Την ποινή της ισόβιας κάθειρξης συν ένα χρόνο κατά συγχώνευση για οπλοφορία και οπλοχρησία επέβαλε το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών στην 27χρονη Νικολέτα Παπαϊωάννου, γνωστή και ως «φόνισσα του Κορωπίου», για τη... δολοφονία της εν διαστάσει συζύγου του συντρόφου της.
Η ετυμηγορία του δικαστηρίου ανακοινώθηκε το μεσημέρι της Δευτέρας 17 Ιουλίου.
Κατά την αγόρευσή της η εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών στην αγόρευσή της επισήμανε ότι η κατηγορούμενη ήταν αποφασισμένη να σκοτώσει το βράδυ της 3ης Αυγούστου 2016, όταν έμπαινε στο σπίτι της εν διαστάσει συζύγου του συντρόφου της, ενώ τόνισε ότι «ήταν ένα προσχεδιασμένο έγκλημα» και πρόσθεσε ότι πρόκειται για ένα έγκλημα βίαιο που διεπράχθη από μια νεαρή μητέρα.
Η εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή της κατηγορουμένης για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία.
Στην αγόρευσή της η εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Κακουργιοδικείου αναφέρθηκε στην χρόνια αντιδικία της κατηγορουμένης με το θύμα. Η παράλληλη σχέση που είχε επιλέξει να διατηρεί ο 41 ετών σύζυγος του θύματος και με τις δύο γυναίκες ήταν ο λόγος που ερχόταν σε αντιπαράθεση.
«Η κατηγορουμένη τον γνώρισε σε πολύ μικρή ηλικία, είχε αναπτύξει αισθηματικό δεσμό μαζί του και τη δική της οικογένεια και επιζητούσε διακαώς την κοινωνική αποκατάσταση και την αναγνώριση των παιδιών της» περιέγραψε η εισαγγελέας η οποία εξέφρασε την πεποίθηση ότι αυτό που ώθησε την 27χρονη στο έγκλημα ήταν το γεγονός ότι ο 41χρονος θέλησε να επικοινωνήσει με τα δυο παιδιά που είχε αποκτήσει με τη σύζυγο του η οποία είχε αποφασίσει να προχωρήσει τη ζωή της παίρνοντας διαζύγιο και εξασφαλίζοντας μια καλή διατροφή.
Παράλληλα, η εισαγγελέας κατά την αγόρευσή της, επιχείρησε να αποδομήσει έναν προς έναν όλους τους ισχυρισμούς της 27χρονης κατηγορουμένης που θέλησε να πείσει το δικαστήριο ότι την ώρα που έστρεφε το μαχαίρι σε βάρος του θύματος βρισκόταν σε άμυνα προσπαθώντας να προστατεύσει το 2χρονο παιδί της που βρισκόταν μέσα στο αυτοκίνητό της. Σύμφωνα με την εισαγγελική λειτουργό «άλλα προκύπτουν, όμως από τις μαρτυρικές καταθέσεις».
Ενδεικτικές και χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές που έκανε η εισαγγελέας της έδρας, τονίζοντας ότι ξεχωρίζει η κραυγή του θύματος «φύγε από το σπίτι μου». Τα παιδιά σπεύδουν ειδοποιούν τον πατέρα τους, προσπαθούν να της πάρουν το μαχαίρι. Δεν ταιριάζουν με τα γεγονότα που περιγράφει τα πλήγματα που έχει δεχθεί η θανούσα. Η γυναίκα επλήγη από πίσω. Η κατηγορούμενη είναι σίγουρα πάνω από τη θανούσα. Χτυπάει με πρόθεση να επιφέρει το θάνατό της. Στα πλήγματα που έχει καταφέρει υπάρχει και αναστροφή του μαχαιριού. Γύρισε το μαχαίρι στην πληγή. Επιθυμούσε το θάνατό της. Η κατηγορούμενη είχε ήδη το κοφτερό μαχαίρι μαζί της, δεν ήταν τυχαία στα ψώνια της, ήταν δίπλα της. Πώς κατάφερε να το βγάλει εκείνη την ώρα από τη σκληρή θήκη του. Ήταν ένα προσχεδιασμένο έγκλημα.
Σε άλλο σημείο της αγόρευσής της η εισαγγελέας τόνισε ότι όλα έχουν γίνει μέσα στο σπίτι απαντώντας στις αιτιάσεις της κατηγορούμενης ότι το θύμα τη σταμάτησε έξω από το σπίτι της, της επιτέθηκε και της επέφερε εκεί τα πρώτα πλήγματα.
Ακόμη, θέλοντας να καταδείξει η εισαγγελέας τις προθέσεις της κατηγορουμένης επισήμανε: «Έγκλημα βίαιο, με σωματική επαφή, με αίμα και την παρουσία τριών παιδιών. Η ίδια έκανε αναφορά στη μητρότητα, όμως αγνόησε την ύπαρξη του ίδιου του παιδιού της».
Η εισαγγελέας καταλήγοντας ζήτησε την ενοχή της κατηγορουμένης για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την δικογραφία, όλα ξεκίνησαν στις Αυγούστου του 2016, όταν η κατηγορουμένη, μαζί με ένα από τα ανήλικα τέκνα της, που είχε αποκτήσει με τον 41χρονο, πήγε στο σπίτι της Θεοδώρας Παπασπαλά και της κατάφερε πέντε μαχαιριές στην ωμοπλάτη, μπροστά στα μάτια των δύο παιδιών της. Λίγο αργότερα οι γιατροί διαπίστωσαν το θάνατό της. Η κατηγορουμένη διατηρούσε παράνομη ερωτική σχέση με τον Γιάννη Θεοδωρή επί σειρά ετών. Εκείνος όμως ήταν παντρεμένος με την 35χρονη Θεοδώρα Παπασπαλά και από το γάμο του είχε αποκτήσει επίσης δυο παιδιά.