Στο πλαίσιο των επαφών του προέδρου της ΕΣΕΕ κ. Βασίλη Κορκίδη με τους πολιτικούς αρχηγούς των κομμάτων της Χώρας, ενόψει της 82ης ΔΕΘ...πραγματοποίησε χθες συνάντηση του Προεδρείου της ΕΣΕΕ με τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.
Με την ευκαιρία αυτή, η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας κοινοποίησε την επίσημη τοποθέτησή της, επισημαίνοντας ότι δεν καταθέτει νέα αιτήματα αλλά επαναφέρει ως εκκρεμή προαπαιτούμενα των ΜμΕ τις ανεκπλήρωτες κυβερνητικές εξαγγελίες στο βήμα της περσινής ΔΕΘ.
Ο Σεπτέμβριος κάθε χρονιάς συνοδεύεται από εξαγγελίες, από προγραμματισμό και από μία προσπάθεια να σχηματοποιηθεί το όραμα του επερχόμενου οικονομικού έτους. Η ΔΕΘ είναι παραδοσιακά το ορόσημο αυτής της διαδικασίας, μια ευκαιρία για κυβέρνηση και αντιπολίτευση για να ξετυλίξουν τα σχέδιά τους αλλά και μία δυνατότητα των εκπροσώπων της αγοράς για να θέσουν τα αιτήματα και τις ανησυχίες τους. Δυστυχώς, στα χρόνια της κρίσης η ελληνική αγορά βιώνει κάθε Σεπτέμβριο μια «Μέρα της Μαρμότας», νιώθουμε κάθε χρόνο ότι αυτές οι μέρες του Σεπτεμβρίου επαναλαμβάνονται στον ίδιο τόνο και ότι τα προβλήματα που μας απασχολούν εξακολουθούν να βρίσκονται εκεί περιμένοντας τη λύση τους. Σε κάθε περίπτωση, θα είμαστε εκεί, έτοιμοι να ακούσουμε και το κυριότερο να αξιολογήσουμε τις προτάσεις κυβέρνησης και αντιπολίτευσης και για να καταθέσουμε προφανώς και τις δικές μας προτάσεις.
Έτσι, ενόψει των κυβερνητικών εξαγγελιών της ΔΕΘ, συνεχίζουμε ως ΕΣΕΕ να διεκδικούμε τις τρεις βραχυπρόθεσμες προτάσεις μας, που θα τις καταθέσουμε εκ νέου στην πολιτική ηγεσία της χώρας και των οποίων η αποδοχή, δυστυχώς, δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί μέχρι σήμερα από τους Υπουργούς και από τους «θεσμούς». Θεωρούμε υποχρέωσή μας προς όλους τους συναδέλφους μας να τις επαναφέρουμε στον δημόσιο διάλογο και σκοπεύουμε να επιμείνουμε προς αυτή την κατεύθυνση καθώς αντιλαμβανόμαστε αυτές τις προτάσεις ως τα τρία προαπαιτούμενα των ΜμΕ για την επιβίωσή τους. Από τις περυσινές εξαγγελίες του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, υπάρχουν τρία «χρωστούμενα», τρείς εξαγγελίες που δεν πραγματοποιήθηκαν και ως εκ τούτου εκκρεμούν τρεις πολύ σημαντικές «οφειλές» προς τους μικρομεσαίους της αγοράς. Η εκπλήρωση των τριών «οφειλών» είναι πλέον αναγκαία συνθήκη για την ανάταξη της μικρομεσαίας επιχείρησης μέσα στο τρέχον και εξαιρετικά δυσμενές οικονομικό πλαίσιο.
Η πρώτη οφειλή αφορά στη θεσμοθέτηση και λειτουργία ενός ειδικού «ακατάσχετου» αλλά, ουσιαστικά, «τροφοδότη λογαριασμού» δημοσίου και λειτουργικών εξόδων της επιχείρησης. Πιο συγκεκριμένα, αναφερόμαστε στην παροχή δυνατότητας γνωστοποίησης ενός τρεχούμενου επιχειρηματικού λογαριασμού, ο οποίος θα μπορεί, ακόμη και μετά την εντολή δέσμευσης, να τροφοδοτεί τις βασικές λειτουργίες της επιχείρησης με πάγιες τραπεζικές εντολές (πληρωμές: μισθοδοσίας, οφειλών προς το δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία, λογαριασμών ΔΕΚΟ, ενοικίων και προμηθευτών). Ο λογαριασμός θα πρέπει μάλιστα να συνδεθεί αποκλειστικά με τις εισπράξεις της επιχείρησης από τη χρήση πλαστικού χρήματος – μετά την εγκατάσταση 450.000 τερματικών POS – και βεβαίως με τις συναλλαγές e-banking. Με τον τρόπο αυτό ωφελούνται όλες οι πλευρές γιατί από τη μία πλευρά ελέγχεται η πηγή, η διαδρομή και ο προορισμός του ηλεκτρονικού χρήματος μιας επιχείρησης και από την άλλη πλευρά μειώνεται η φοροδιαφυγή.
Η δεύτερη οφειλή αφορά στο «πάγωμα» των ληξιπρόθεσμων οφειλών εργοδοτών στον ΟΑΕΕ και στη μετατροπή της οφειλής σε χρόνο με αποποίηση ασφαλιστικού χρόνου. Η υποχρέωση απρόσκοπτης καταβολής των τρεχουσών εισφορών σύμφωνα με το νέο απαιτητικό σύστημα ασφαλιστικής φορολογίας που ισχύει από 1/1/17 θα επιβαρυνθεί κατά 18% από 1/1/18, αφού πλέον οι ασφαλιστικές εισφορές δεν θα υπολογίζονται ως δαπάνες. Ταυτόχρονα, βέβαια, με τη δυνατότητα εφαρμογής του εξωδικαστικού συμβιβασμού και συγκεκριμένα με το άρθρο 15 του νόμου προβλέπεται και η δυνατότητα ρύθμισης σε 120 δόσεις αποκλειστικά των οφειλών στα πρώην ασφαλιστικά ταμεία και νυν στον ΕΦΚΑ, που έχουν εκχωρηθεί στο ΚΕΑΟ και ανέρχονται σε τουλάχιστον 23,3 δις ευρώ. Αυτό είναι κάτι που το ζητήσαμε από την Υπουργό να ενταχθεί στο ν/σ για τα εργασιακά και το ασφαλιστικό, προτείνοντας μάλιστα η ΚΥΑ να περιλαμβάνει και οφειλές άνω των 20.000 ευρώ. Είναι φανερό, επομένως, ότι οι προτάσεις της ΕΣΕΕ μπορεί να εισφέρουν σε μία γενική διευκόλυνση που θα δώσει βραχυπρόθεσμες διεξόδους στους συναδέλφους.
Η τρίτη εκκρεμότητα και ίσως βασικότερη είναι ο περιορισμός της υπερβολικής φορολόγησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, αφού η εμπειρία των χρόνων της κρίσης μας δείχνει ότι είναι αιτία πολλών δεινών στην πραγματική οικονομία και ο βασικός λόγος της φορο-αποφυγής και της φορο-αδυναμίας, με αποτέλεσμα τη διαρκή αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Η μείωση των φορολογικών συντελεστών των επιχειρήσεων και των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων επιβάλλεται να εφαρμοστούν νωρίτερα από τα αντίμετρα του 2019. Άλλωστε, ακόμα και το ΔΝΤ θεωρεί ότι η υπερφορολόγηση και το υπερβολικό μη μισθολογικό κόστος δημιουργεί μόνο αρνητικά αποτελέσματα στην οικονομία, με αποκορύφωμα την «επιδημία» της αδήλωτης και απλήρωτης εργασίας.
Στο πλαίσιο της τεκμηρίωσης των τριών προτάσεών μας, το υπόμνημα που καταθέτει η ΕΣΕΕ στην πολιτική ηγεσία της χώρας, ενόψει της 82ης ΔΕΘ 2017, περιλαμβάνει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες θέσεις, τόσο σε επίπεδο ανάλυσης όσο και σε επίπεδο αποτίμησης της εμπειρίας των προηγούμενων ετών. Ως εκ τούτου, σε αυτό το κείμενο προβαίνουμε σε ορισμένες βασικές διαπιστώσεις από το παρελθόν, αλλά κυρίως προβάλλουμε τις ρεαλιστικές μας προτάσεις για το μέλλον που προκύπτουν από την καθημερινότητα του κάθε μικρομεσαίου επιχειρηματία.
Οι μικρομεσαίοι της αγοράς δεν ξεχνάμε ότι ο πολιτικός κόσμος της χώρας και πρωτίστως η εκάστοτε Κυβέρνηση συνεχίζουν να οφείλουν πολλά σε εμάς τους Έλληνες πολίτες, που αδιαμαρτύρητα αποδεχτήκαμε όλες τις συνέπειες της «λαίλαπας» της κρίσης, που δεχθήκαμε να πτωχύνουμε οι ίδιοι, να πτωχεύσουν χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις, για να μην πτωχεύσει και επίσημα η χώρα το 2010. Δεν ξεχνάμε ότι:
Οφείλουν να επαναφέρουν την ελληνική κοινωνία από τη στασιμότητα της ανέχειας στην τροχιά της κανονικότητας.
Οφείλουν να ανατάξουν την ελληνική οικονομία με ένα συνεκτικό και ρεαλιστικό σχέδιο και να δώσουν επενδυτικά κίνητρα τόσο στους εγχώριους όσο και στους ξένους επιχειρηματίες.
Οφείλουν να ανοίξουν το δρόμο για ένα σύγχρονο και άξιο κράτος, όχι ένα κράτος-εργοδότη, αλλά ένα κράτος-πάροχο ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών στον πολίτη.
Οφείλουν να καλλιεργήσουν ένα κλίμα σοβαρότητας και συνέπειας στο εξωτερικό, αλλά και να εδραιώσουν ένα κλίμα σταθερότητας με ασφάλεια στο εσωτερικό.
Οφείλουν να σεβαστούν και να στηρίξουν με ενεργό τρόπο την ιδιωτική πρωτοβουλία, αλλά και να επικεντρώσουν την προσοχή τους στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και τα προβλήματά της.
Οφείλουν να αναστρέψουν τη δυσφορία και το θυμό στην ελληνική κοινωνία, όχι με ανέξοδες υποσχέσεις, αλλά με βιώσιμες δράσεις που θα παράξουν πραγματικά οικονομικά οφέλη.
Οφείλουν να διασφαλίσουν ότι οι θυσίες όλων μας σε αυτά τα 8 χρόνια, αλλά και οι κόποι πολλών γενεών Ελλήνων δε θα πάνε χαμένοι.
Αυτές είναι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των πολιτικών του τόπου στους πολίτες, που παρά τις επαναλαμβανόμενες εξαγγελίες και υποσχέσεις δεν ξεπληρώθηκαν. Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να διεκπεραιώσει τις υποχρεώσεις του τρίτου μνημονίου με «εγχώριες» μεν εμπνεύσεις, χωρίς όμως να δημιουργήσει «εξωχώριες» αντιδράσεις και πισωγυρίσματα. Η πραγματική οικονομία έχει ανάγκη από αποτελεσματικές ενέργειες και όχι από ανεκπλήρωτες εξαγγελίες. Δεν χρησιμεύουν σε τίποτα «δώρα» χωρίς αντίκρισμα, από το βήμα της ΔΕΘ. Άλλωστε, υπάρχουν συγκεκριμένες εκκρεμότητες από την περσινή ΔΕΘ που όλοι μας περιμένουμε να εκπληρωθούν, προτού η ατομική και συλλογική κόπωση καταλήξει σε ατομική και συλλογική παραίτηση.