νέες περικοπές για την τριετία 2019-2021. Πρόκειται κυρίως για την κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς», που θα οδηγήσει σε μειώσεις έως και 18% για περίπου 1,7 εκατ. συνταξιούχους. Να σημειωθεί δε ότι αυτά τα πρόσθετα μέτρα που θα εφαρμοστούν στη… μεταμνημονιακή Ελλάδα έρχονται σε συνέχεια των περικοπών της διετίας 2015-2016, όπου νομοθετήθηκαν νέα «κουρέματα» έως και 45% στα «ρετιρέ» των επικουρικών ταμείων.
Ταυτόχρονα, το σοκ που θα υποστούν όσοι συνταξιοδοτήθηκαν μετά τον νόμο Κατρούγκαλου θα είναι πολυεπίπεδο. Σημειώνεται ότι μακροπρόθεσμα η Ελλάδα δεσμεύεται να περιορίσει τις δαπάνες για το Ασφαλιστικό στο 2,5% του ΑΕΠ σε επίπεδο Τακτικού Προϋπολογισμού και κάτω από το 10% σε σχέση επίπεδο δαπανών Κρατικού Προϋπολογισμού (δηλαδή και με τη συνεισφορά των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης). Σημειώνεται ότι ήδη ο Κρατικός Προϋπολογισμός επιβαρύνεται με 29 δισ. ευρώ ετησίως για την πληρωμή συντάξεων, δηλαδή 16% του ΑΕΠ, με τα 16 δισ. ευρώ να προέρχονται από τον Τακτικό Προϋπολογισμό.
«Ανατριχίλα» με την… Εργάνη
Οι… ανατριχιαστικές εξελίξεις στην αγορά εργασίας φαίνεται να επιταχύνουν τις νέες σαρωτικές αλλαγές στο Ασφαλιστικό, με φόντο τη ρύθμιση του χρέους και με βάση το τέλμα στην οικονομία.
Σοκ συνιστούν τα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη» για τον Οκτώβριο, όπου το 62,26% των προσλήψεων αφορούσε ευέλικτες μορφές εργασίας (αρνητικό ρεκόρ όλων των εποχών). Το 2017 αποτελεί έτος-ορόσημο για το Ασφαλιστικό, καθώς με βάση τα στοιχεία του δεκαμήνου Ιανουαρίου – Οκτωβρίου είχαμε ιστορικό υψηλό των προσλήψεων (2.058.515 αναγγελίες), αλλά οι αποχωρήσεις διαμορφώθηκαν σε 1.891.064, που ως επί το πλείστον συνδέονται με συμβάσεις ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Είναι ενδεικτικό ότι οι ευέλικτες μορφές αντιστοιχούν πλέον στο 53,39%! Δηλαδή, αυξάνονται ραγδαία οι μισθωτοί με μισθούς έως και 400 ευρώ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
Όπως σημειώνει στο «Π» ο καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ειδικός αναλυτής σε θέμα χρέους και δαπανών του ασφαλιστικού συστήματος Βασίλης Δαλαμάγκας, μέσα στα επόμενα χρόνια θα είναι αναπόφευκτες οι παρεμβάσεις στο σύστημα και ειδικότερα θα απαιτηθούν τα εξής:
1. Επιμήκυνση του εργάσιμου βίου για όλους τους απασχολουμένους (πλην περιορισμένων εξαιρέσεων) στα 69 έτη, λόγω και της αύξησης του προσδόκιμου ζωής.
2. Επανακαθορισμός των συντάξεων στη βάση νέων αναλογιστικών μελετών που θα εκτείνονται τουλάχιστον έως το 2050.
3. Εισαγωγή και λειτουργία των τριών πυλώνων κοινωνικής ασφάλισης, δηλαδή της ελάχιστης εθνικής σύνταξης, της ανταποδοτικής βάσει εισφορών αλλά και της ιδιωτικής.
4. Μείωση ποσοστών αναπλήρωσης, κατάργηση της κρατικής χρηματοδότησης προς τα επικουρικά ταμεία, κατάργηση των χαριστικών ρυθμίσεων για ειδικά συνταξιοδοτικά καθεστώτα και αύξηση των εισφορών για σύνταξη – περίθαλψη.
5. Χρηματοδότηση οικογενειακών προγραμμάτων για την ενίσχυση του δείκτη γονιμότητας. Όπως επισημαίνει ο κ. Δαλαμάγκας, σήμερα η Ελληνίδα γεννά κατά μέσο όρο 1,2 παιδιά, ενώ η διατήρηση του ελληνικού πληθυσμού στα σημερινά επίπεδα απαιτεί δείκτη 2,2 παιδιά!
Τα παραπάνω μέτρα, σύμφωνα με τον καθηγητή Οικονομικών, πρέπει να συνοδευτούν από την αποδοτικότερη λειτουργία των Υπηρεσιών του ΕΦΚΑ (ελεγκτικοί μηχανισμοί, μηχανοργάνωση, ορθολογική αξιοποίηση προσωπικού κοκ) αλλά και τη συνεργασία με εξειδικευμένο προσωπικό του ιδιωτικού τομέα.
του Λουκά Γεωργιάδη
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο