Στην κορυφή της ΝΑΤΟϊκής ατζέντας των «ανησυχιών» βρίσκεται η αγωνία για τη δέσμευση του Ντόναλντ Τραμπ στο ΝΑΤΟ και οι στρατιωτικές κινήσεις...
Η Τουρκία δεν διαθέτει απλώς τη δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη του ΝΑΤΟ αλλά βρίσκεται, ως γνωστόν, και σε μια γεωστρατηγική θέση - κλειδί μεταξύ Δύσης και Ανατολής.
Η Τουρκία του Ερντογάν έχει γίνει απρόβλεπτη και, επιπρόσθετα, ακολουθεί μια εθνικιστική ατζέντα που μπορεί να έρθει σε ευθεία σύγκρουση με τις υποχρεώσεις της Άγκυρας στους συμμάχους της.
Η τελευταία πηγή έντασης έχει να κάνει με τη διαμάχη Αμερικής - Τουρκίας για την τουρκική επιδρομή στο Αφρίν, τον κουρδικό θύλακα στα βορειοδυτικά της Συρίας. Το περασμένο Σάββατο, με βάση τα στοιχεία του τουρκικού αρχηγείου στρατού, 11 Τούρκοι στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους.
Δυο 24ωρα αργότερα, ο Τσαβόσογλου, σε συνέντευξη Τύπου στην Κωνσταντινούπολη, τόνισε πως οι σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία βρίσκονται σε «κρίσιμο σημείο. Είτε θα βελτιώσουμε τις σχέσεις μας, είτε θα καταρρεύσουν πλήρως».
Με τη στενή έννοια του όρου η συγκεκριμένη κατάσταση στο Αφρίν δεν αποτελεί θέμα για το ΝΑΤΟ. Όμως, αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις θα μπορούσαν, δυνητικά, να βρεθούν να δέχονται άμεση επίθεση από μια σύμμαχο ΝΑΤΟϊκή χώρα, την Τουρκία, αν ο Ερντογάν αποφασίσει να πραγματοποιήσει τις απειλές του.
Συγκεκριμένα, ο Τούρκος πρόεδρος προειδοποίησε ότι θα «στραγγαλίσει εν τη γενέσει του» μια δύναμη 30.000 Κούρδων μαχητών, που υποστηρίζονται πλήρως από τις αμερικανικές δυνάμεις και που για την Τουρκία θεωρούνται τρομοκράτες.
Τουρκική στροφή
Ο Ερντογάν προφανώς υπολόγισε αρχικά ότι η περίπτωση του Αφρίν δεν πρόκειται να του δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα με την Αμερική, που ενδιαφέρεται για την περιοχή λιγότερο απ’ ό,τι εκείνος. Ακόμη κι αν αυτό αποδειχθεί σωστό εν τέλει, τα αντικρουόμενα συμφέροντα στη Συρία αποτελούν μόνο ένα από τα διάφορα σημεία αντιπαράθεσης στην προβληματική σχέση της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ.
Πολύ πριν από το επιχειρηθέν πραξικόπημα στην Τουρκία το καλοκαίρι του 2016, υπήρχαν αυξανόμενες ανησυχίες μέσα στους κόλπους του ΝΑΤΟ για τη στροφή που έπαιρνε η Τουρκία προς τον αυταρχισμό. Με όσα ακολούθησαν μετά το πραξικόπημα, αυτοί οι φόβοι εντάθηκαν – αν δεν επιβεβαιώθηκαν.
Ο Ερντογάν επιδόθηκε σε μια βίαιη εκκαθάριση εναντίον οποιουδήποτε δεν του ήταν τυφλά πιστός. Ανάμεσα στους 50.000 που συνελήφθησαν και τους 110.000 που εκδιώχθηκαν από τις θέσεις τους για υποτιθέμενους δεσμούς με τον Φετουλάχ Γκιουλέν, βρίσκονται 11.000 υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί και πιλότοι.
Το 38% των στρατηγών της Τουρκίας εκδιώχθηκαν, οι περισσότεροι από αυτούς επειδή κατηγορήθηκαν ως φιλοδυτικοί.
Περίπου 400 στρατιωτικοί απεσταλμένοι του ΝΑΤΟ απολύθηκαν, πολλοί από τους οποίους προτίμησαν να διαφύγουν στο εξωτερικό παρά να ρισκάρουν τη φυλάκιση στην Τουρκία. Οι ΝΑΤΟϊκοί απεσταλμένοι αντικαταστάθηκαν από ανθρώπους εμπιστοσύνης του Ερντογάν που, όμως, δεν έχουν τα απαραίτητα προσόντα και συχνά είναι ανοιχτά εχθρικοί προς το ΝΑΤΟ και συμπαθούντες προς τους αντιπάλους του.
Μάλιστα, ο ανώτατος διοικητής των δυνάμεων του ΝΑΤΟ, στρατηγός Κέρτις Σκαπαρότι, παραπονέθηκε για ξεπεσμό και υποβιβασμό της ποιότητας του προσωπικού στην Τουρκία.
Στο μεταξύ περίπου 12 Αμερικανοί πολίτες κρατούνται σε τουρκικές φυλακές με την κατηγορία ότι συνεργάστηκαν με συνωμότες του πραξικοπήματος. Η στάση του Ερντογάν έχει κάνει κάποιους αναλυτές στην Ουάσιγκτον να πιστεύουν ότι η Τουρκία καταφεύγει πια σε «διπλωματία ομηριών», όσον αφορά διμερείς διαπραγματεύσεις.
Σε ένα άλλο «θερμό» επεισόδιο, ο Ερντογάν απαγόρεψε πέρυσι, κι όχι για πρώτη φορά, σε Γερμανούς βουλευτές να επισκεφτούν Γερμανούς πιλότους που βρίσκονταν σε δύο ΝΑΤΟϊκές βάσεις στην Τουρκία, στο Ιντσιρλίκ και στο Ικόνιο.
Ήταν μια «τιμωρία» από την πλευρά του Σουλτάνου ως απάντηση στο Βερολίνο, που προηγουμένως είχε απαγορεύσει σε οπαδούς του κόμματός του να διοργανώσουν επί γερμανικού εδάφους συγκεντρώσεις υπέρ της καμπάνιας Ερντογάν για επέκταση των προεδρικών εξουσιών.
Τότε, μάλιστα, ο Τούρκος πρόεδρος είχε φτάσει να αποκαλέσει την απαγόρευση της Γερμανίας ως «επιστροφή στις πρακτικές των Ναζί», προκαλώντας σάλο. Χρειάστηκε παρέμβαση του ίδιου του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλντενμπεργκ για να επιτραπεί τελικώς στους Γερμανούς βουλευτές η πρόσβαση στη βάση στο Ικόνιο.
Πώς πιέζουν οι Αμερικανοί
Λόγω αυτού του επεισοδίου, η Γερμανία μετακίνησε τα αεροσκάφη της τύπου Tornado από το Ιντσιρλίκ της Τουρκίας στο Muwaffaq Salti, μια αεροπορική βάση στην Ιορδανία. Το κόστος της μεταφοράς ήταν 143 εκατ. δολάρια και η Γερμανία το έκανε ως πολιτική ασφαλείας, κρίνοντας ότι υπήρχε πιθανότητα να χρειαστεί μελλοντικά να εγκαταλείψει την τουρκική βάση του Ιντσιρλίκ.
Η Αμερική, πάντως, είναι σε θέση να ασκήσει σοβαρές πιέσεις στην Τουρκία όσον αφορά τις τράπεζές της και την τουρκική λίρα, δηλαδή ολόκληρη την οικονομία της πρακτικά. Όπως στην περίπτωση της τουρκικής τράπεζας Halkbank, που κατηγορείται για συνέργεια στο σπάσιμο κυρώσεων κατά του Ιράν. Αν κριθεί ένοχη μπορεί να αντιμετωπίσει τεράστια πρόστιμα της τάξης των 5 δισ. δολαρίων, με το όνομα του Ερντογάν να εμπλέκεται στην υπόθεση.
Στους κόλπους του ΝΑΤΟ έχει εξεταστεί εκτεταμένα το σενάριο που η Τουρκία πιέζεται με τη μορφή κυρώσεων από το εξωτερικό ή και μεγάλων προστίμων στις τράπεζές της. Η απάντηση Ερντογάν, όμως, είναι να κλιμακώσει την αντίδραση με το να περιορίσει την πρόσβαση της Αμερικής στη ΝΑΤΟϊκή βάση του Ιντσιρλίκ, την οποία οι ΗΠΑ είχαν χρησιμοποιήσει για επιχειρήσεις κατά του ISIS στο Ιράκ και τη Συρία.
Αν και Αμερικανοί αξιωματούχοι, ειδικοί στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, πιστεύουν ότι οι οικονομικές πιέσεις θα μπορούσαν να πείσουν τον Ερντογάν να ομαλοποιήσει τις σχέσεις ΗΠΑ - Τουρκίας, το TEPAV, το ανεξάρτητο Ίδρυμα Ερευνών Οικονομικής Πολιτικής της Τουρκίας, εκτιμά πως θα έχουν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα. Θεωρεί ότι οι υποστηρικτές του κόμματος Ερντογάν συσπειρώνονται με τέτοιες κινήσεις, που στην Τουρκία παρουσιάζονται ως εχθρικές κινήσεις της Δύσης, ειδικά εν όψει των εκλογών του 2019.
Όπως επισημαίνει το TEPAV «όσο περισσότερο πιέζει ο υπόλοιπος κόσμος την κυβέρνηση Ερντογάν και όσο μεγαλύτερη παρουσιάζεται η έξωθεν απειλή και παρέμβαση στην κυριαρχία της Τουρκίας, τόσο πιο απίθανο γίνεται να αποκτήσει η χώρα ένα δημοκρατικό μέλλον».
Μια βασική πηγή ανησυχίας για το ΝΑΤΟ είναι οι θερμές σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία, κυρίως μετά το πραξικόπημα. Ο Ερντογάν βλέπει στο πρόσωπο του Πούτιν τον άνθρωπο με τον οποίο μπορεί να κάνει μπίζνες στη Συρία. Με το να έρχεται πιο κοντά με τον Ρώσο πρόεδρο, ο Ερντογάν στέλνει μήνυμα στο ΝΑΤΟ ότι έχει κι άλλες επιλογές.
Σε μοναδική πλεονεκτική θέση
Από την πλευρά της Ρωσίας, ο Ερντογάν προσφέρει στον Πούτιν αφορμές για να σπείρει διχόνοια στους κόλπους του ΝΑΤΟ και στη Δύση, πράγμα που αποτελεί και τον βασικό στρατηγικό του στόχο.
Όμως, το πιο σκανδαλώδες στη λίστα των «ατοπημάτων» στην εξωτερική πολιτική Ερντογάν ήρθε για το ΝΑΤΟ τον Δεκέμβριο, όταν η Τουρκία ανακοίνωσε ότι υπέγραψε μια συμφωνία για να προχωρήσει στην αγορά δυο πυραυλικών συστοιχιών S-400 από τη Ρωσία.
Το σύστημα S-400 δεν μπορεί να ενσωματωθεί στα ΝΑΤΟϊκά συστήματα αεράμυνας και, τουλάχιστον αρχικά, θα στηθεί και θα λειτουργήσει από Ρώσους.
Με την Τουρκία να είναι μέλος της συμμαχίας, θα πρέπει η Άγκυρα να εξαιρεθεί από την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα αντίμετρα κατά των ρωσικών S-400, ειδάλλως η Μόσχα θα βρεθεί να λαμβάνει πληθώρα ευαίσθητων ΝΑΤΟϊκών στρατιωτικών πληροφοριών.
Αυτό που ανησυχεί περισσότερο το ΝΑΤΟ είναι ότι η Τουρκία συμμετέχει στο πρόγραμμα F-35 και πρόκειται να παραλάβει 116 μαχητικά αεροσκάφη stealth F-35, που θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος της αεράμυνας του ΝΑΤΟ για τα επόμενα 30 χρόνια.
Έτσι, η Τουρκία θα βρεθεί στη μοναδική θέση να κατέχει ταυτόχρονα ΝΑΤΟϊκά αεροσκάφη F-35 και ρωσικούς πυραύλους S-400, αποκτώντας γνώσεις για τρωτά σημεία που μπορεί να εκμεταλλευτεί η Ρωσία.
Ήδη στις ΗΠΑ, ειδικοί στην εθνική ασφάλεια εξέφρασαν την άποψη ότι η Τουρκία θα πρέπει είτε να ακυρώσει την αγορά των ρωσικών S-400 ή να της ανακοινωθεί πως δεν μπορεί να αποκτήσει τα F-35. Όμως, αν δοθεί τέτοιο τελεσίγραφο στην Άγκυρα θα δημιουργηθεί τόσο έντονη αντιπαράθεση, που μπορεί να καταλήξει να αποχωρήσει η Τουρκία από το ΝΑΤΟ.
Κι από Ευρωπαίους
Παρά την επικίνδυνη διπρόσωπη συμπεριφορά Ερντογάν, που έχει καταντήσει ο Ιανός της συμμαχίας, η κατάσταση είναι τόσο περίπλοκη που, προς το παρόν, οι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ προσπαθούν να μην σηκώνουν τους τόνους. Τονίζουν ότι η Τουρκία έχει υπογράψει συμφωνία και με την Eurosam, μια ευρωπαϊκή κοινοπραξία που κατασκευάζει πυραυλικά συστήματα αεράμυνας, άρα οι S-400 θα μπορούσαν να αποτελέσουν απλώς μια προσωρινή λύση.
Επίσης, αναφέρουν ότι άλλα θέματα προχωρούν ομαλά και χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις από την πλευρά της Τουρκίας, που φροντίζει να μην τραβάει το σκοινί σε όλους τους τομείς. Η Τουρκία εκπληρώνει τις δεσμεύσεις της στο ΝΑΤΟ, όπως το να διαφυλάττει το αεροδρόμιο της Καμπούλ και το να μην εμποδίσει μια συμφωνία ασφαλείας μεταξύ NATO - E.E., την οποία θα μπορούσε να μπλοκάρει.
Ουσιαστικά, δεν υπάρχει μηχανισμός για να αποβληθεί η Τουρκία από το ΝΑΤΟ ή να ανασταλεί η συμμετοχή της. Επιπρόσθετα, στην περίπτωση που μια αναστολή ήταν υποθετικά εφικτή, η Τουρκία δεν θα μπορούσε να επανενταχθεί στη Συμμαχία ως νέο μέλος καθώς δεν θα πληροί τις προϋποθέσεις όσον αφορά τη λειτουργία της δημοκρατίας, αφού ως χώρα έχει αμαυρωμένα πιστοποιητικά δημοκρατίας. Όμως, όπως και να έχει, για τη Δύση και το ΝΑΤΟ η γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας είναι τεράστια και αδιαμφισβήτητη.
Αυτό που ελπίζει το ΝΑΤΟ είναι ότι ο Ερντογάν κατανοεί πως, πέρα από οποιαδήποτε ρωσικά «ανοίγματα» κι εναγκαλισμούς με τη Ρωσία, η Μόσχα δεν μπορεί να αντικαταστήσει το ΝΑΤΟ ως μακροπρόθεσμο σύμμαχο στην ασφάλεια. Η Συμμαχία θεωρεί πιθανό μάλιστα ότι η παράνοια Ερντογάν, που επικράτησε μετά το επιχειρηθέν πραξικόπημα, θα υποχωρήσει, αν και μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν σημάδια ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί.
Στην πραγματικότητα οι δυο πλευρές, ΝΑΤΟ και Τουρκία, είναι κλειδωμένες σε μια σχέση που προσομοιάζει με έναν δυστυχισμένο γάμο, όπου, παρά το ότι η σχέση είναι φορτωμένη προβλήματα, το «ζεύγος» δεν έχει άλλη ρεαλιστική επιλογή από το να παραμείνει μαζί. topontiki.gr