Γνωρίζοντας από προηγούμενες έρευνες ότι οι άνθρωποι τείνουν να επιλέγουν «ξεχωριστές ημέρες» για τον γάμο τους, οι ερευνητές όρισαν ως «ξεχωριστές» τις ακόλουθες ημερομηνίες:
τη 14η Φεβρουαρίου, όσες είχαν τους ίδιους αριθμούς (π.χ. 9/9/99), εκείνες με αριθμούς στη σειρά (π.χ. 01/02/03) και εκείνες των οποίων οι αριθμοί για την ημέρα και τον μήνα σχημάτιζαν τη χρονιά (π.χ. 20/12/2012), τις λεγόμενες«mirror dates».
Η ανάλυση έδειξε ότι μόλις το 1% των ημερών της υπό εξέταση περιόδου αποτελούσαν «ξεχωριστές ημερομηνίες», ωστόσο σε αυτό το 1% πραγματοποιήθηκε το 2,9% του συνόλου των γάμων. Με άλλα λόγια, ο μέσος αριθμός γάμων μία τυχαία μέρα ήταν 201, ενώ τις «ξεχωριστές ημερομηνίες» εκτοξευόταν στους 635.
Αναλυτικότερα, έπειτα από έλεγχο άλλων παραγόντων όπως η εποχή, η ημέρα της εβδομάδας και η σύμπτωση με κάποια δημόσια γιορτή, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι ο αριθμός των γάμων αυξάνεται κατά:
- 509% τις ημερομηνίες με ίδιους αριθμούς
- 279% τις mirror dates
- 196% τη 14η Φεβρουαρίου
- 137% τις ημερομηνίες με αριθμούς στη σειρά
Σε άλλα ενδιαφέροντα αποτελέσματα, οι ερευνητές γράφουν στη μελέτη τους ότι διαπίστωσαν πως η συχνότητα των γάμων μειώνεται σταδιακά, καθώς και ότι τα ζευγάρια προτιμούν τους μήνες από τον Μάιο έως τον Σεπτέμβριο ως τους ιδανικότερους για γάμο, ενώ οι λιγότερες γαμήλιες τελετές γίνονται Ιανουάριο και Φεβρουάριο.
Η σχέση ημερομηνίας γάμου και πιθανότητας διαζυγίου
Σε ένα δεύτερο στάδιο, προκειμένου να διερευνήσουν την πιθανότητα η ημερομηνία που τελείται ένας γάμος να σχετίζεται με κάποιον τρόπο με την ευτυχή ή δυστυχή του κατάληξη, οι ερευνητές εξέτασαν τη διάρκεια κάθε γάμου από όσους μελέτησαν, καταλήγοντας σε ένα «πρωτοφανές εύρημα».
Όπως διαπιστώθηκε, οι γάμοι που τελούνταν την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, τις ημερομηνίες με ίδιους αριθμούς και τις ημερομηνίες με αριθμούς στη σειρά, ήταν αρκετά πιο πιθανό να καταλήξουν σε διαζύγιο, ακόμα και όταν οι ερευνητές λάμβαναν υπόψη τους άλλες μεταβλητές.
Ειδικότερα, η αναλογία πιθανοτήτων για διαζύγιο ήταν 37% υψηλότερη για τους γάμους που τελούνταν στις 14 Φεβρουαρίου σε σχέση με τους γάμους σε μία απλή ημερομηνία, 26% υψηλότερη για τους γάμους σε ημερομηνίες με ίδιους αριθμούς και 18% υψηλότερη για τους γάμους σε ημερομηνίες με αριθμούς στη σειρά.
Γιατί παρατηρείται αυτή η σχέση;
Εξετάζοντας τα χαρακτηριστικά κάθε ζευγαριού, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι οι αυξημένες πιθανότητες διαζυγίου οφείλονται εν μέρει στα άτομα που παντρεύονται. Όσοι παντρεύονται σε «ξεχωριστές ημερομηνίες» είναι πιο πιθανό να χωρίσουν όχι επειδή αυτές οι ημερομηνίες είναι «καταραμένες», αλλά επειδή η επιλογή τους φανερώνει πράγματα για τους ίδιους.
Για παράδειγμα, σε σχέση με τα υπόλοιπα, τα ζευγάρια που παντρεύονταν σε «ξεχωριστές ημερομηνίες» έτειναν να είναι μεγαλύτερης ηλικίας, να έχουν χαμηλότερη εκπαίδευση, ήταν πιθανότερο να έχουν ήδη παιδιά και ήταν πιο πιθανό ο ένας από τους δύο συντρόφους να έχει ήδη παντρευτεί στο παρελθόν. Συν τοις άλλοις, οι σύντροφοι σε αυτά τα ζευγάρια είχαν λιγότερες ομοιότητες μεταξύ τους.
Ειδικότερα για τα ζευγάρια που επέλεγαν για τον γάμο τους τις 14 Φεβρουαρίου, αυτά ήταν τα περισσότερο πιθανό να έχουν ήδη παιδιά ή η γυναίκα να είναι έγκυος την ημέρα του γάμου, καθώς και να έχουν ζήσει μαζί για λιγότερο από δύο χρόνια πριν τον γάμο, σε σχέση με τους συντρόφους των υπόλοιπων ζευγαριών.
Οι ερευνητές σημειώνουν, πάντως, πως η έρευνά τους δεν αποκαλύπτει ξεκάθαρα τον μηχανισμό πίσω από τη σχέση ημερομηνίας γάμου – πιθανότητας διαζυγίου, καθώς ακόμα και αν τα παραπάνω χαρακτηριστικά λαμβάνονταν υπόψη στις μετρήσεις τους, ο κίνδυνος διαζυγίου ήταν μεγαλύτερος για όσους παντρεύονταν σε«ξεχωριστή ημερομηνία», ως εξής:
Κατά 11% για γάμους την Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, κατά 18% για γάμους σε ημερομηνίες με ίδιους αριθμούς και κατά 13% για γάμους σε ημερομηνίες με αριθμούς στη σειρά.
Όπως καταλήγουν οι ερευνητές, «αναγνωρίζουμε όσους λένε πως οι ημερομηνίες δεν θα έπρεπε να παίζουν ρόλο, αλλά τα ευρήματά μας δείχνουν ότι είναι δικαιολογημένο να τις σκεφτόμαστε».
«Για ορισμένα ζευγάρια», προσθέτουν, «η ευκαιρία να παντρευτούν σε μία ξεχωριστή ημερομηνία μπορεί να επηρεάσει την απόφασή τους για το κατά πόσο θέλουν να παντρευτούν. Η απάντηση στο ερώτημα ‘να παντρευτώ;’, πρέπει να προηγείται της απάντησης στο ερώτημα ‘πότε να παντρευτώ;»