Συγκλονιστικές είναι οι καταθέσεις του παραολυμπιονίκη Βασίλη Τσαγκάρη σε Αστυνομία και ανακριτή, για τα όσα προηγήθηκαν της στυγερής δολοφονίας του 47χρονου ξενοδόχου Μάριου Λουκόπουλου ...
στο Μοσχάτο.
Ο παραολυμπιονίκης εξήγησε γιατί είχε κλείσει τις κάμερες στο πρακτορείο ΠΡΟΠΟ ιδιοκτησίας του και περιέγραψε τους σοκαριστικούς διαλόγους με τον θύμα του.\Αρχικά περιέγραψε για ποιο λόγο είχαν κανονίσει να βρεθούν το βράδυ της περασμένης Πέμπτης οι δυο άντρες και στη συνέχεια περιέγραψε όλα όσα εκτυλίχθηκαν μέσα στο πρακτορείο.
«Συμφωνήσαμε να έρθει στο μαγαζί στις 22:30 της Πέμπτης. Αυτός δεν ήρθε ακριβώς στις 22:30 και τον πήρα κάποια τηλέφωνα και μάλιστα επειδή ήμουν κουρασμένος θέλησα να αναβάλω το ραντεβού. Όντως μετά από λίγο ήρθε. Θέλω να σας πω σε αυτό το σημείο πριν έρθει ο Μ** στο ΠΡΟΠΟτζιδικο, γύρω στις 22:00-22:05 έκλεισα τις κάμερες του μαγαζιού. Το έκανα αυτό γιατί ήθελα να εκφοβίσω τον Μ** για όλα αυτά που είχαν γίνει. Είχα πάνω μου ένα πιστόλι και μ' αυτό θα τον απειλούσα ότι αν ξαναπειλούσε την οικογένεια μου θα τον σκότωνα. Επειδή όμως ήξερα ότι ήταν δικομανής κι ότι θα μπορούσε να αποδείξει αυτό που έκανα από τις κάμερες που έχει το μαγαζί, έκλεισα τις κάμερες για να μην μπορεί να το αποδείξει. Ήρθε λοιπόν ο Μ**, μπήκε μέσα αφού του άνοιξα εγώ τα ρολά και κάθισε σε ένα τραπέζι. Θυμάμαι ότι τον ρώτησα αν ήθελε κάτι να πιει και αυτός άρχισε να μου λέει για την Κ** κι ότι δεν τον άφηνε να δει τα παιδιά. Δεν μου μιλούσε πάνω από πέντε λεπτά και τότε εγώ τον διέκοψα και του είπα: "Εκανες ένα τραγικό λάθος. Απείλησες κι έπιασες στο στόμα σου την μάνα μου και την οικογένειά μου". Τότε έβγαλα κάτω από το μαξιλαράκι που έχει το καροτσάκι μου ένα πιστόλι που είχα κρύψει εκεί γι αυτό το σκοπό, τον σημάδεψα και τον απείλησα, χωρίς να έχω οπλίσει», τόνισε αρχικά.
Στη συνέχεια -όπως ισχυρίστηκε ο Παραολυμπιονίκης- οι δύο άνδρες πιάστηκαν στα χέρια. Μάλιστα όπως ο ίδιος παραδέχεται στη συγκεκριμένη ομολογία, η οποία περιλαμβάνεται στη δικογραφία, πυροβόλησε δυο φορές εναντίον του θύματος.
Πριν πυροβολήσω για δεύτερη φορά μιλούσε στο τηλέφωνο κι έλεγε: Με πυροβολούν, με σκοτώνουν
«Τότε ο Μ** πετάχτηκε πάνω, έπιασε κι αυτός το πιστόλι με τα χέρια του και παλεύαμε για αρκετά δευτερόλεπτα ποιος θα κρατήσει το πιστόλι. Έτσι όπως παλεύαμε και μπλέχτηκαν τα χέρια μας, το όπλο οπλίστηκε κι έφυγαν και δυο πυροβολισμοί χωρίς να καταλάβω ποιος το έκανε. Μετά από αυτό εγώ πυροβόλησα ηθελημένα χωρίς όμως να καταλάβω εάν όντως τον πέτυχα. Τότε αυτός μου είπε "τι έκανες;" κι όταν τον ρώτησα αν χτύπησε, μου απάντησε ότι τον πυροβόλησα στο στήθος. Αυτός άρχισε να πετάει καρέκλες και τραπέζια προς το μέρος μου και μου έλεγε να μην συνεχίσω για να μην πάθω τόσο μεγάλη ζημιά, από θέμα δικαστηρίου. Εγώ είχα αφηνιάσει του είπα: " μ....... απείλησες τη μάνα μου " και στη συνέχεια τον πυροβόλησα. Ο Μ** είχε κρυφτεί πίσω από ένα τραπέζι το οποίο είχε αναποδογυρίσει, εγώ επειδή είμαι σε καροτσάκι δεν έβλεπα που είναι ακριβώς, πλησίασα και πυροβόλησα πάνω από το τραπέζι χωρίς να σημαδεύω. Εν τω μεταξύ πριν πυροβολήσω για δεύτερη φορά μιλούσε στο τηλέφωνο κι έλεγε: " Με πυροβολούν, με σκοτώνουν. Μετά τον δεύτερο πυροβολισμό δεν ακούστηκε να μιλάει ξανά. Πήγα από την άλλη πλευρά του τραπεζιού, τον είδα που βαριανάσαινε ανάσκελα στο πάτωμα κι ότι γύρω από αυτόν υπήρχε λίμνη αίματος. Μετά πήγα πίσω από τον πάγκο, πήρα τα κλειδιά του αυτοκινήτου και του μαγαζιού και κατέβασα τα ρολά χωρίς να κλείσω την πόρτα».
Να σημειωθεί ότι η παραπάνω απολογία δόθηκε λίγες ώρες μετά το φονικό. Η δεύτερη απολογία του δράστη ήταν στον ανακριτή, στον οποίο ανέφερε όμως όλα ξεκίνησαν μετά από τη λεκτική επίθεση και τις απειλές που δέχτηκε από το θύμα, όταν του αρνήθηκε να καταθέσει εναντίον της πρώην συζύγου του ξενοδόχου, σε δικαστήριο που ήταν προγραμματισμένο για τις 30 Μαρτίου.
Στη δεύτερη απολογία του είπε μεταξύ άλλων: Τότε εκείνος εξαγριωμένος, σηκώθηκε από την καρέκλα του και μου απηύθυνε τις φράσεις. " Ρε ανάπηρε, ανίκανε που πήγες με τη γυναίκα μου, τώρα θα δεις πως θα γ.... εσένα και τη μητέρα σου" . Στο άκουσμα των παραπάνω εκφράσεων έβγαλα το πιστόλι από το καροτσάκι του αμαξιδίου και του λέω έτσι και ξαναπιάσεις τη μητέρα μου στο στόμα σου με αυτό το όπλο θα σε π......”.