Ούτε προαναγγελία ψήφου εμπιστοσύνης, ούτε κάποια αιχμή για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, αν επικρατήσει η εικόνα αδιεξόδου, μόνο μια συζήτηση άνευ ουσίας για...
τις εντυπώσεις.
Στην πραγματικότητα, η απόφαση του πρωθυπουργού να ενημερώσει τη Βουλή για τις διαπραγματεύσεις δεν ήταν παρά μια προσπάθειά του να απευθυνθεί με επικοινωνιακούς όρους στο εσωτερικό ακροατήριο και να προσπαθήσει να κάνει την αντιπολίτευση μέρος του blame game του, βάζοντας στην απέναντι πλευρά τους δανειστές.
Ήταν προφανές από την αρχή της συζήτησης πως ο Αλέξης Τσίπρας βρισκόταν σε δύσκολη θέση. Είχε κληθεί να απαντήσει μια σκληρή πρόταση των εταίρων, την οποία δεν αποδέχεται ούτε ο ίδιος, πολλώ δε μάλλον το εσωτερικό της κυβέρνησης και του κόμματός του. Και αν στο μέτωπο του εξωτερικού δεν έχει πολλές διεξόδους, στο μέτωπο του εσωτερικού ο πρωθυπουργός έχει αποδείξει πολλάκις πως γνωρίζει καλά το πεδίο των τακτικισμών. Σε αυτό το πλαίσιο της στρατηγικής του εντάσσεται και η πρόσκληση για συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών.
Αν κανείς περίμενε κάποιου είδους ραγδαία πολιτική εξέλιξη κατά την ομιλία του πρωθυπουργού, τότε θα πρέπει να ήταν απογοητευμένος στο τέλος της ημέρας. Αν κανείς προσέγγιζε ρεαλιστικά την κατάσταση, δεν θα εκπλησσόταν από την άνευ ουσίας συζήτηση που διεξήχθη.
Ο πρωθυπουργός δεν είχε κανένα κρυμμένο άσσο στο μανίκι του. Ακόμα και όταν επέκρινε την πρόταση των θεσμών ως μη αποδεκτή και μη συμπεριλαμβάνουσα τα όσα συμφωνήθηκαν στο Brussels Group, δεν τόλμησε να μιλήσει για ρήξη ή για τέλος της διαπραγμάτευσης με κάποιο τρόπο, ώστε να υπάρξει ανανέωση της λαϊκής εντολής. Αντίθετα, ο Αλέξης Τσίπρας επέμεινε πως είμαστε πιο κοντά από ποτέ στη λύση, αλλά για να οδηγηθούμε σε αυτή χρειάζονται αμοιβαίες παραχωρήσεις και υποχωρήσεις-τονίζοντας όμως πως η ελληνική πλευρά σε μεγάλο βαθμό έχει κάνει τις δικές της.
Πέραν αυτού ουδέν. Ο πρωθυπουργός προσπάθησε να δημιουργήσει ένα δίλημμα, εντασσόμενο στη στρατηγική του blame game που το Μαξίμου εσχάτως ακολουθεί, καλώντας την αντιπολίτευση να πάρει θέση στο ερώτημα «είστε με την πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης ή είστε με την πρόταση των δανειστών». Ο κύριος Τσίπρας, κατά το τέλος της συζήτησης, οδηγήθηκε στο συμπέρασμα πως η αντιπολίτευση δεν συντάσσεται με τους δανειστές, δεν σημείωσε όμως πως επίσης κανείς από την αντιπολίτευση δεν εξέφρασε ρητή στήριξη στο κείμενο που κατέθεσε η ελληνική πλευρά.
«Μας έλεγαν ότι καθαρογράφεται η συμφωνία, αλλά δεν υπήρχε συμφωνία, δεν λέγατε αλήθεια όταν μιλούσατε για περήφανη διαπραγμάτευση. Ήρθε πράγματι η ώρα της αλήθειας και της ευθύνης για όλους». Με αυτή τη φράση ο πρόεδρος της ΝΔ Αντώνης Σαμαράς εξέθεσε την κατάσταση που επικρατεί το τελευταίο διάστημα.
Ο πρώην πρωθυπουργός εμφανίστηκε κρατώντας αρκετά ήπιους τόνους και αποφεύγοντας την ακραία σύγκρουση. Προσπάθησε όμως να διαφύγει και από την παγίδα που του έστηνε ο Αλέξης Τσίπρας να τον εγκλωβίσει στο δίλημμα «με την κυβέρνηση ή με τους δανειστές;». «Δεν διαπραγματευόμαστε μαζί και επομένως η αποτυχία και η αδυναμία συμφωνίας ανήκει αποκλειστικά στην κυβέρνηση και στον κύριος Τσίπρας» σημείωσε και προσέθεσε πως «αποδείχτηκε ότι ο κύριος Τσίπρας οργάνωσε τη σημερινή συζήτηση επειδή αναζητά συνενόχους στην αποτυχία
Ο Αντώνης Σαμαράς κράτησε μια μάλλον αμφίσημη στάση. Υπεραμύνθηκε των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών της κυβέρνησής του και τόνισε πως το mail Χαρδούβελη περιλαμβάνει πολύ λιγότερα μέτρα, από αυτά που η κυβέρνηση εκούσα-άκουσα καλείται να πάρει. Ξεσπάθωσε εναντίον της κυβέρνησης για την επερχόμενη φοροεπιδρομή, επιφυλάσσοντας πολύ σκληρή κριτική και για τη διαπραγματευτική τακτική της κυβέρνησης αλλά και για τα αποτελέσματά της, όμως δεν απέκλεισε τη συγκρότηση ενός εθνικού μετώπου (μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, όπως το βλέπουν στη Συγγρού), υπό τρεις προϋποθέσεις όμως: να σταματήσουν οι συκοφαντίες, η κυβέρνηση να αλλάξει πολιτική και να σταματήσει να χαϊδεύει τον δημόσιο τομέα εις βάρος του ιδιωτικού και να αποκατασταθεί η σταθερότητα και η αξιοπιστία της χώρας».
Η στάση της ΝΔ σε μια ενδεχόμενη ψηφοφορία επί μιας συμφωνίας δεν διεφάνη καθαρά. Ο πρώην πρωθυπουργός για μια ακόμα φορά κάλεσε τον Αλέξη Τσίπρα πρώτα να τη φέρει στη Βουλή και στη συνέχεια η ΝΔ θα καθορίσει τα σημεία που συμφωνεί και αυτά με τα οποία δεν μπορεί να συμπλεύσει.
Συζήτηση επί συμφωνίας ή νέα παράταση;
Το βράδυ της Παρασκευής στη Βουλή ακούστηκαν δύο βασικά σενάρια, αν εξαιρέσει κανείς αυτό της ρήξης, για το οποίο μιλούν πάγια πρόσωπα: το σενάριο για μια νέα συζήτηση, αν και όποτε η κυβέρνηση καταλήξει σε μια συμφωνία και το ενδεχόμενο μιας νέας παράτασης του προγράμματος, λόγω της στενότητας του χρόνου.
Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, την επόμενη φορά που η συζήτηση θα είναι τέτοιας βαρύτητας, θα είναι για την κύρωση της συμφωνίας. Άλλωστε, ανώτερη κυβερνητική πηγή το έλεγε και έξω από την αίθουσα της Ολομέλειας πως «δεν υπάρχει σενάριο μη λύσης» και τόνιζε πως «όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές έχουν αποκλείσει τη ρήξη». Θεωρητικά, αυτή η αποστροφή θα οδηγούσε στο συμπέρασμα πως εύκολα η δύσκολα η κυβέρνηση θα πήγαινε σε μια διαδικασία λύσης. Συνεπώς, το ενδιαφέρον θα μετατοπιζόταν στο αν ο κύριος Τσίπρας θα κατάφερνε να περάσει τη συμφωνία από το κόμμα του, αν θα υπήρχε ζήτημα δεδηλωμένης, αν η ΝΔ θα στήριζε, έστω και κριτικά, και επίσης αν Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ θα έβαζαν πλάτη επίσης, λόγω του επείγοντος της κατάστασης.
Στη Βουλή όμως υπήρχε και μια άλλη, παράλληλη συζήτηση, την οποία με μια φράση του τροφοδότησε ο πρωθυπουργός. Απαντώντας στον Σταύρο Θεοδωράκη πως το τέλος της διαπραγμάτευσης δεν είναι η 14η Ιουνίου, ο κύριος Τσίπρας άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο της παράτασης. Πράγματι, τεχνικά είναι δύσκολο να γίνουν οι εκταμιεύσεις on time, διότι απαιτούνται και κάποιες μέρες για τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες σε άλλα κράτη και ρεαλιστικά η Ελλάδα δεν έχει τα χρήματα για να πληρώσει το ΔΝΤ στις 30 Ιουνίου. Συνεπώς, το εκ Γερμανίας σενάριο με παράταση και αλλαγή χρήσης των 10,9 δις του EFSF, ώστε να βγει το καλοκαίρι (απαιτείται και για την παράταση και για την αλλαγή χρήσης απόφαση της Bundestag της Γερμανίας), είναι ρεαλιστικό.
Άλλωστε, η ίδια κυβερνητική πηγή που απέκλεισε τη μη λύση, αρνήθηκε να σχολιάσει σε πρώτη φάση το ενδεχόμενο παράτασης. Στη συνέχεια μόνο το «διόρθωσε», λέγοντας πως «δεν θα χρειαστεί γιατί θα έχει ήδη υπάρξει λύση».
@ Κάποιοι είπαν το επικό ότι ο Βενιζέλος έκανε την καλύτερη ομιλία! Ίσως επειδή κατηγόρησε τον Βαρουφάκη για αλαζονεία...
@ Κάποιοι είπαν το επικό ότι ο Βενιζέλος έκανε την καλύτερη ομιλία! Ίσως επειδή κατηγόρησε τον Βαρουφάκη για αλαζονεία...