«Τίποτα δεν συγκρίνεται με τα χέρια σου. Τίποτα με το χρυσοπράσινο των ματιών σου. Το σώμα μου γεμίζει με...
εσένα μέρες», έγραφε κάποτε σε εύθραυστα επιστολόχαρτα, γεμάτη πάθος, λυρισμό και διάχυτη ερωτική φλόγα η διάσημη ζωγράφος Φρίντα Κάλο προς τοn μεγάλο έρωτά της, επίσης ζωγράφο, Ντιέγκο Ριβέρα. Αλλά αυτά, «κάποτε».
Σήμερα, δεν έχουν αλλάξει μόνο τα επιστολόχαρτα, τα οποία έχουν κυριολεκτικά εξαφανιστεί μπροστά στην... επέλαση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και των tablets, στην πραγματικότητα έχουν αλλάξει τα πάντα! Ακόμα και η επιθυμία και ο τρόπος που εκφράζουμε και επικοινωνούμε τον έρωτά μας ή ο τρόπος που διεγειρόμαστε και κάνουμε σεξ.
Θα τολμούσαμε μάλιστα να πούμε ότι, ενώ υποτίθεται πως στον 21ο αιώνα τα πάντα είναι ελεύθερα και πιο διαθέσιμα από ποτέ, στην ιστορία αυτού του πλανήτη η σεξουαλική επικοινωνία και ο οργασμός δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να βρουν τον δρόμο τους. Κυρίως σε ό,τι αφορά το γυναικείο φύλο.
Ερευνες μάλιστα καταδεικνύουν ότι τα κίνητρα για σεξουαλική επαφή μπορεί να είναι διαφορετικά για τις γυναίκες που αντιμετωπίζουν σεξουαλικές δυσλειτουργίες σε σύγκριση με όσες δεν έχουν κάποιο σεξουαλικό πρόβλημα. Εκτιμάται ότι το 16%-63% των γυναικών αναφέρουν προβλήματα σεξουαλικής φύσεως, με την έλλειψη ενδιαφέροντος και ερωτικής επιθυμίας να είναι η πιο συχνά αναφερόμενη ανησυχία, που ακολουθείται από αδυναμία να φτάσουν σε οργασμό. Μάλιστα θεωρείται ότι υπάρχει συσχέτιση μεταξύ των σεξουαλικών κινήτρων και της σεξουαλικής δυσλειτουργίας.
Για να γίνει πιο ξεκάθαρη αυτή η συσχέτιση, είναι σημαντικό να καταλάβουμε καλύτερα τα γυναικεία κίνητρα για ερωτική επαφή και πώς αυτά μπορεί να διαφέρουν ανάμεσα στις γυναίκες με και χωρίς σεξουαλικά προβλήματα. Οι γυναίκες εμπλέκονται σε σεξουαλικές δραστηριότητες για διάφορους λόγους πέρα από τη σωματική σεξουαλική επιθυμία ή την απελευθέρωση της σεξουαλικής έντασης. Για παράδειγμα, μπορεί να έρθουν σε ερωτική επαφή με τον σύντροφό τους για να έχουν στη συνέχεια θετικά αποτελέσματα στη σχέση τους ή για να αποφύγουν άλλα αρνητικά, όπως διαμάχη, ακόμη και φόβο ότι ο σύντροφός τους θα χάσει την επιθυμία που αισθάνεται για εκείνες και θα τις εγκαταλείψει.
Οι λόγοι για τους οποίους οι λειτουργικές γυναίκες, δηλαδή εκείνες που δεν αντιμετωπίζουν κανενός είδους σεξουαλικό πρόβλημα, συμμετέχουν σε ερωτικές πράξεις είναι κυρίως σωματικοί. Συγκεκριμένα, τέτοιοι λόγοι είναι η εσωτερική εγγενής αξία της ίδιας της σεξουαλικής δραστηριότητας και η συναισθηματική εγγύτητα.
Αντιθέτως, όσες πάσχουν από κάποια σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να αντιμετωπίζουν σεξουαλικό πόνο, χαμηλή επιθυμία/διέγερση, ανοργασμικότητα και χαμηλή ικανοποίηση, χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τη δυνατότητά τους να ευχαριστιούνται τις σωματικές πτυχές της επαφής. Ετσι, η συνεχής δέσμευση των γυναικών σε σεξουαλικές συμπεριφορές παρά τις σεξουαλικές τους ανησυχίες εξηγείται από μη σεξουαλικούς στόχους, ανταμοιβές και συναισθηματικά κίνητρα, όπως η οικειότητα/εγγύτητα, η ενίσχυση της αυτοεκτίμησης ή η σωματική ικανοποίηση.
Το πιο βασικό κίνητρο των γυναικών με σεξουαλικές διαταραχές για να εμπλακούν σε ερωτικές δραστηριότητες είναι η ανασφάλεια. Συγκεκριμένα, εκείνες που έχουν χαμηλή επιθυμία είναι λιγότερο πιθανό να έχουν συναισθηματικούς και σωματικούς λόγους για σεξουαλική επαφή, ενώ νιώθουν ενοχές που αρνούνται τις σεξουαλικές προτάσεις του συντρόφου τους. Από την άλλη, εκείνες που αντιμετωπίζουν προβλήματα οργασμού είναι πιο πιθανό να έρθουν σε επαφή για λόγους ανασφάλειας (επιβεβαίωση) αλλά και σωματικής ανάγκης. Το τελευταίο συμβαίνει, καθώς η έλλειψη της οργασμικής εμπειρίας δεν αναιρεί, ούτε μειώνει την ερωτική τους επιθυμία, αφού πολλές σωματικές συμπεριφορές που εμπεριέχονται στην ερωτική επαφή μπορούν να προσφέρουν μεγάλη σωματική απόλαυση. Μάλιστα οι γυναίκες αναφέρουν ότι ο οργασμός είναι λιγότερο σημαντικός για τη συνολική τους ευχαρίστηση, αλλά σημειώνουν ότι αισθάνονται πίεση να επιτύχουν οργασμό, που τους επιβάλλεται από τον σύντροφό τους (ανασφάλεια - αναγκαιότητα του συντρόφου).
Η συμμετοχή λόγω των κινήτρων ανασφάλειας μπορεί να αντικατοπτρίζει την επιθυμία να κάνουν σεξ για να ικανοποιήσουν σε μεγαλύτερο βαθμό τον σύντροφό τους απ’ ό,τι τον ίδιο τους τον εαυτό (τον οποίο μάλλον παραμερίζουν και θέτουν σε χαμηλή προτεραιότητα) και να επικυρώσουν τις προσπάθειές τους για ανάπτυξη οικειότητας. Ενδέχεται επίσης η σεξουαλική τους συμπεριφορά να αντικατοπτρίζει την ανάγκη να επιβεβαιώσουν ότι ο σύντροφός τους είναι ακόμα αφοσιωμένος στη σχέση.
Γενικότερα, οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους διαταραχές έχουν συνήθως μεγαλύτερη ανάγκη να αισθάνονται ελκυστικές, να νιώθουν ότι αγαπιούνται και ότι ο σύντροφός τους τις ποθεί (σεξουαλική προσδοκία). Ετσι μπορεί να επιδιώκουν μέσω της σεξουαλικής δραστηριότητας την ενίσχυση της αυτοεκτίμησής τους.
Συμπερασματικά, βλέπουμε ξεκάθαρα ότι τα κίνητρα για ερωτική επαφή των γυναικών με και χωρίς σεξουαλικά προβλήματα διαφέρουν. Εκείνες που είναι λειτουργικές και δεν αντιμετωπίζουν καμία σεξουαλική διαταραχή φαίνεται να εμπλέκονται σε σεξουαλικές δραστηριότητες κυρίως για σωματικές αιτίες.
Αντίθετα, όσες έχουν κάποια δυσλειτουργία έρχονται σε ερωτική επαφή παρά τις ανησυχίες τους για τη σεξουαλική τους λειτουργικότητα, αφού επιδιώκουν μέσω αυτής της πράξης να καλύψουν τα κενά και την ανασφάλειά τους και να πετύχουν πολλαπλούς σεξουαλικούς ή συναισθηματικούς στόχους.
Ανεξάρτητα από την κατάσταση της σεξουαλικής τους δραστηριότητας ενδέχεται να αισθάνονται περισσότερο υπεύθυνες για την ικανοποίηση του συντρόφου τους παρά για τις δικές τους ανάγκες. Αυτό το συναίσθημα ίσως ενισχύεται στις γυναίκες με σεξουαλικές ανησυχίες, οδηγώντας τις στο να συμμετέχουν σε σεξουαλικές δραστηριότητες ακόμη και όταν δεν το επιθυμούν. Παρομοίως, κάποιες γυναίκες μπορεί να κάνουν σεξ επειδή αισθάνονται το χρέος ή την πίεση να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του συντρόφου τους - ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που φοβούνται ότι θα τον χάσουν ή θα αναζητήσει αυτό που δεν του προσφέρεται αλλού.
Μπορεί κάτι τέτοιο να ακούγεται φοβερά αναχρονιστικό, ακόμα και θλιβερό.
Το να υπομένει δηλαδή μια γυναίκα το σεξ για κίνητρα που δεν έχουν καμία σχέση με την προσωπική ή τη συντροφική ευχαρίστηση και απόλαυση πρόκειται για μια κατάσταση που συμβαίνει ακόμα και στις μέρες μας, στον 21ο αιώνα. Υπό αυτή την έννοια, το εκρηκτικό πάθος της Φρίντα Κάλο ή της Σιμόν ντε Μπoβουάρ προς τον Ζαν-Πολ Σαρτρ ίσως να ήταν πολύ καλά παραδείγματα στις μέρες μας...
Από τον δρα Θάνο Ε. Ασκητή
νευρολόγο-ψυχίατρο, πρόεδρο του Ινστιτούτου
Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας
Θα τολμούσαμε μάλιστα να πούμε ότι, ενώ υποτίθεται πως στον 21ο αιώνα τα πάντα είναι ελεύθερα και πιο διαθέσιμα από ποτέ, στην ιστορία αυτού του πλανήτη η σεξουαλική επικοινωνία και ο οργασμός δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να βρουν τον δρόμο τους. Κυρίως σε ό,τι αφορά το γυναικείο φύλο.
Ερευνες μάλιστα καταδεικνύουν ότι τα κίνητρα για σεξουαλική επαφή μπορεί να είναι διαφορετικά για τις γυναίκες που αντιμετωπίζουν σεξουαλικές δυσλειτουργίες σε σύγκριση με όσες δεν έχουν κάποιο σεξουαλικό πρόβλημα. Εκτιμάται ότι το 16%-63% των γυναικών αναφέρουν προβλήματα σεξουαλικής φύσεως, με την έλλειψη ενδιαφέροντος και ερωτικής επιθυμίας να είναι η πιο συχνά αναφερόμενη ανησυχία, που ακολουθείται από αδυναμία να φτάσουν σε οργασμό. Μάλιστα θεωρείται ότι υπάρχει συσχέτιση μεταξύ των σεξουαλικών κινήτρων και της σεξουαλικής δυσλειτουργίας.
Για να γίνει πιο ξεκάθαρη αυτή η συσχέτιση, είναι σημαντικό να καταλάβουμε καλύτερα τα γυναικεία κίνητρα για ερωτική επαφή και πώς αυτά μπορεί να διαφέρουν ανάμεσα στις γυναίκες με και χωρίς σεξουαλικά προβλήματα. Οι γυναίκες εμπλέκονται σε σεξουαλικές δραστηριότητες για διάφορους λόγους πέρα από τη σωματική σεξουαλική επιθυμία ή την απελευθέρωση της σεξουαλικής έντασης. Για παράδειγμα, μπορεί να έρθουν σε ερωτική επαφή με τον σύντροφό τους για να έχουν στη συνέχεια θετικά αποτελέσματα στη σχέση τους ή για να αποφύγουν άλλα αρνητικά, όπως διαμάχη, ακόμη και φόβο ότι ο σύντροφός τους θα χάσει την επιθυμία που αισθάνεται για εκείνες και θα τις εγκαταλείψει.
Οι λόγοι για τους οποίους οι λειτουργικές γυναίκες, δηλαδή εκείνες που δεν αντιμετωπίζουν κανενός είδους σεξουαλικό πρόβλημα, συμμετέχουν σε ερωτικές πράξεις είναι κυρίως σωματικοί. Συγκεκριμένα, τέτοιοι λόγοι είναι η εσωτερική εγγενής αξία της ίδιας της σεξουαλικής δραστηριότητας και η συναισθηματική εγγύτητα.
Αντιθέτως, όσες πάσχουν από κάποια σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να αντιμετωπίζουν σεξουαλικό πόνο, χαμηλή επιθυμία/διέγερση, ανοργασμικότητα και χαμηλή ικανοποίηση, χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τη δυνατότητά τους να ευχαριστιούνται τις σωματικές πτυχές της επαφής. Ετσι, η συνεχής δέσμευση των γυναικών σε σεξουαλικές συμπεριφορές παρά τις σεξουαλικές τους ανησυχίες εξηγείται από μη σεξουαλικούς στόχους, ανταμοιβές και συναισθηματικά κίνητρα, όπως η οικειότητα/εγγύτητα, η ενίσχυση της αυτοεκτίμησης ή η σωματική ικανοποίηση.
Το πιο βασικό κίνητρο των γυναικών με σεξουαλικές διαταραχές για να εμπλακούν σε ερωτικές δραστηριότητες είναι η ανασφάλεια. Συγκεκριμένα, εκείνες που έχουν χαμηλή επιθυμία είναι λιγότερο πιθανό να έχουν συναισθηματικούς και σωματικούς λόγους για σεξουαλική επαφή, ενώ νιώθουν ενοχές που αρνούνται τις σεξουαλικές προτάσεις του συντρόφου τους. Από την άλλη, εκείνες που αντιμετωπίζουν προβλήματα οργασμού είναι πιο πιθανό να έρθουν σε επαφή για λόγους ανασφάλειας (επιβεβαίωση) αλλά και σωματικής ανάγκης. Το τελευταίο συμβαίνει, καθώς η έλλειψη της οργασμικής εμπειρίας δεν αναιρεί, ούτε μειώνει την ερωτική τους επιθυμία, αφού πολλές σωματικές συμπεριφορές που εμπεριέχονται στην ερωτική επαφή μπορούν να προσφέρουν μεγάλη σωματική απόλαυση. Μάλιστα οι γυναίκες αναφέρουν ότι ο οργασμός είναι λιγότερο σημαντικός για τη συνολική τους ευχαρίστηση, αλλά σημειώνουν ότι αισθάνονται πίεση να επιτύχουν οργασμό, που τους επιβάλλεται από τον σύντροφό τους (ανασφάλεια - αναγκαιότητα του συντρόφου).
Η συμμετοχή λόγω των κινήτρων ανασφάλειας μπορεί να αντικατοπτρίζει την επιθυμία να κάνουν σεξ για να ικανοποιήσουν σε μεγαλύτερο βαθμό τον σύντροφό τους απ’ ό,τι τον ίδιο τους τον εαυτό (τον οποίο μάλλον παραμερίζουν και θέτουν σε χαμηλή προτεραιότητα) και να επικυρώσουν τις προσπάθειές τους για ανάπτυξη οικειότητας. Ενδέχεται επίσης η σεξουαλική τους συμπεριφορά να αντικατοπτρίζει την ανάγκη να επιβεβαιώσουν ότι ο σύντροφός τους είναι ακόμα αφοσιωμένος στη σχέση.
Γενικότερα, οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους διαταραχές έχουν συνήθως μεγαλύτερη ανάγκη να αισθάνονται ελκυστικές, να νιώθουν ότι αγαπιούνται και ότι ο σύντροφός τους τις ποθεί (σεξουαλική προσδοκία). Ετσι μπορεί να επιδιώκουν μέσω της σεξουαλικής δραστηριότητας την ενίσχυση της αυτοεκτίμησής τους.
Συμπερασματικά, βλέπουμε ξεκάθαρα ότι τα κίνητρα για ερωτική επαφή των γυναικών με και χωρίς σεξουαλικά προβλήματα διαφέρουν. Εκείνες που είναι λειτουργικές και δεν αντιμετωπίζουν καμία σεξουαλική διαταραχή φαίνεται να εμπλέκονται σε σεξουαλικές δραστηριότητες κυρίως για σωματικές αιτίες.
Αντίθετα, όσες έχουν κάποια δυσλειτουργία έρχονται σε ερωτική επαφή παρά τις ανησυχίες τους για τη σεξουαλική τους λειτουργικότητα, αφού επιδιώκουν μέσω αυτής της πράξης να καλύψουν τα κενά και την ανασφάλειά τους και να πετύχουν πολλαπλούς σεξουαλικούς ή συναισθηματικούς στόχους.
Ανεξάρτητα από την κατάσταση της σεξουαλικής τους δραστηριότητας ενδέχεται να αισθάνονται περισσότερο υπεύθυνες για την ικανοποίηση του συντρόφου τους παρά για τις δικές τους ανάγκες. Αυτό το συναίσθημα ίσως ενισχύεται στις γυναίκες με σεξουαλικές ανησυχίες, οδηγώντας τις στο να συμμετέχουν σε σεξουαλικές δραστηριότητες ακόμη και όταν δεν το επιθυμούν. Παρομοίως, κάποιες γυναίκες μπορεί να κάνουν σεξ επειδή αισθάνονται το χρέος ή την πίεση να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του συντρόφου τους - ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που φοβούνται ότι θα τον χάσουν ή θα αναζητήσει αυτό που δεν του προσφέρεται αλλού.
Μπορεί κάτι τέτοιο να ακούγεται φοβερά αναχρονιστικό, ακόμα και θλιβερό.
Το να υπομένει δηλαδή μια γυναίκα το σεξ για κίνητρα που δεν έχουν καμία σχέση με την προσωπική ή τη συντροφική ευχαρίστηση και απόλαυση πρόκειται για μια κατάσταση που συμβαίνει ακόμα και στις μέρες μας, στον 21ο αιώνα. Υπό αυτή την έννοια, το εκρηκτικό πάθος της Φρίντα Κάλο ή της Σιμόν ντε Μπoβουάρ προς τον Ζαν-Πολ Σαρτρ ίσως να ήταν πολύ καλά παραδείγματα στις μέρες μας...
Από τον δρα Θάνο Ε. Ασκητή
νευρολόγο-ψυχίατρο, πρόεδρο του Ινστιτούτου
Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας