«Αν ήξεραν ότι είμαι ζωντανός, δεν θα με άφηναν. Πίστεψαν ότι με σκότωσαν και γι αυτό έφυγαν». Στην κατάθεση ενός από τους Αιγύπτιους αλιεργάτες που δέχθηκαν άγρια επίθεση,...τα ξημερώματα της 12ης Ιουνίου 2012, από τάγμα εφόδου στο σπίτι που έμεναν στο Ικόνιο Περάματος προχώρησε το δικαστήριο της Χρυσής Αυγής, ανοίγοντας τη δικογραφία για την υπόθεση αυτή.
Ο Αμπουζίντ Εμπάρακ περιέγραψε τη φρικτή επίθεση που δέχθηκε από 17-18 χρυσαυγίτες, ενώ κοιμόταν κατάχαμα στην ταράτσα του σπιτιού συμπατριωτών του, που τον φιλοξενούσαν στην Ελλάδα. Ο μάρτυρας αναφέρθηκε στα σοβαρά προβλήματα υγείας που τον ταλανίζουν μέχρι και σήμερα, ενώ τόνισε πολλές φορές ότι αισθάνεται "πεθαμένος" μετά την επίθεση, καθώς έχει αδυναμία να εργάζεται καθημερινά . Οπως είπε στο δικαστήριο, όπου καταθέτει με τη βοήθεια μεταφράστριας, θεωρούσε την Ελλάδα ασφαλή χώρα, δεν είχε πρόβλημα με κανέναν και δεν είχε ιδέα περί της Χρυσής Αυγής, έως τότε. Ανέφερε, επίσης, πως πιστεύει ότι δέχθηκε την επίθεση επειδή ήταν ξένος, και δη Αιγύπτιος. «Τώρα πια -κατέθεσε-φοβάμαι ακόμη και όταν περπατάω, όλοι οι ξένοι φοβούνται. Είμαι πεθαμένος. Δεν θα 'χει διαφορά, ακόμη κι αν με σκοτώσουν έξω από το δικαστήριο. Δεν μπορώ πια να ταΐσω τα παιδιά μου». Με την έναρξη της κατάθεσής του, παρόντων μόνο δύο κατηγορουμένων, ο μάρτυρας είπε πως βρίσκεται πέντε χρόνια στην Ελλάδα, χωρίς την οικογένειά του, που ζει στην Αλεξάνδρεια, για να δουλέψει και να μπορέσει να ταΐζει την οικογένειά του . «Ο πατέρας μου πέθανε έναν χρόνο αφότου χτύπησα, έχω πέντε παιδιά, τρία αδέλφια, και όλοι τους στηρίζονται σε μένα. Προτού γίνει το συμβάν, βρισκόμουν έξι μήνες στην Ελλάδα και κατοικούσα με την οικογένεια του Άχμεντ Σάαντ και δεν είχα αρχίσει ακόμη δουλειά. Ξεκίνησα να δουλεύω περίπου ενάμιση χρόνο αφότου έφτασα στην Ελλάδα, σε ένα εργοστάσιο με ψάρια». Για την επίθεση που δέχθηκε το επίμαχο βράδυ είπε: «Εκείνο το βράδυ, είχε πολλή ζέστη, κοιμόμουν στην ταράτσα από τις 11.30 μμ. Κάποια στιγμή κάποιοι με χτύπησαν στο πόδι, στο γόνατο, δυο - τρεις φορές. Έβγαλα την κουβέρτα από το πρόσωπο. Είδα τέσσερα άτομα σε μια άκρη και άλλα μπροστά μου, δεν ξέρω πόσα... Περίπου 15-17 άτομα ήταν στην ταράτσα. Με χτυπούσαν στην αρχή 4-5 άτομα. ΄Ενας κρατούσε σίδερο, οι υπόλοιποι με χτυπούσαν με ξύλα. ΄Αρχισαν να με χτυπάνε όλοι, κάποιοι με τα πόδια και τα χέρια. Αυτός με το σίδερο με χτύπησε στο πρόσωπο πολλές φορές.. το πόδι μου έχει ακόμη πρόβλημα, δεν μπορώ να σταθώ όρθιος. Έχω λάμες στη γνάθο. ' Ολοι φορούσαν μαύρες μπλούζες. Δεν συγκράτησα χαρακτηριστικά, κοιμόμουν, ήταν σκοτάδι. Αυτός που μπορεί να ξέρει πως ήταν, είναι ο Άχμεντ, ο οποίος τους είδε όταν έσπασαν την πόρτα. Είχα πληγές και χτυπήματα σε όλο το σώμα, έκανα ράμματα. Έχασα τις αισθήσεις μου, δεν ήξερα αν ήταν βράδυ ή πρωί, στο νοσοκομείο απέκτησα πάλι συνείδηση. Ενώ με χτυπούσαν με βία άκουσα κάποιον να λέει "πάμε", ήταν απο τις 15 λέξεις που ήξερα τότε στα ελληνικά .Νόμιζαν ότι πέθανα γιατί ήμουν αιμόφυρτος και είχα χάσει τις αισθήσεις μου, σα να με είχαν ναρκώσει και γι αυτό έφυγαν..» Σύμφωνα με τον μάρτυρα παρέμεινε περίπου 18 ημέρες στο νοσοκομείο και μετά για περισσότερο από ένα μήνα έτρωγε με καλαμάκι: «τα κόκαλα στο πρόσωπό μου ήταν σπασμένα. Είχα πόνους στην κοιλιά μια εβδομάδα ολόκληρη και έξι - επτά μήνες υπέφερα.. Δεν μπορώ να δουλέψω κανονικά. Μια μέρα δουλεύω, τρεις μέρες κάθομαι. Πούλησα ένα οικόπεδο στην πατρίδα μου, για να μπορέσω να ζήσω, κι εγώ και τα παιδιά μου». Όπως κατέθεσε ο κ.Εμπάρακ, ο φίλος του ο Αχμεντ τού είπε πως μια μέρα πριν την επίθεση τον είχαν απειλήσει πως «θα σας σκοτώσουμε απόψε». Η εισαγγελέας της έδρας Αδαμαντία Οικονόμου τόνισε στον μάρτυρα ότι σε άλλη κατάθεσή του είχε πει ότι είχε ακούσει φασαρία πριν από την επίθεση. Ο μάρτυρας είπε πως όσα λέει τώρα στο Δικαστήριο είναι όσα έγιναν το επίμαχο βράδυ. Σε ερώτηση του κ.Τάκη Ζώτου, εκ των συνηγόρων των Αιγυπτίων από που γνωρίζει ότι ήταν Χρυσή Αυγή αυτοί που τον χτύπησαν, ο μάρτυρας απάντησε : τους ήξερε ο Άχμεντ και η γειτονιά, εγώ δεν ήξερα τότε τι ήταν Χρυσή Αυγή. Ο κ. Ζώτος επέδειξε φωτογραφίες από το σπίτι, στο οποίο έγινε η επίθεση, αλλά και του μάρτυρα ενόσω νοσηλευόταν. Βλέποντας τον χώρο, ο μάρτυρας είπε: «Αυτό είναι το αίμα μου.. χτυπούσαν συνέχεια» .