Η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων από τη μητέρα κατά το δεύτερο ή τρίτο τρίμηνο της κύησης διπλασιάζει τον κίνδυνο εκδήλωσης αυτισμού στα παιδιά, σύμφωνα με καναδική μελέτη που δημοσιεύεται στο...
επιστημονικό έντυπο JAMA Pediatrics.
Οι ερευνητές σπεύδουν πάντως να σημειώσουν ότι ο απόλυτος κίνδυνος αυτισμού είναι μικρός, καθώς αφορά περίπου το 1% των παιδιών. Από την άλλη, η λήψη αντικαταθλιπτικών στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης δεν φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο.
Στο παρελθόν μελέτες είχαν δείξει ότι τόσο γενετικοί παράγοντες, όσο και περιβαλλοντικοί, μπορεί να συμβάλουν στην εκδήλωση αυτισμού στο παιδί.
Οι ερευνητές της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ, με επικεφαλής την καθηγήτρια πιδημιολογίας Ανίκ Μπεράρ, μελέτησαν στοιχεία για περίπου 145.500 εγκυμοσύνες και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η χρήση αντικαταθλιπτικών από τη μητέρα αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα τοπαιδί να διαγνωστεί με αυτισμό έως την ηλικία των επτά ετών, ιδίως αν επρόκειτο για χρήση επιλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI), οπότε ο κίνδυνος υπερδιπλασιάζεται.
Ο κίνδυνος αυτισμό στους απογόνους τετραπλασιαζόταν αν η μητέρα έπαιρνε περισσότερα από ένα αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι η κατάθλιψη της μητέρα γενικά συνδεόταν με την εμφάνιση αυτισμού στο παιδί, κατά 20%, ενώ στην περίπτωση της αντικαταθλιπτικής αγωγής, που παρεμβαίνει στην εγκεφαλική ανάπτυξη του εμβρύου, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος.
Τα ευρήματα αξιολογήθηκαν ως ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό εγκύων (6% - 10%) παίρνει αντικαταθλιπτικά. Παράλληλα, έχει αυξηθεί αισθητά το ποσοστό των παιδιών με αυτισμό (από τέσσερα ανά 10.000 το 1966 σε 100 ανά 10.000 σήμερα). Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η κατάθλιψη θα είναι η δεύτερη κυριότερη αιτία θανάτου έως το 2020.
«Είναι βιολογικά εξηγήσιμο ότι τα αντικαταθλιπτικά προκαλούν αυτισμό, αν χρησιμοποιούνται στη διάρκεια της ανάπτυξης του εγκεφάλου του εμβρύου, καθώς η σεροτονίνη εμπλέκεται σε πληθώρα αναπτυξιακών διαδικασιών πριν και μετά τη γέννα, όπως στη διαίρεση των κυττάρων και στη δημιουργία συνδέσμων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων. Οι SSRI, που αναστέλλουν τη σεροτονίνη, μπορεί να έχουν αρνητική επίπτωση στην ικανότητα του παιδικού εγκεφάλου να αναπτυχθεί πλήρως», εξηγεί η Δρ Μπεράρ.
Σπεύδει πάντως να τονίσει ότι τα ευρήματα της νέας μελέτης δεν σημαίνουν ότι μια έγκυος με κατάθλιψη δεν πρέπει να υποβάλλεται σε θεραπεία, «απλώς τα αντικαταθλιπτικά χάπια δεν είναι κατ' ανάγκη η ενδεδειγμένη λύση (ιδίως αν η κατάθλίψη δεν είναι βαριά) και, αντ' αυτής, θα έπρεπε να αναζητήσει εναλλακτικές, όπως η ψυχοθεραπεία και η σωματική άσκηση».
Άλλοι όμως ειδικοί, σύμφωνα με το Science, δήλωσαν ότι η καναδική μελέτη περιέχει σφάλματα και θα προκαλέσει αδικαιολόγητο πανικό στις γυναίκες. Μεταξύ άλλων, υποστηρίζουν ότι για την αύξηση του κινδύνου για αυτισμό δεν ευθύνονται τα αντικαταθλιπτικά, αλλά η σοβαρότητα της κατάθλιψης ορισμένων εγκύων.
Πρόκειται για μια παλιά επιστημονική διαμάχη σχετικά με την ασφάλεια των αντικαταθλιπτικών στην εγκυμοσύνη, που αναζωπυρώνει η καναδική μελέτη. Σε κάθε περίπτωση, οι επιστήμονες συμφωνούν ότι το ζήτημα χρήζει περαιτέρω Η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων από τη μητέρα κατά το δεύτερο ή τρίτο τρίμηνο της κύησης διπλασιάζει τον κίνδυνο εκδήλωσης αυτισμού στα παιδιά, σύμφωνα με καναδική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο JAMA Pediatrics.
Οι ερευνητές σπεύδουν πάντως να σημειώσουν ότι ο απόλυτος κίνδυνος αυτισμού είναι μικρός, καθώς αφορά περίπου το 1% των παιδιών. Από την άλλη, η λήψη αντικαταθλιπτικών στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης δεν φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο.
Στο παρελθόν μελέτες είχαν δείξει ότι τόσο γενετικοί παράγοντες, όσο και περιβαλλοντικοί, μπορεί να συμβάλουν στην εκδήλωση αυτισμού στο παιδί.
Οι ερευνητές της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ, με επικεφαλής την καθηγήτρια πιδημιολογίας Ανίκ Μπεράρ, μελέτησαν στοιχεία για περίπου 145.500 εγκυμοσύνες και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η χρήση αντικαταθλιπτικών από τη μητέρα αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα τοπαιδί να διαγνωστεί με αυτισμό έως την ηλικία των επτά ετών, ιδίως αν επρόκειτο για χρήση επιλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI), οπότε ο κίνδυνος υπερδιπλασιάζεται.
Ο κίνδυνος αυτισμό στους απογόνους τετραπλασιαζόταν αν η μητέρα έπαιρνε περισσότερα από ένα αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι η κατάθλιψη της μητέρα γενικά συνδεόταν με την εμφάνιση αυτισμού στο παιδί, κατά 20%, ενώ στην περίπτωση της αντικαταθλιπτικής αγωγής, που παρεμβαίνει στην εγκεφαλική ανάπτυξη του εμβρύου, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος.
Τα ευρήματα αξιολογήθηκαν ως ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό εγκύων (6% - 10%) παίρνει αντικαταθλιπτικά. Παράλληλα, έχει αυξηθεί αισθητά το ποσοστό των παιδιών με αυτισμό (από τέσσερα ανά 10.000 το 1966 σε 100 ανά 10.000 σήμερα). Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η κατάθλιψη θα είναι η δεύτερη κυριότερη αιτία θανάτου έως το 2020.
«Είναι βιολογικά εξηγήσιμο ότι τα αντικαταθλιπτικά προκαλούν αυτισμό, αν χρησιμοποιούνται στη διάρκεια της ανάπτυξης του εγκεφάλου του εμβρύου, καθώς η σεροτονίνη εμπλέκεται σε πληθώρα αναπτυξιακών διαδικασιών πριν και μετά τη γέννα, όπως στη διαίρεση των κυττάρων και στη δημιουργία συνδέσμων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων. Οι SSRI, που αναστέλλουν τη σεροτονίνη, μπορεί να έχουν αρνητική επίπτωση στην ικανότητα του παιδικού εγκεφάλου να αναπτυχθεί πλήρως», εξηγεί η Δρ Μπεράρ.
Σπεύδει πάντως να τονίσει ότι τα ευρήματα της νέας μελέτης δεν σημαίνουν ότι μια έγκυος με κατάθλιψη δεν πρέπει να υποβάλλεται σε θεραπεία, «απλώς τα αντικαταθλιπτικά χάπια δεν είναι κατ' ανάγκη η ενδεδειγμένη λύση (ιδίως αν η κατάθλίψη δεν είναι βαριά) και, αντ' αυτής, θα έπρεπε να αναζητήσει εναλλακτικές, όπως η ψυχοθεραπεία και η σωματική άσκηση».
Άλλοι όμως ειδικοί, σύμφωνα με το Science, δήλωσαν ότι η καναδική μελέτη περιέχει σφάλματα και θα προκαλέσει αδικαιολόγητο πανικό στις γυναίκες. Μεταξύ άλλων, υποστηρίζουν ότι για την αύξηση του κινδύνου για αυτισμό δεν ευθύνονται τα αντικαταθλιπτικά, αλλά η σοβαρότητα της κατάθλιψης ορισμένων εγκύων.
Πρόκειται για μια παλιά επιστημονική διαμάχη σχετικά με την ασφάλεια των αντικαταθλιπτικών στην εγκυμοσύνη, που αναζωπυρώνει η καναδική μελέτη. Σε κάθε περίπτωση, οι επιστήμονες συμφωνούν ότι το ζήτημα χρήζει περαιτέρω Η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων από τη μητέρα κατά το δεύτερο ή τρίτο τρίμηνο της κύησης διπλασιάζει τον κίνδυνο εκδήλωσης αυτισμού στα παιδιά, σύμφωνα με καναδική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο JAMA Pediatrics.
Οι ερευνητές σπεύδουν πάντως να σημειώσουν ότι ο απόλυτος κίνδυνος αυτισμού είναι μικρός, καθώς αφορά περίπου το 1% των παιδιών. Από την άλλη, η λήψη αντικαταθλιπτικών στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης δεν φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο.
Στο παρελθόν μελέτες είχαν δείξει ότι τόσο γενετικοί παράγοντες, όσο και περιβαλλοντικοί, μπορεί να συμβάλουν στην εκδήλωση αυτισμού στο παιδί.
Οι ερευνητές της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ, με επικεφαλής την καθηγήτρια πιδημιολογίας Ανίκ Μπεράρ, μελέτησαν στοιχεία για περίπου 145.500 εγκυμοσύνες και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η χρήση αντικαταθλιπτικών από τη μητέρα αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα τοπαιδί να διαγνωστεί με αυτισμό έως την ηλικία των επτά ετών, ιδίως αν επρόκειτο για χρήση επιλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI), οπότε ο κίνδυνος υπερδιπλασιάζεται.
Ο κίνδυνος αυτισμό στους απογόνους τετραπλασιαζόταν αν η μητέρα έπαιρνε περισσότερα από ένα αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι η κατάθλιψη της μητέρα γενικά συνδεόταν με την εμφάνιση αυτισμού στο παιδί, κατά 20%, ενώ στην περίπτωση της αντικαταθλιπτικής αγωγής, που παρεμβαίνει στην εγκεφαλική ανάπτυξη του εμβρύου, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος.
Τα ευρήματα αξιολογήθηκαν ως ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό εγκύων (6% - 10%) παίρνει αντικαταθλιπτικά. Παράλληλα, έχει αυξηθεί αισθητά το ποσοστό των παιδιών με αυτισμό (από τέσσερα ανά 10.000 το 1966 σε 100 ανά 10.000 σήμερα). Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η κατάθλιψη θα είναι η δεύτερη κυριότερη αιτία θανάτου έως το 2020.
«Είναι βιολογικά εξηγήσιμο ότι τα αντικαταθλιπτικά προκαλούν αυτισμό, αν χρησιμοποιούνται στη διάρκεια της ανάπτυξης του εγκεφάλου του εμβρύου, καθώς η σεροτονίνη εμπλέκεται σε πληθώρα αναπτυξιακών διαδικασιών πριν και μετά τη γέννα, όπως στη διαίρεση των κυττάρων και στη δημιουργία συνδέσμων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων. Οι SSRI, που αναστέλλουν τη σεροτονίνη, μπορεί να έχουν αρνητική επίπτωση στην ικανότητα του παιδικού εγκεφάλου να αναπτυχθεί πλήρως», εξηγεί η Δρ Μπεράρ.
Σπεύδει πάντως να τονίσει ότι τα ευρήματα της νέας μελέτης δεν σημαίνουν ότι μια έγκυος με κατάθλιψη δεν πρέπει να υποβάλλεται σε θεραπεία, «απλώς τα αντικαταθλιπτικά χάπια δεν είναι κατ' ανάγκη η ενδεδειγμένη λύση (ιδίως αν η κατάθλίψη δεν είναι βαριά) και, αντ' αυτής, θα έπρεπε να αναζητήσει εναλλακτικές, όπως η ψυχοθεραπεία και η σωματική άσκηση».
Άλλοι όμως ειδικοί, σύμφωνα με το Science, δήλωσαν ότι η καναδική μελέτη περιέχει σφάλματα και θα προκαλέσει αδικαιολόγητο πανικό στις γυναίκες. Μεταξύ άλλων, υποστηρίζουν ότι για την αύξηση του κινδύνου για αυτισμό δεν ευθύνονται τα αντικαταθλιπτικά, αλλά η σοβαρότητα της κατάθλιψης ορισμένων εγκύων.
Πρόκειται για μια παλιά επιστημονική διαμάχη σχετικά με την ασφάλεια των αντικαταθλιπτικών στην εγκυμοσύνη, που αναζωπυρώνει η καναδική μελέτη. Σε κάθε περίπτωση, οι επιστήμονες συμφωνούν ότι το ζήτημα χρήζει περαιτέρω
επιστημονικό έντυπο JAMA Pediatrics.
Οι ερευνητές σπεύδουν πάντως να σημειώσουν ότι ο απόλυτος κίνδυνος αυτισμού είναι μικρός, καθώς αφορά περίπου το 1% των παιδιών. Από την άλλη, η λήψη αντικαταθλιπτικών στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης δεν φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο.
Στο παρελθόν μελέτες είχαν δείξει ότι τόσο γενετικοί παράγοντες, όσο και περιβαλλοντικοί, μπορεί να συμβάλουν στην εκδήλωση αυτισμού στο παιδί.
Οι ερευνητές της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ, με επικεφαλής την καθηγήτρια πιδημιολογίας Ανίκ Μπεράρ, μελέτησαν στοιχεία για περίπου 145.500 εγκυμοσύνες και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η χρήση αντικαταθλιπτικών από τη μητέρα αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα τοπαιδί να διαγνωστεί με αυτισμό έως την ηλικία των επτά ετών, ιδίως αν επρόκειτο για χρήση επιλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI), οπότε ο κίνδυνος υπερδιπλασιάζεται.
Ο κίνδυνος αυτισμό στους απογόνους τετραπλασιαζόταν αν η μητέρα έπαιρνε περισσότερα από ένα αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι η κατάθλιψη της μητέρα γενικά συνδεόταν με την εμφάνιση αυτισμού στο παιδί, κατά 20%, ενώ στην περίπτωση της αντικαταθλιπτικής αγωγής, που παρεμβαίνει στην εγκεφαλική ανάπτυξη του εμβρύου, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος.
Τα ευρήματα αξιολογήθηκαν ως ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό εγκύων (6% - 10%) παίρνει αντικαταθλιπτικά. Παράλληλα, έχει αυξηθεί αισθητά το ποσοστό των παιδιών με αυτισμό (από τέσσερα ανά 10.000 το 1966 σε 100 ανά 10.000 σήμερα). Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η κατάθλιψη θα είναι η δεύτερη κυριότερη αιτία θανάτου έως το 2020.
«Είναι βιολογικά εξηγήσιμο ότι τα αντικαταθλιπτικά προκαλούν αυτισμό, αν χρησιμοποιούνται στη διάρκεια της ανάπτυξης του εγκεφάλου του εμβρύου, καθώς η σεροτονίνη εμπλέκεται σε πληθώρα αναπτυξιακών διαδικασιών πριν και μετά τη γέννα, όπως στη διαίρεση των κυττάρων και στη δημιουργία συνδέσμων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων. Οι SSRI, που αναστέλλουν τη σεροτονίνη, μπορεί να έχουν αρνητική επίπτωση στην ικανότητα του παιδικού εγκεφάλου να αναπτυχθεί πλήρως», εξηγεί η Δρ Μπεράρ.
Σπεύδει πάντως να τονίσει ότι τα ευρήματα της νέας μελέτης δεν σημαίνουν ότι μια έγκυος με κατάθλιψη δεν πρέπει να υποβάλλεται σε θεραπεία, «απλώς τα αντικαταθλιπτικά χάπια δεν είναι κατ' ανάγκη η ενδεδειγμένη λύση (ιδίως αν η κατάθλίψη δεν είναι βαριά) και, αντ' αυτής, θα έπρεπε να αναζητήσει εναλλακτικές, όπως η ψυχοθεραπεία και η σωματική άσκηση».
Άλλοι όμως ειδικοί, σύμφωνα με το Science, δήλωσαν ότι η καναδική μελέτη περιέχει σφάλματα και θα προκαλέσει αδικαιολόγητο πανικό στις γυναίκες. Μεταξύ άλλων, υποστηρίζουν ότι για την αύξηση του κινδύνου για αυτισμό δεν ευθύνονται τα αντικαταθλιπτικά, αλλά η σοβαρότητα της κατάθλιψης ορισμένων εγκύων.
Πρόκειται για μια παλιά επιστημονική διαμάχη σχετικά με την ασφάλεια των αντικαταθλιπτικών στην εγκυμοσύνη, που αναζωπυρώνει η καναδική μελέτη. Σε κάθε περίπτωση, οι επιστήμονες συμφωνούν ότι το ζήτημα χρήζει περαιτέρω Η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων από τη μητέρα κατά το δεύτερο ή τρίτο τρίμηνο της κύησης διπλασιάζει τον κίνδυνο εκδήλωσης αυτισμού στα παιδιά, σύμφωνα με καναδική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο JAMA Pediatrics.
Οι ερευνητές σπεύδουν πάντως να σημειώσουν ότι ο απόλυτος κίνδυνος αυτισμού είναι μικρός, καθώς αφορά περίπου το 1% των παιδιών. Από την άλλη, η λήψη αντικαταθλιπτικών στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης δεν φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο.
Στο παρελθόν μελέτες είχαν δείξει ότι τόσο γενετικοί παράγοντες, όσο και περιβαλλοντικοί, μπορεί να συμβάλουν στην εκδήλωση αυτισμού στο παιδί.
Οι ερευνητές της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ, με επικεφαλής την καθηγήτρια πιδημιολογίας Ανίκ Μπεράρ, μελέτησαν στοιχεία για περίπου 145.500 εγκυμοσύνες και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η χρήση αντικαταθλιπτικών από τη μητέρα αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα τοπαιδί να διαγνωστεί με αυτισμό έως την ηλικία των επτά ετών, ιδίως αν επρόκειτο για χρήση επιλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI), οπότε ο κίνδυνος υπερδιπλασιάζεται.
Ο κίνδυνος αυτισμό στους απογόνους τετραπλασιαζόταν αν η μητέρα έπαιρνε περισσότερα από ένα αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι η κατάθλιψη της μητέρα γενικά συνδεόταν με την εμφάνιση αυτισμού στο παιδί, κατά 20%, ενώ στην περίπτωση της αντικαταθλιπτικής αγωγής, που παρεμβαίνει στην εγκεφαλική ανάπτυξη του εμβρύου, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος.
Τα ευρήματα αξιολογήθηκαν ως ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό εγκύων (6% - 10%) παίρνει αντικαταθλιπτικά. Παράλληλα, έχει αυξηθεί αισθητά το ποσοστό των παιδιών με αυτισμό (από τέσσερα ανά 10.000 το 1966 σε 100 ανά 10.000 σήμερα). Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η κατάθλιψη θα είναι η δεύτερη κυριότερη αιτία θανάτου έως το 2020.
«Είναι βιολογικά εξηγήσιμο ότι τα αντικαταθλιπτικά προκαλούν αυτισμό, αν χρησιμοποιούνται στη διάρκεια της ανάπτυξης του εγκεφάλου του εμβρύου, καθώς η σεροτονίνη εμπλέκεται σε πληθώρα αναπτυξιακών διαδικασιών πριν και μετά τη γέννα, όπως στη διαίρεση των κυττάρων και στη δημιουργία συνδέσμων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων. Οι SSRI, που αναστέλλουν τη σεροτονίνη, μπορεί να έχουν αρνητική επίπτωση στην ικανότητα του παιδικού εγκεφάλου να αναπτυχθεί πλήρως», εξηγεί η Δρ Μπεράρ.
Σπεύδει πάντως να τονίσει ότι τα ευρήματα της νέας μελέτης δεν σημαίνουν ότι μια έγκυος με κατάθλιψη δεν πρέπει να υποβάλλεται σε θεραπεία, «απλώς τα αντικαταθλιπτικά χάπια δεν είναι κατ' ανάγκη η ενδεδειγμένη λύση (ιδίως αν η κατάθλίψη δεν είναι βαριά) και, αντ' αυτής, θα έπρεπε να αναζητήσει εναλλακτικές, όπως η ψυχοθεραπεία και η σωματική άσκηση».
Άλλοι όμως ειδικοί, σύμφωνα με το Science, δήλωσαν ότι η καναδική μελέτη περιέχει σφάλματα και θα προκαλέσει αδικαιολόγητο πανικό στις γυναίκες. Μεταξύ άλλων, υποστηρίζουν ότι για την αύξηση του κινδύνου για αυτισμό δεν ευθύνονται τα αντικαταθλιπτικά, αλλά η σοβαρότητα της κατάθλιψης ορισμένων εγκύων.
Πρόκειται για μια παλιά επιστημονική διαμάχη σχετικά με την ασφάλεια των αντικαταθλιπτικών στην εγκυμοσύνη, που αναζωπυρώνει η καναδική μελέτη. Σε κάθε περίπτωση, οι επιστήμονες συμφωνούν ότι το ζήτημα χρήζει περαιτέρω Η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων από τη μητέρα κατά το δεύτερο ή τρίτο τρίμηνο της κύησης διπλασιάζει τον κίνδυνο εκδήλωσης αυτισμού στα παιδιά, σύμφωνα με καναδική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο JAMA Pediatrics.
Οι ερευνητές σπεύδουν πάντως να σημειώσουν ότι ο απόλυτος κίνδυνος αυτισμού είναι μικρός, καθώς αφορά περίπου το 1% των παιδιών. Από την άλλη, η λήψη αντικαταθλιπτικών στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης δεν φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο.
Στο παρελθόν μελέτες είχαν δείξει ότι τόσο γενετικοί παράγοντες, όσο και περιβαλλοντικοί, μπορεί να συμβάλουν στην εκδήλωση αυτισμού στο παιδί.
Οι ερευνητές της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ, με επικεφαλής την καθηγήτρια πιδημιολογίας Ανίκ Μπεράρ, μελέτησαν στοιχεία για περίπου 145.500 εγκυμοσύνες και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η χρήση αντικαταθλιπτικών από τη μητέρα αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα τοπαιδί να διαγνωστεί με αυτισμό έως την ηλικία των επτά ετών, ιδίως αν επρόκειτο για χρήση επιλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI), οπότε ο κίνδυνος υπερδιπλασιάζεται.
Ο κίνδυνος αυτισμό στους απογόνους τετραπλασιαζόταν αν η μητέρα έπαιρνε περισσότερα από ένα αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι η κατάθλιψη της μητέρα γενικά συνδεόταν με την εμφάνιση αυτισμού στο παιδί, κατά 20%, ενώ στην περίπτωση της αντικαταθλιπτικής αγωγής, που παρεμβαίνει στην εγκεφαλική ανάπτυξη του εμβρύου, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος.
Τα ευρήματα αξιολογήθηκαν ως ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό εγκύων (6% - 10%) παίρνει αντικαταθλιπτικά. Παράλληλα, έχει αυξηθεί αισθητά το ποσοστό των παιδιών με αυτισμό (από τέσσερα ανά 10.000 το 1966 σε 100 ανά 10.000 σήμερα). Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η κατάθλιψη θα είναι η δεύτερη κυριότερη αιτία θανάτου έως το 2020.
«Είναι βιολογικά εξηγήσιμο ότι τα αντικαταθλιπτικά προκαλούν αυτισμό, αν χρησιμοποιούνται στη διάρκεια της ανάπτυξης του εγκεφάλου του εμβρύου, καθώς η σεροτονίνη εμπλέκεται σε πληθώρα αναπτυξιακών διαδικασιών πριν και μετά τη γέννα, όπως στη διαίρεση των κυττάρων και στη δημιουργία συνδέσμων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων. Οι SSRI, που αναστέλλουν τη σεροτονίνη, μπορεί να έχουν αρνητική επίπτωση στην ικανότητα του παιδικού εγκεφάλου να αναπτυχθεί πλήρως», εξηγεί η Δρ Μπεράρ.
Σπεύδει πάντως να τονίσει ότι τα ευρήματα της νέας μελέτης δεν σημαίνουν ότι μια έγκυος με κατάθλιψη δεν πρέπει να υποβάλλεται σε θεραπεία, «απλώς τα αντικαταθλιπτικά χάπια δεν είναι κατ' ανάγκη η ενδεδειγμένη λύση (ιδίως αν η κατάθλίψη δεν είναι βαριά) και, αντ' αυτής, θα έπρεπε να αναζητήσει εναλλακτικές, όπως η ψυχοθεραπεία και η σωματική άσκηση».
Άλλοι όμως ειδικοί, σύμφωνα με το Science, δήλωσαν ότι η καναδική μελέτη περιέχει σφάλματα και θα προκαλέσει αδικαιολόγητο πανικό στις γυναίκες. Μεταξύ άλλων, υποστηρίζουν ότι για την αύξηση του κινδύνου για αυτισμό δεν ευθύνονται τα αντικαταθλιπτικά, αλλά η σοβαρότητα της κατάθλιψης ορισμένων εγκύων.
Πρόκειται για μια παλιά επιστημονική διαμάχη σχετικά με την ασφάλεια των αντικαταθλιπτικών στην εγκυμοσύνη, που αναζωπυρώνει η καναδική μελέτη. Σε κάθε περίπτωση, οι επιστήμονες συμφωνούν ότι το ζήτημα χρήζει περαιτέρω