Latest News

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Εισβολή «Ρουβίκωνα» στο Γηροκομείο Πειραιά μετά τις εκδιώξεις τροφίμων λόγω τσιγάρου!


Εισβολή στο γηροκομείο Πειραιά πραγματοποίησαν μέλη του «Ρουβίκωνα», διαμαρτυρόμενα κατ’ αυτό τον τρόπο για την απόφαση της Μητρόπολης Πειραιά να εκδιώξει από το ίδρυμα όσους τρόφιμους...
καπνίζουν τσιγάρα.
 
Τα μέλη της αντιεξουσιαστικής ομάδας δηλώνουν σε ανάρτησή τους στο indymedia ότι απαιτούν «την ανάκληση των εγκληματικών εκδιώξεων τροφίμων του γηροκομείου λόγω καπνίσματος». Ταυτόχρονα ασκούν δριμεία κριτική στη μητρόπολη Πειραιά για την απόφαση που έλαβε, ενώ χαρακτηρίζουν ως «αποπροσανατολιστική» τη διαμάχη κυβέρνησης-εκκλησίας με αφορμή το μάθημα των θρησκευτικών.
 
Ολόκληρο το κείμενο παρέμβασης του «Ρουβίκωνα» αναφέρει τα εξής:
 
«Αυτές τις μέρες έχει ξεσπάσει μια σκιαμαχία που έβαλε το λιθαράκι της κι αυτή, μαζί με άλλες αντίστοιχες, στο να επισκιαστεί εντελώς το νέο πολυνομοσχέδιο και να δρομολογείται ο τελικός κύκλος ιδιωτικοποιήσεων μπροστά στα μάτια όλων χωρίς να το βλέπει κανένας. Η "σύγκρουση" της κυβέρνησης με την εκκλησία είναι ένα πυροτέχνημα, μια απάτη αριστοτεχνικά στημένη για να κινητοποιήσει αντανακλαστικά ένθεν και ένθεν και να αποπροσανατολίσει. Στην πραγματικότητα το κράτος, ειδικά το ελληνικό κράτος, είναι οσμωμένο με την εκκλησιαστική ιεραρχία και ο Σύριζα σφύζει (και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς) από καθεστωτικό ρεαλισμό.
 
Δεν είναι μόνο το τμήμα του πλούτου και μέσων παραγωγής που αρμέγεται απο την εργασία για να μοιραστεί στο εκκλησιαστικό πεδίο. Ούτε μόνο οι βουλευτές που εκλέγει, ούτε μόνο το πόδι σε υπουργεία όπως το παιδείας ή τα νταραβέρια με το κεφάλαιο. Είναι ο ρόλος της στον κοινωνικό ιστό.
 
Έχοντας την δυνατότητα να έχει παράλληλα έλεγχο σε σημεία  της κορυφής και της βάσης της κοινωνίας διεκδικεί και αναλαμβάνει ολόκληρα τμήματα του δημόσιου που στα αστικά κράτη αναλαμβάνει κανονικά το κοσμικό κράτος , διασφαλίζοντας την  πρόσβαση της σε κοινωνικά στρώματα-πελάτες. Η εκκλησία διεκδικεί εξουσία στη νεολαία, στους  άρρωστους και στους φυλακισμένους, και περισσότερο από όλα στην "τρίτη ηλικία".
 
Ένα μεγάλο μέρος της ελάχιστης δημόσιας φροντίδας στα γερασμένα άλογα του καπιταλισμού το έχουν στα χέρια τους οι παπάδες. Και η φιλανθρωπία και η ελεημοσύνη, ειδικά όταν γίνεται από μεγάλους εξουσιαστικούς μηχανισμούς, κοστίζει πανάκριβα.
 
Ενα μικρό μέρος των πόρων που εξαφανίζει η εκκλησία, άμεσα και μέσω του κράτους,  γίνεται το βασικό αφήγημα αυτοεπιβεβαίωσής  της. Το "φιλανθρωπικό έργο" έχει πληρωθεί πολλαπλάσια. Κι επιπλέον το "φιλανθρωπικό έργο"  είναι το καλύτερο μεγάφωνο για την αντιδραστική ηθική της, για την προώθηση του εθνικισμού και της ξενοφοβίας, για όλα αυτά που της δίνουν στίγμα στο καθεστωτικό πολιτικό φάσμα.
 
Πριν λίγες μέρες, στην κανονικότητα εκτός κεντρικού πολιτικού σκηνικού, το γηροκομείο Πειραιά, που ανήκει στη μητρόπολη Πειραιά έβγαλε μια ανακοίνωση με την οποία απειλεί να πετάξει έξω όποιον τρόφιμο συλληφθεί να καπνίζει  και εκτός των χώρων του γηροκομείου. Ας αναλογιστούμε τόσο τις συνέπειες  όσο και την φύση της απειλής. Μιλάμε για άπορους γέροντες πολλοί εκ των οποίων άρρωστοι.
 
Το σιδερένιο χέρι της "ελεημοσύνης" εφαρμόζει τον νόμο του.  Και τον εφαρμόζει στους πιο αδύνατους από το πιο αδύνατο κοινωνικό στρώμα. Αυτούς που το κεφάλαιο (όχι μόνο ως σύστημα αλλά και ως κοινωνική σχέση), μόλις περνά η ημερομηνία λήξης τους, ενοχλείται και που τους βλέπει. Δεν έχει υπάρξει κοινωνία στο παρελθόν που να επιφύλαξε αυτό το ρόλο για τους γέροντες και τις γερόντισσες. Όσοι δεν έχουν σύνταξη να ταΐσουν την οικογένεια ανέργων, συχνά καταλήγουν σε ιδρύματα αυτού του τύπου. Και γίνονται υπήκοοι  της εκκλησιαστικής επικράτειας.
 
Από τη μεριά μας ως αναρχική συλλογικότητα, η σημερινή μας παρέμβαση είναι μια ελάχιστη πράξη αλληλεγγύης προς αυτό το κοινωνικό στρώμα με τις τεράστιες ανάγκες. Η απάντηση στα ζητήματα της δημόσιας πρόνοιας, ανήκει στην μεγάλη πλειοψηφία, στην ίδια την κοινωνική βάση,  στις τοπικές και εργασιακές αυτοοργανωμένες δομές που δίνουν στρατηγικούς αγώνες και ανακτούν τμήματα του δημόσιου. Δομές που σήμερα, με λίγες εξαιρέσεις δεν υπάρχουν.
 
Το κράτος, και η εκκλησία μέσα του, καλύπτει κενά που αφήνει η κοινωνική βάση. Οι όροι και το κόστος αυτής της κάλυψης είναι ορατά στον καθένα και την καθεμιά.
 
Το σύστημα κυριαρχίας κράτους κ κεφαλαίου έχει δημιουργήσει μια κλιμακούμενη δυστοπία που στα άκρα της βρίσκονται τα γερασμένα άλογα της εκμετάλλευσης.  Αυτοί/ες  που πάντοτε (ακόμα και με αντιδραστικούς όρους) ανά τους αιώνες είχαν ζωτικό κοινωνικό ρόλο. Η ριζική οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική ανατροπή που ευαγγελιζόμαστε ως αναρχικοί θα δώσει τη δύναμη και τον ρόλο που κλάπηκε από ολόκληρα κοινωνικά στρώματα, θα φέρει ξανά τους ζωντανούς με τους ζωντανούς.
 
Εως τότε η  κατάσταση και σε αυτό το θέμα θα χειροτερεύει. Οι προειδοποιήσεις είναι πως σε μερικές δεκαετίες η "τρίτη ηλικία" θα είναι πλειοψηφία. Η λύση που προτάσσεται είναι να πάει μακρύτερα η ημερομηνία λήξης (απόσυρσης από την εργασία) και να επιταχυνθεί προφανώς η απόσυρση από τη ζωή με ελαχιστοποίηση των συντάξεων και πλήρη ιδιωτικοποίηση της υγείας.
 
Χρυσές δουλειές μπορεί να κάνει η εκκλησία, και θα τις κάνει αν επιτρέψουμε τη επέλαση της δυστοπίας που έχει ήδη αρχίσει.
 
Επαναλαμβάνουμε, είναι υπόθεση της κοινωνικής βάσης και ο αγώνας και η ανάκτηση του δημοσίου από τις δυνάμεις του κράτους και της αγοράς. Ο αντίπαλος είναι απέναντι, και κάποια κομμάτια του φοράνε ράσα. Κι ας μην περιμένει κανείς πως κανένα κράτος στην Ελλάδα, ούτε φιλελεύθερο ούτε καν  αριστερό θα αυτοακρωτηριαστεί διαχωριζόμενο από την εκκλησία. Απλά η καθεστωτική αριστερά μπορεί ευκολότερα (λόγω είδους  ψηφοφόρων...) να ανοίξει καυγάδες με τους ρασοφόρους. Ας μην τους ακούει κανείς,  όταν το κάνουν είναι πάντα για άλλους λόγους, όπως ακριβώς συμβαίνει τώρα με τον σύριζα.
 
Ας πιστεύει ο καθένας ότι θέλει για την μετά θάνατον ζωή, είναι δικαίωμά του, όπως και η πίστη σε σωτήρες σε αυτή τη ζωή.
 
Το να βρίσκονται όμως υπό τέτοια εξουσία οι πιο αδύναμοι από το πιο αδύναμο κοινωνικό στρώμα της δικής μας κοινωνικής και ταξικής θέσης, είναι ακόμα μία συλλογική ντροπή που πρέπει κάποτε να αποτινάξουμε».