Η Βρετανική εφημερίδα The Guardian ανακήρυξε φωτογράφο της χρονιάς τον Γιάννη Μπεχράκη του Reuters για τις συγκλονιστικές εικόνες-ιστορίες που ανέδειξε από τη Λέσβο και τους χιλιάδες πρόσφυγες που έκαναν το επικίνδυνο ταξίδι προς...
την Ευρώπη.
«Καλύπτω θέματα προσφύγων και μεταναστών τα τελευταία 25 χρόνια, αλλά αυτή τη χρονιά ήταν διαφορετικά γιατί οι πρόσφυγες, έφθαναν στην πατρίδα μου» λέει ο Γιάννης Μπεχράκης στον Guardian. «Αρκετές βάρκες έφθαναν στο νησί κάθε μέρα. Όλοι πάνω στις βάρκες ήταν φοβισμένοι γιατί δεν ήξεραν πως θα τους αντιμετωπίσουν οι ντόπιοι και η αστυνομία. Οι βάρκες έφθαναν ακόμη και όταν ο καιρός ήταν άσχημος» λέει ο Γιάννης Μπεχράκης.
«Οι πρόσφυγες κρατούσαν στην αγκαλιά τα παιδιά τους και η συντριπτική πλειοψηφία τους ήταν από τη Συρία. Τον περασμένο χρόνο ήμουν στο Σουρούκ, στα σύνορα Τουρκίας και Συρίας φωτογραφίζοντας τους χιλιάδες πρόσφυγες που εγκατέλειπαν το Κομπάνι. Φέτος στη Λέσβο, συνάντησα ένα πρόσφυγα από το Σουρούκ, που με αναγνώρισε, «τα κατάφερα» μου είπε» λέει ο Γιάννης Μπεχράκης.
«Το πιο εύκολο κομμάτι αυτού του χρόνου για μένα ήταν να βγάζω φωτογραφίες, η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν η συναισθηματική εμπλοκή. Ήταν τόσο λυπηρό να βλέπω το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά» λέει στην εφημερίδα.
«Πριν από την τουριστική περίοδο το νησί ήταν πολύ ήσυχο» συμπληρώνει ο Γιάννης Μπεχράκης, «περίμενα δύο με τρεις βάρκες κάθε βράδυ. Μπορούσα να ακούω τις μηχανές από την παραλία. Ξεκινούσα τη δουλειά από τις 6.30 το πρωί και τελείωνα μετά τις 11 το βράδυ. Οι βάρκες συνέχιζαν να έρχονται όλο το βράδυ. Σταματούσαν μερικές ώρες το μεσημέρι επειδή ο ήλιος ήταν πολύ δυνατός και ξεκινούσαν και πάλι μετά τις 4 το απόγευμα».
Για την εμβληματική φωτογραφία με το δελφίνι λέει ότι φωτογράφιζε, όταν διαπίστωσε κίνηση στο νερό. «Νόμιζα ότι κάποιος έπεσε από τη βάρκα. Εστίασα χρησιμοποιώντας φακό για μεγάλη απόσταση. Ένα δελφίνι πηδούσε μπροστά από τη βάρκα. Ήταν μία στιγμή μαγείας. Ήταν σαν το δελφίνι να έδειχνε το δρόμο και να καλωσόριζε τους ανθρώπους».
Ο Γιάννης Μπεχράκης βρέθηκε και στην Ειδομένη, το χωριό στα σύνορα Ελλάδας- Σκοπίων που έγινε σημείο αναφοράς για την πορεία των προσφύγων στα Βαλκάνια. Ένας πρόσφυγας δίνει ένα φιλί στην κόρη του μέσα σε καταιγίδα. Από το Νοέμβριο χιλιάδες πρόσφυγες εγκλωβίστηκαν όταν οι αρχές των Σκοπίων αποφάσισαν να κλείσουν τα σύνορα για τους πρόσφυγες που δεν προέρχονται από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Κανείς δεν περίμενε ότι οι ροές θα ήταν τόσο μεγάλες» λέει ο Γιάννης Μπεχράκης, «οι περισσότεροι Έλληνες, οι οποίοι γνωρίζουν από προσφυγιά, συνειδητοποίησαν ότι αυτοί οι άνθρωποι ήθελαν απλά να περάσουν από την Ελλάδα» λέει και τονίζει ότι θέλει να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του σε αυτούς τους ανθρώπους, τους Έλληνες και τους ξένους εθελοντές που βοήθησαν στα νησιά και τα βόρεια σύνορα της χώρας. Απέδειξαν ότι ο ανθρωπισμός είναι ακόμα ζωντανός».
«Ο συναισθηματικός αντίκτυπος όταν καλύπτεις προσφυγικές κρίσεις είναι καταστροφικός. Υπέφερα από αϋπνία και εφιάλτες, ένιωθα ένοχος πολλές φορές γιατί δεν ήμουν ικανός να κάνω περισσότερα. Έχω αίμα προσφύγων στις φλέβες μου και είμαι πατέρας» λέει στον Guardian ο Γιάννης Μπεχράκης.
«Ήμουν σε μία παραλία στην Κω» περιγράφει ο Γιάννης Μπεχράκης «και περίμενα μία βάρκα να έρθει στην ακτή, όταν είδα μία ηλικιωμένη γυναίκα να κάθεται στην παραλία, με μία υποψία χαμόγελου στο πρόσωπό της. Έδειχνε πολύ ήρεμη. Έμεινα μερικά μέτρα μακριά και έβγαλα κάποιες φωτογραφίες καθώς ο πρωινός ήλιος φώτιζε το πρόσωπό της. Αποφάσισα να πλησιάσω και να της δώσω ένα χαμόγελο και μία χειρονομία αντίστοιχη της ελληνικής φιλοξενείας. Γονάτισα μπροστά της και της είπα καλημέρα στα Αραβικά. Έμοιαζε χαμένη, αλλά στο ευγενικό της πρόσωπο σχηματίστηκε ένα χαμόγελο. Με πλησίασε με το χέρι της και συνειδητοποίησα ότι είναι τυφλή. Με κάλυψαν συναισθήματα, μου έδωσε μία θερμή χειραψία με τα δυο της χέρια και με ευχαρίστησε. Η οικογένειά της με κοιτούσε, κάποιοι χαμογελούσαν, και δάκρυα χαράς κυλούσαν από τα πρόσωπά τους. Αυτό ήταν ένα από τα καλύτερα πρωινά μου αυτής της χρονιάς» λέει ο Γιάννης Μπεχράκης.
TheGuardian