Ένα εξαιρετικό κείμενο κυκλοφορεί στο διαδίκτυο και δίνει την απάντηση στο υπαρξιακό ερώτημα: Ερωτευόμαστε εκείνον που ανταποκρίνεται στην ερώτησή μας...
«Ποιος είμαι;»
Hanna Waar (από εδώ και στο εξής ΗW): Μας διδάσκει κάτι η ψυχανάλυση για τον έρωτα;
Jacques-Alain Miller ( από εδώ και στο εξής JAM): Πολλά πράγματα, επειδή είναι μια εμπειρία της οποίας πηγή είναι ο έρωτας. Είναι το ερώτημα του αυτόματου και, ακόμη συχνότερα, αυτού του μη συνειδητού έρωτα που φέρνει ο αναλυόμενος στον αναλυτή και καλείται μεταβίβαση. Είναι σκηνοθετημένος έρωτας αλλά φτιαγμένος από το ίδιο υλικό με τον αληθινό έρωτα. Ρίχνει φως στον μηχανισμό του: ο έρωτας απευθύνεται σε αυτόν/την που νομίζεις ότι γνωρίζει την αληθινή αλήθεια σου. Αλλά ο έρωτας σε κάνει να σκεφτείς ότι αυτή η αλήθεια είναι ευχάριστη ενώ στην πραγματικότητα είναι δύσκολο να την αντέξεις.
HW: Τι είναι λοιπόν το να ερωτεύεσαι αληθινά;
JAM: Το να είσαι αληθινά ερωτευμένος είναι να πιστεύεις ότι με το να ερωτεύεσαι θα πάρεις μια αλήθεια για τον εαυτό σου. Ερωτευόμαστε αυτόν/ή που έχει την απάντηση ή μια απάντηση στην ερώτησή μας: «Ποιος είμαι;»
HW: Γιατί κάποιοι γνωρίζουν πώς να ερωτεύονται και κάποιοι άλλοι όχι;
JAM: Μερικοί άνθρωποι ξέρουν πώς να προκαλέσουν τον έρωτα στο άλλο πρόσωπο, όντας εραστές κατά συρροή, παρομοίως άνδρες και γυναίκες. Γνωρίζουν τι ωθεί κάποιον να ερωτευτεί. Αλλά δεν ερωτεύονται απαραιτήτως, μάλλον παίζουν τη γάτα με το ποντίκι με το θήραμά τους. Για να ερωτευτείς πρέπει να παραδεχτείς την έλλειψή σου και να αναγνωρίσεις ότι χρειάζεσαι τον/την άλλο/η, ότι σου λείπει. Εκείνοι που νομίζουν ότι είναι πλήρεις μόνοι τους ή θέλουν να γίνουν δεν ξέρουν να ερωτεύονται. Και μερικές φορές το επιβεβαιώνουν με πόνο. Χειραγωγούν, κινούν τα νήματα αλλά για τον έρωτα δεν γνωρίζουν ούτε τα ρίσκα του ούτε την ευχαρίστησή του.
HW: «Πλήρεις μόνοι τους»: μόνο ένας άνδρας θα σκεφτόταν κάτι τέτοιο..
JAM: Καλή παρατήρηση! Ο Lacan συνήθιζε να λέει: «Το να ερωτεύεσαι είναι να δίνεις κάτι που δεν έχεις». Αυτό σημαίνει: το να ερωτεύεσαι είναι το να αναγνωρίζεις την έλλειψή σου και να τη δίνεις στον άλλο, να την τοποθετείς στον άλλο. Δεν είναι να δίνεις αυτό που κατέχεις, αγαθά και δώρα, είναι να δίνεις κάτι που δεν κατέχεις, κάτι που είναι πέρα από σένα. Για να το κάνεις αυτό πρέπει να αποδεχτείς την έλλειψη, τον «ευνουχισμό» σου όπως έλεγε ο Freud. Και αυτό είναι ουσιωδώς γυναικείο. Κάποιος αγαπά πραγματικά από μια γυναικεία θέση. Η αγάπη σε εκθηλύνει (feminise). Για αυτό η αγάπη στον άνδρα είναι πάντα λίγο κωμική, αστεία. Αν όμως επιτρέψει στον εαυτό του να φοβηθεί την γελοιοποίηση, τότε στην πραγματικότητα δεν είναι και πολύ σίγουρος για τον ανδρισμό του.
HW: Είναι πιο δύσκολο για τους άνδρες να ερωτευτούν;
JAM: Ω ναι! Ακόμη και ένας ερωτευμένος άνδρας έχει αναλαμπές αξιοπρέπειας, ξεσπάσματα επιθετικότητας απέναντι στο αντικειμένο του έρωτά του, επειδή αυτός ο έρωτας τον βάζει σε μια θέση έλλειψης, εξάρτησης. Για αυτό και μπορεί να επιθυμεί γυναίκες με τις οποίες δεν είναι ερωτευμένος, έτσι ώστε να επιστρέψει στην ανδροπρεπή θέση που αναστέλλει όταν είναι ερωτευμένος. Ο Freud καλεί αυτή την αρχή «υποβάθμιση της ερωτικής ζωής» στους άνδρες: τον διαχωρισμό μεταξύ έρωτα και σεξουαλικής επιθυμίας.
ΗW: Και στις γυναίκες;
JAM: Είναι λιγότερο συχνό. Στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχει ένας διπλασιασμός του ανδρικού συντρόφου. Από τη μια είναι ο άνδρας που τους δίνει απόλαυση και που επιθυμούν, και από την άλλη ο άνδρας του έρωτα, που είναι εκθηλυμένος, απαραιτήτως ευνουχισμένος. Μόνο που δεν είναι η ανατομία που έχει εδώ τα ηνία: υπάρχουν μερικές γυναίκες που υιοθετούν μια ανδρική θέση. Υπάρχουν όλο και περισσότερες. Ένας άνδρας για αγάπη και άλλοι άνδρες για απόλαυση, που γνώρισαν στο διαδίκτυο, στο δρόμο ή στο τρένο.
HW: Γιατί «όλο και περισσότερες»;
JAM: Τα κοινωνικοπολιτισμικά στερεότυπα της θηλυκότητας και της αρρενωπότητας βρίσκονται σε μια διαδικασία ριζικού μετασχηματισμού. Οι άνδρες καλούνται να αποκαλύψουν τα συναισθήματά τους, να αγαπούν και να εκθηλυνθούν. Οι γυναίκες αντιθέτως υφίστανται μια πίεση για αρρενοποίηση: στο όνομα της νομικής ισότητας οδηγούνται στο να συνεχίζουν να λένε: «και εγώ επίσης». Την ίδια στιγμή οι ομοφυλόφιλοι/ες απαιτούν τα ίδια δικαιώματα και σύμβολα με τους ετεροφυλόφιλους όπως ο γάμος και η γονεϊκότητα. Υπάρχει μια μεγάλη αστάθεια στους ρόλους, μια διαδεδομένη ρευστότητα στο θέατρο του έρωτα, που έρχεται σε αντίθεση με την σταθερότητα του χτες. Ο έρωτας γίνεται ρευστός, όπως παρατήρησε ο κοινωνιολόγος Zygmunt Bauman. O καθένας οδηγείται στο να εφεύρει το δικό του life style, να υιοθετήσει τον δικό του τρόπο απόλαυσης και έρωτα. Τα παραδοσιακά σενάρια γίνονται σταδιακά ξεπερασμένα. Η κοινωνική πίεση για εναρμόνιση δεν έχει εξαφανισθεί αλλά φθίνει.
HW: «Ο έρωτας είναι πάντα αμοιβαίος» είπε ο Lacan. Αληθεύει αυτό ακόμη στο παρόν πλαίσιο; Τι σημαίνει;
JAM: Αυτή η πρόταση επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά χωρίς να γίνεται κατανοητή ή γίνεται κατανοητή με λάθος τρόπο. Δεν σημαίνει ότι το να είσαι ερωτευμένος με κάποιον είναι αρκετό για να είναι ερωτευμένος και εκείνος μαζί σου. Κάτι τέτοιο θα ήταν ανόητο. Σημαίνει: «Αν σε έχω ερωτευτεί, είναι επειδή είσαι αξιαγάπητος. Εγώ είμαι αυτός που ερωτεύεται αλλά και εσύ ανακατεύεσαι σε αυτό, επειδή υπάρχει κάτι σε εσένα που με κάνει να σε ερωτευτώ. Είναι αμοιβαίο, επειδή υπάρχει ένα πίσω-μπρος: η αγάπη που έχω για εσένα είναι το ανταποδοτικό αποτέλεσμα του αίτιου της αγάπης που είσαι για μένα. Έτσι εμπλέκεσαι και εσύ. Ο έρωτάς μου για εσένα δεν είναι απλώς δικό μου ζήτημα αλλά και δικό σου. Ο έρωτας μου λέει κάτι για σένα που πιθανώς να μην το γνωρίζεις». Αυτό δεν εγγυάται ούτε στο ελάχιστο ότι κάποιος θα ανταποκριθεί στον έρωτα του άλλου: όταν αυτό συμβαίνει είναι πάντα της τάξης του θαύματος, δεν υπολογίζεται προκαταβολικά.
HW: Δεν τον ή την βρίσκουμε τυχαία. Γιατί αυτός ο άνδρας ή γιατί αυτή η γυναίκα ;
JAM: Είναι αυτό που ο Freud ονομάζει Liebesbedingung, η κατάσταση της αγάπης, το αίτιο της επιθυμίας. Είναι ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό ή σύνολο χαρακτηριστικών που οδηγούν το άτομο να επιλέξει τον/ την αγαπημένο/η. Αυτό διαφεύγει εξ’ ολοκλήρου των νευροεπιστημών, επειδή είναι μοναδικό σε κάθε άνθρωπο, εξαρτάται από την μοναδική προσωπική του ιστορία. Για παράδειγμα, ο Freud αναφέρει για έναν ασθενή του ότι αίτιο της επιθυμίας του ήταν η γυαλάδα μιας γυναικείας μύτης.
HW: Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς στον έρωτα που θεμελιώνεται σε τέτοια ασήμαντα πράγματα!
JAM: Η πραγματικότητα του ασυνείδητου ξεπερνά την φαντασία. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσα θεμελιώνονται στην ανθρώπινη ζωή, ιδιαίτερα όσον αφορά τον έρωτα σε μικρά πράγματα, σε «θεϊκές λεπτομέρειες». Είναι αλήθεια ότι στους άντρες βρίσκεις τέτοια αίτια επιθυμίας, τα οποία είναι όπως τα φετίχ. Η παρουσία τους είναι απαραίτητη για να πυροδοτηθεί η διαδικασία της αγάπης. Μικροσκοπικές ιδιαιτερότητες, ενθύμια του πατέρα, της μητέρας, του αδελφού, της αδελφής, κάποιου/ας από την παιδική ηλικία επίσης παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιλογή ερωτικού αντικειμένου από την γυναίκα. Αλλά η γυναικεία μορφή της αγάπης είναι περισσότερο ερωτομανιακή παρά φετιχιστική: θέλουν να αγαπηθούν και το ενδιαφέρον, η αγάπη, που τους δείχνεται είναι συχνά sine qua non για την πυροδότηση της αγάπης τους ή τουλάχιστον της συγκατάθεσής τους. Αυτό το φαινόμενο βρίσκεται στην βάση του φλερτ των ανδρών προς τις γυναίκες.
HW: Αποδίδεις κάποιον ρόλο στις φαντασιώσεις;
JAM: Στις γυναίκες οι φαντασιώσεις, είτε συνειδητές είτε ασυνείδητες, είναι αυτές που παίζουν τον αποφασιστικό ρόλο για τη θέση της jouissance και λιγότερο η επιλογή του ερωτικού αντικειμένου. Για τους άντρες ισχύει το αντίθετο. Για παράδειγμα, μια γυναίκα μπορεί να φτάνει σε οργασμό (απόλαυση) με την προϋπόθεση ότι φαντάζεται κατά τη συνουσία ότι την χτυπούν, τη βιάζουν, ή ότι είναι μια άλλη γυναίκα ή ότι είναι κάπου αλλού, απούσα.
HW: Και η αντρική φαντασίωση;
JAM: Την συναντούμε στην ιστορία του έρωτα με την πρώτη ματιά. Το κλασικό παράδειγμα που σχολιάστηκε από τον Lacan στη νουβέλα του Γκαίτε, το αιφνίδιο πάθος του Βέρθερου για τη Σαρλό τη στιγμή που τη βλέπει για πρώτη φορά καθώς ταΐζει τα παιδιά τριγύρω της. Εδώ είναι η μητρική ποιότητα της γυναίκας που πυροδοτεί τον έρωτα. Ένα άλλο παράδειγμα παρμένο από την πρακτική μου είναι το εξής: ένα αφεντικό στα 50 του βλέπει υποψηφίους για τη θέση γραμματέως. Εμφανίζεται μια νεαρή γυναίκα 20 χρονών. Αμέσως της δηλώνει τον έρωτά του. Αναρωτιέται τι του συνέβη και ξεκινά ανάλυση. Εκεί αποκαλύπτει τι πυροδότησε την αντίδρασή του. Στη γυναίκα συνάντησε χαρακτηριστικά που του θύμισαν τι ήταν στην ηλικία των 20 όταν πήγε στην πρώτη του συνέντευξη για δουλειά. Κατά κάποιον τρόπο ερωτεύτηκε τον εαυτό του. Σε αυτά τα δύο παραδείγματα βλέπουμε τις δύο πλευρές του έρωτα που διαχώρισε ο Freud: είτε ερωτεύεσαι κάποιον/α που προστατεύει, σε αυτή την περίπτωση τη μητέρα, ή ερωτεύεσαι την ναρκισσιστική εικόνα του εαυτού σου.
HW: Ακούγεται σαν να είμαστε κούκλες!
JAM: Όχι, μεταξύ του άνδρα και της γυναίκας τίποτα δεν γράφεται προκαταβολικά, δεν υπάρχει πυξίδα, προκαθορισμένη σχέση. Η συνάντησή τους δεν είναι προγραμματισμένη, όπως είναι μεταξύ του σπερματοζωαρίου και του ωάριου. Δεν έχει να κάνει ούτε με τα γονίδιά μας. Οι άνδρες και οι γυναίκες μιλούν, ζουν σε έναν κόσμο λόγου, και αυτό είναι καθοριστικό. Οι τροπικότητες του έρωτα είναι εξαιρετικά ευαίσθητες στην περιβάλλουσα κουλτούρα. Κάθε πολιτισμός διακρίνεται για τον τρόπο που δομεί τη σχέση μεταξύ των φύλων. Τώρα στη Δύση, στις κοινωνίες μας που είναι φιλελεύθερες, νομικο-δικαιϊκές το «πολλαπλό» είναι έτοιμο να εκθρονίσει το «ένα». Το ιδεώδες μοντέλο του μεγάλου έρωτα για μια ζωή χάνει σταδιακά έδαφος, έναντι του γρήγορου ραντεβού, του γρήγορου έρωτα και ενός πλήθους εναλλακτικών, διαδοχικών, ακόμη και ταυτόχρονων ερωτικών σεναρίων.
HW: Και η αγάπη μακροπρόθεσμα; Η αιώνια αγάπη;
JAM: Ο Μπαλζάκ είπε: «κάθε πάθος που δεν είναι αιώνιο είναι φρικτό». Αλλά μπορεί ο δεσμός να κρατήσει για μια ζωή μέσα στην εγγραφή του πάθους; Όσο περισσότερο ένας άνδρας αφιερώνεται σε μια γυναίκα, τόσο περισσότερο τείνει να αποδεχτεί μια μητρική σήμανση για αυτόν: περισσότερο εξαϋλωμένη και απλησίαστη παρά αγαπημένη. Οι παντρεμένοι ομοφυλόφιλοι αναπτύσσουν αυτή τη λατρεία της γυναίκας καλύτερα: Ο Αραγκόν τραγουδάει τον έρωτα του για την Έλσα. Όταν πεθαίνει, είναι γεια σας αγόρια! Και όταν μια γυναίκα γαντζώνεται σε έναν άντρα, τον ευνουχίζει. Έτσι το μονοπάτι είναι δύσβατο. Το καλύτερο πεπρωμένο για τη συζυγική αγάπη είναι η φιλία, αυτό ουσιαστικά που είπε ο Αριστοτέλης.
HW: Το πρόβλημα είναι ότι οι άντρες λένε ότι δεν καταλαβαίνουν τι θέλουν οι γυναίκες και οι γυναίκες δεν ξέρουν τι περιμένουν οι άντρες από αυτές…
JAM: Ναι. Αυτό που έρχεται ως αντίρρηση στην αριστοτελική λύση είναι ότι ο διάλογος μεταξύ των δύο φύλων είναι αδύνατος, όπως είπε ο Lacan με έναν στεναγμό. Οι ερωτευμένοι άνθρωποι είναι καταδικασμένοι να συνεχίζουν να μαθαίνουν την γλώσσα του άλλου επ’ αόριστον, ψηλαφώντας, αναζητώντας τα κλειδιά, κλειδιά που είναι πάντα ανακλήσιμα. Ο έρωτας είναι πάντα ένας λαβύρινθος από παρεξηγήσεις όπου η έξοδος δεν υπάρχει.
*Ο Jacques-Alain Miller είναι ψυχαναλυτής και συγγραφέας, ιδρυτικός μέλος και πρόεδρος της World Association of Psychoanalysis και επιμελητής της σειράς βιβλίων «Τα Σεμινάρια του Ζακ Λακάν».