Latest News

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2016

Το νομοσχέδιο της «κινητικότητας» δεν απαντά στις ανάγκες της Δημόσιας Διοίκησης


Το νομοσχέδιο της «κινητικότητας» όπως ψηφίστηκε...δεν απαντά στις ανάγκες της Δημόσιας Διοίκησης, αλλά του...
νεοφιλελεύθερου επιτελικού κράτους.

Του Βασίλη Γκιτάκου*

Υπερψηφίστηκε την Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2016 κατά πλειοψηφία (ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ) στην ολομέλεια της Βουλής το νομοσχέδιο «Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας στη Δημόσια Διοίκηση και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, υποχρεώσεις προσώπων που διορίζονται σε θέσεις των άρθρων 6, 8 του ν.4369/2016, ασυμβίβαστα και πρόληψη των περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων και λοιπές διατάξεις»
Όπως έχουμε επισημάνει το νομοσχέδιο που αφορά την κινητικότητα των δημοσίων υπαλλήλων:
Δεν απαντάει στα προβλήματα της Δημόσιας Διοίκησης που εστιάζονται στην γραφειοκρατική της λειτουργία και την αδιαφάνεια, στον κομματισμό και την κάθε φορά κυβερνητική – πελατειακή της σχέση και παρέμβαση, στα οποία προστέθηκαν με έντονο τρόπο στην μνημονιακή περίοδο η υποστελέχωση και υποχρηματοδότησή της.
Είναι πλήρως ευθυγραμμισμένο με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, περί επιτελικού κράτους, που ξεκίνησαν επί κυβερνήσεων Σημίτη, εφαρμόζονται με θρησκευτική ευλάβεια απ’ όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις μέχρι σήμερα και στοχεύουν σε ένα κράτος που ουσιαστικά θα εποπτεύει τις αρμοδιότητες που θα ασκούν ιδιωτικές εταιρείες, με δημόσιους υπαλλήλους – λάστιχο και ελαστικές σχέσεις εργασίας.
Οι φορείς του Δημοσίου είναι υποχρεωμένοι να προχωρήσουν στην αξιολόγηση των δομών και στη συνένωση - συγχώνευση και κατάργηση υπηρεσιών, κινούμενοι στο πλαίσιο τους αναγκαστικού «κουρέματος» των οργανικών τους θέσεων που έγινε το 2011, σεβόμενοι τη ρήτρα της αυτοδίκαιης κατάργησης, όσων θέσεων με οποιονδήποτε τρόπο κενώνονται, και την πρόσληψη 1 εργαζομένου ανά 5 που αποχωρούν από την εργασία.
Να υπενθυμίσουμε ότι το 2011 η τότε κυβέρνηση κατάργησε σχεδόν όλες τις κενές οργανικές θέσεις και δρομολόγησε την αξιολόγηση των δομών, των υπηρεσιών και του προσωπικού του δημοσίου με στόχο τη συγχώνευσή τους και την απόλυση εργαζομένων, πράγμα που δεν ολοκληρώθηκε λόγω της αντίστασης των εργαζομένων και παρέμεινε ως μνημονιακή υποχρέωση που ανέλαβε να ολοκληρώσει με το 3ο μνημόνιο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με την καθιέρωση ενός «μόνιμου μηχανισμού κινητικότητας».
Συγκεκριμένα στο Δήμο Πειραιά σύμφωνα με το ΦΕΚ Β’ Αρ.Φυλ.2971 16/9/2016 σε εφαρμογή του ν. 4024/2011 έχουν καταργηθεί αυτοδίκαια 679 κενές οργανικές θέσεις που ανά κατηγορία και κλάδο δεν υπερέβαιναν το 60% των οργανικών θέσεων που προβλέπονται από τον Ο.Ε.Υ του Δήμου, ενώ άλλες 585 κενές οργανικές θέσεις που υπερέβαιναν το 60% των κενών οργανικών θέσεων ανά κατηγορία και κλάδο αναμένουν Κοινή Υπουργική Απόφαση   των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, για να καταργηθούν.
Σε ποιες κενές οργανικές θέσεις θα εφαρμοστεί το Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας(Ε.Σ.Κ); Σε αυτές που δεν υπάρχουν ή το ΕΣΚ θα χρησιμοποιηθεί ως το «περιτύλιγμα» για την ολοκλήρωση της μνημονιακής αξιολόγησης και ως εργαλείο πελατειακών εξυπηρετήσεων; Μήπως γι' αυτό το λόγω κρίθηκε αναγκαία η παράκαμψη των υπηρεσιακών συμβουλίων;
Την αξιολόγηση και την επιλογή των προς μετακίνηση υποψηφίων θα την κάνει μια τριμελής επιτροπή που θα αποτελείται από δύο διευθυντικά στελέχη συν τον διευθυντή - προϊστάμενο του εκάστοτε τμήματος στο οποίο ανήκει η θέση αυτή. Το δε υπηρεσιακό συμβούλιο, τόσο του φορέα προέλευσης όσο και του φορέα υποδοχής, δεν θα έχει κανένα ρόλο σε αυτή την διαδικασία. Επιτελικό το κράτος, «επιτελικός» κι ο τρόπος! Αυτή φαίνεται να είναι η επιλογή!
«Πλεονάζων» προσωπικό ακούγαμε από την συγκυβέρνηση Ν.Δ – ΠΑΣΟΚ και από τους υπουργούς της (Λίστα Γρηγοράκου στους ΟΤΑ – Κ. Μητσοτακής για το υπόλοιπο δημόσιο), «πλεονάζων» προσωπικό λοιπόν θεωρείται και από την συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, το προσωπικό που καλύπτει πάνω από το 50% ή το 65% (για δήμους κάτω των 90.000 κατοίκων) των οργανικών θέσεων ανά κλάδο και το οποίο θα μπορεί να συμμετέχει στο Ε.Σ.Κ, εμμένοντας στην μνημονιακή ιδεοληψία ότι με τους μισούς από αυτούς που προβλέπονται σε μια υπηρεσία, μπορεί να λειτουργήσει η υπηρεσία.
Η αρμοδιότητα που δίνεται στην Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας για την αναδιανομή του προσωπικού στις υπηρεσίες του Δημοσίου μετά από αναδιάρθρωση υπηρεσιών – συγχώνευση φορέων – μεταβολή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος φορέων με απλά λόγια σημαίνει ότι η «αξιολόγηση δομών» θα φέρει συγχωνεύσεις – καταργήσεις υπηρεσιών και κυρίως ιδιωτικοποιήσεις
Στην αγωνία της η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να συγκροτήσει δικό της κρατικό μηχανισμό συστήνει την Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας, αντικαθιστώντας τα υπηρεσιακά συμβούλια με όργανα «ελεγχόμενα» από την εκάστοτε εξουσία, ενώ απαξιώνει τους εκπροσώπους των εργαζομένων καλώντας να συμμετέχει ένας εκπρόσωπος της ΑΔΕΔΥ χωρίς δικαίωμα ψήφου.  
Στο παραπάνω συναινεί και η διαβλητή και υποκειμενική διαδικασία αξιολόγησης των υποψηφίων, όταν υπάρχουν περισσότεροι από ένας για μία θέση, από την τριμελή επιτροπή κινητικότητας, όπου το νομοσχέδιο εισάγει την συνέντευξη ως κριτήριο απόφασης μεταξύ των τριών επικρατέστερων υπαλλήλων. Και εδώ, όπως έχουμε αναφέρει, ένα πλήθος τριμελών επιτροπών επιτελικού τύπου που θα συστήνεται σε κάθε δήμο θα αντικαθιστά τα τοπικά υπηρεσιακά συμβούλια και τους εκπρόσωπους των εργαζομένων που τελικά η κατ’ επίφαση αριστερή κυβέρνηση τους αποφεύγει «όπως ο διάολος το λιβάνι».
Μπορεί η κινητικότητα να έχει εθελούσιο χαρακτήρα, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τις αποσπάσεις, γιατί στο ψηφισθέν πλέον νομοσχέδιο εισάγεται η έννοια της «αναγκαστικής» απόσπασης, όπου η υπηρεσία θα μπορεί να αποσπάσει υποχρεωτικά όποιον υπάλληλο θέλει αυτή στη λογική του «κρατικού υπαλλήλου» που μετατάσσεται όπου υπάρχει ανάγκη, προκειμένου να καλυφτούν οι ανάγκες που δεν θα καλύπτονται μέσω της κινητικότητας.
Από την έναρξη ισχύος του νέου νομοσχεδίου της «κινητικότητας» καταργούνται οι σχετικές διατάξεις του που αφορούν μετατάξεις και αποσπάσεις του «Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων» (Ν.3584/2007).
Η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο αυτό παίρνει ως δεδομένο την εφαρμογή των ισχυουσών μνημονιακών διατάξεων, που υπηρετούν το νεοφιλελεύθερο μοντέλο για το κράτος. Το δίλημμα, επομένως, για τους εργαζόμενους δεν είναι μια απλή σύγκριση του ισχύοντος συστήματος μετατάξεων-μεταθέσεων και του προτεινόμενου, για το ποιο είναι καλύτερο ή όχι, αλλά στο αν αυτό απαντάει στα πραγματικά προβλήματα και τις ανάγκες της δημόσιας διοίκησης.
Απέναντι, λοιπόν, στην πολιτική της απαξίωσης των δημόσιων και ιδιαίτερα των κοινωνικών υπηρεσιών, που -αντί να αντιμετωπίζει της αιτίες τους- κινείται στο πλαίσιο της διαχείρισης μιας μίζερης πραγματικότητας, που κάνει το λαό να ταλαιπωρείται και τους επιτήδειους να θησαυρίζουν, οι εργαζόμενοι πρέπει να αντισταθούν και να αποκαλύψουν τη νέα επικοινωνιακή «φούσκα» της κυβέρνησης που προσπαθεί να ενισχύσει την κοινωνική της βάση όχι στο πλαίσιο της ικανοποίησης των πραγματικών αναγκών της κοινωνίας, αλλά στη διαμόρφωση ενός πλέγματος πελατειακών σχέσεων και μικροεξυπηρετήσεων.
Καλούμαστε λοιπόν να αντισταθούμε στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της κυβέρνησης και να αγωνιστούμε για ένα δημόσιο που θα ικανοποιεί τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών, σε μια Ελλάδα απαλλαγμένη από τα μνημόνια και τη ληστρική της εκμετάλλευση από το κεφάλαιο και τους πολιτικούς του εκπροσώπους στη χώρα μας και την Ευρώπη.
ΔΕΝ ΣΥΝΑΙΝΟΥΜΕ - ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ
ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΣΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ
ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ – ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΤΟΧΟΘΕΣΙΑ ΣΤΙΣ ΕΡΕΙΜΩΜΕΝΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
*Βασίλης Γκιτάκος
Αντιπρόεδρος στην ΠΟΕ-ΟΤΑ
Εργαζόμενος του Δήμου Πειραιά
Το νομοσχέδιο όπως ψηφίστηκε ΕΔΩ