Μια εγκεφαλική πρωτεΐνη ενδεχομένως
να δίνει τη λύση στην προσπάθεια επιβράδυνσης της εξέλιξης της νόσου
Αλτσχάιμερ, υποστηρίζουν ...
αμερικανοί ερευνητές σε άρθρο τους στο επιστημονικό έντυπο Neurology.
Μάλιστα, πιστεύουν ότι η ενίσχυση των επιπέδων της πρωτεΐνης στον οργανισμό είναι εύκολη υπόθεση, με αύξηση της σωματικής δραστηριότητας και της κοινωνικής αλληλεπίδρασης.
Η πρωτεΐνη κωδικοποιείται από το γονίδιο BDNF (εγκεφαλικός νευροτροφικός παράγοντας) και οι ερευνητές του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Rush στο Σικάγο διαπίστωσαν ότι οι ηλικιωμένοι με τα υψηλότερα επίπεδα λειτουργίας του BDNF είχαν 50% λιγότερη απώλεια μνήμης και σκέψης, συγκριτικά με συνομηλίκους τους με τα χαμηλότερα επίπεδα.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι το BDNF είχε προστατευτική δράση παρά την ύπαρξη των χαρακτηριστικών εγκεφαλικών αλλοιώσεων της νόσου Αλτσχάιμερ.
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Δρ Αρον Μπουσμαν, καθηγητή στο τμήμα Νευρολογικών Επιστημόνων του αμερικανικού πανεπιστημίου, μελέτησαν την επίδραση του BDNF σε δείγμα 535 ατόμων, κατά μέσο όρο 81 ετών, μέχρι την αποβίωσή τους.
Σε μια περίοδο έξι ετών, οι ερευνητές έλεγχαν ετησίως τις γνωστικές ικανότητες των συμμετεχόντων. Μετά θάνατον, εξέτασαν και τα επίπεδα του BDNF στον εγκέφαλο τους. Συνέκριναν εν συνεχεία τα αποτελέσματα των δύο μετρήσεων για να δουν πως τα επίπεδα του BDNF σχετίζονται με την εξασθένησης της μνήμης και της σκέψης.
Ακόμα και τα άτομα με τις περισσότερες αμυλοειδείς πλάκες στον εγκέφαλο, αλλά με τα υψηλότερα επίπεδα του BDNF είχαν βραδύτερη πνευματική εξασθένηση συγκριτικά με εκείνους που είχαν τα ελάχιστα επίπεδα BDNF.
«Η μελέτη αναδεικνύει μια τελείως διαφορετική οδό στην προσέγγιση της γήρανσης. Παραδοσιακά η έρευνα έχει επικεντρωθεί στην θεραπεία των συμπτωμάτων που χαρακτηρίζουν τη νόσο Αλτσχάιμερ. Δυστυχώς, χωρίς σημαντικά αποτελέσματα. Εμείς προτείνουμε να επικεντρωθούμε σε τρόπους αύξησης των επιπέδων του BDNF στον εγκέφαλο. Ίσως έτσι να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε και να επιβραδύνουμε την γνωστική εξασθένηση, ακόμα και αν δεν μπορούμε να εξαλείψουμε την παθολογία της νόσου από τον εγκέφαλο» εξηγεί ο Δρ Μπουσμαν.
Προς το παρόν δεν είναι γνωστό γιατί κάποιος εκ φύσεως μπορεί να έχει αυξημένα επίπεδα BDNF και κάποιος άλλος όχι. Ωστόσο, μελέτες έχουν δείξει ότι όσοι έχουν έναν σκοπό στη ζωής τους, έντονη κοινωνική αλληλεπίδραση, είναι μορφωμένοι και αθλούνται, ενισχύουν τα επίπεδα του BDNF και μπορεί να είναι προστατευμένοι από τη νόσο Αλτσχάιμερ.
«Το επόμενο βήμα θα είναι να βρούμε τρόπο να αυξήσουμε τα επίπεδα του BDNF. Ίσως με κάποιο φάρμακο ή με αλλαγή του τρόπου ζωής μας. Ωστόσο, δεν γνωρίζουμε σε ποια ηλικιακή φάση πρέπει να κάνουμε την αλλαγή αυτή ή τι άλλες επιδράσεις θα έχει μια φαρμακευτική αγωγή στον οργανισμό μας» καταλήγει ο ερευνητής.
αμερικανοί ερευνητές σε άρθρο τους στο επιστημονικό έντυπο Neurology.
Μάλιστα, πιστεύουν ότι η ενίσχυση των επιπέδων της πρωτεΐνης στον οργανισμό είναι εύκολη υπόθεση, με αύξηση της σωματικής δραστηριότητας και της κοινωνικής αλληλεπίδρασης.
Η πρωτεΐνη κωδικοποιείται από το γονίδιο BDNF (εγκεφαλικός νευροτροφικός παράγοντας) και οι ερευνητές του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Rush στο Σικάγο διαπίστωσαν ότι οι ηλικιωμένοι με τα υψηλότερα επίπεδα λειτουργίας του BDNF είχαν 50% λιγότερη απώλεια μνήμης και σκέψης, συγκριτικά με συνομηλίκους τους με τα χαμηλότερα επίπεδα.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι το BDNF είχε προστατευτική δράση παρά την ύπαρξη των χαρακτηριστικών εγκεφαλικών αλλοιώσεων της νόσου Αλτσχάιμερ.
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Δρ Αρον Μπουσμαν, καθηγητή στο τμήμα Νευρολογικών Επιστημόνων του αμερικανικού πανεπιστημίου, μελέτησαν την επίδραση του BDNF σε δείγμα 535 ατόμων, κατά μέσο όρο 81 ετών, μέχρι την αποβίωσή τους.
Σε μια περίοδο έξι ετών, οι ερευνητές έλεγχαν ετησίως τις γνωστικές ικανότητες των συμμετεχόντων. Μετά θάνατον, εξέτασαν και τα επίπεδα του BDNF στον εγκέφαλο τους. Συνέκριναν εν συνεχεία τα αποτελέσματα των δύο μετρήσεων για να δουν πως τα επίπεδα του BDNF σχετίζονται με την εξασθένησης της μνήμης και της σκέψης.
Ακόμα και τα άτομα με τις περισσότερες αμυλοειδείς πλάκες στον εγκέφαλο, αλλά με τα υψηλότερα επίπεδα του BDNF είχαν βραδύτερη πνευματική εξασθένηση συγκριτικά με εκείνους που είχαν τα ελάχιστα επίπεδα BDNF.
«Η μελέτη αναδεικνύει μια τελείως διαφορετική οδό στην προσέγγιση της γήρανσης. Παραδοσιακά η έρευνα έχει επικεντρωθεί στην θεραπεία των συμπτωμάτων που χαρακτηρίζουν τη νόσο Αλτσχάιμερ. Δυστυχώς, χωρίς σημαντικά αποτελέσματα. Εμείς προτείνουμε να επικεντρωθούμε σε τρόπους αύξησης των επιπέδων του BDNF στον εγκέφαλο. Ίσως έτσι να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε και να επιβραδύνουμε την γνωστική εξασθένηση, ακόμα και αν δεν μπορούμε να εξαλείψουμε την παθολογία της νόσου από τον εγκέφαλο» εξηγεί ο Δρ Μπουσμαν.
Προς το παρόν δεν είναι γνωστό γιατί κάποιος εκ φύσεως μπορεί να έχει αυξημένα επίπεδα BDNF και κάποιος άλλος όχι. Ωστόσο, μελέτες έχουν δείξει ότι όσοι έχουν έναν σκοπό στη ζωής τους, έντονη κοινωνική αλληλεπίδραση, είναι μορφωμένοι και αθλούνται, ενισχύουν τα επίπεδα του BDNF και μπορεί να είναι προστατευμένοι από τη νόσο Αλτσχάιμερ.
«Το επόμενο βήμα θα είναι να βρούμε τρόπο να αυξήσουμε τα επίπεδα του BDNF. Ίσως με κάποιο φάρμακο ή με αλλαγή του τρόπου ζωής μας. Ωστόσο, δεν γνωρίζουμε σε ποια ηλικιακή φάση πρέπει να κάνουμε την αλλαγή αυτή ή τι άλλες επιδράσεις θα έχει μια φαρμακευτική αγωγή στον οργανισμό μας» καταλήγει ο ερευνητής.