Τις τελευταίες επιθυμίες της ζωής του εξέφρασε πασίγνωστος Έλληνας, που έφυγε από τη ζωή τον περασμένο Απρίλιο, σε δύο χειρόγραφες διαθήκες του, οι οποίες...
Ο αείμνηστος καθηγητής του Ποινικού Δικαίου και δικηγόρος Αλέξανδρος Κατσαντώνης μέσα από δύο πολυσέλιδες διαθήκες, που συντάχθηκαν το 2011 και το 2013, κατ' ουσίαν αποδίδει στους οικείους του και στους ανθρώπους που τον περιέβαλλαν στο επαγγελματικό και κοινωνικό του περιβάλλον τα «δέοντα». Κάνοντας έναν απολογισμό ζωής, ευγνωμονεί και ευχαριστεί, αλλά και αποκηρύσσει μέλη της οικογένειας του και τους στενούς συνεργάτες του. Όπως διαφαίνεται μέσα από τα κείμενα των διαθηκών του, έφυγε από τη ζωή πικραμένος, στεναχωρημένος, απογοητευμένος από στενά του πρόσωπα, αλλά και χαρούμενος που βρέθηκαν δίπλα του άτομα που με τις πράξεις του εκδήλωσαν αμέριστη εκτίμηση και αγάπη στο πρόσωπο του. Σύμφωνα με τη διαθήκη αυτή, εγκαθιστά κληρονόμο του σε ολόκληρη την κινητή και ακίνητη περιουσία του το γνωστό κοινωφελές ίδρυμα «Το Χαμόγελο του Παιδιού», ενώ στη σύζυγο του Λίντα Κατσαντώνη, που στάθηκε δίπλα του σε όλες τις δύσκολες στιγμές της ασθένειας του, αν και επί χρόνια σε διάσταση, παρεχώρησε την επικαρπία πέντε μαγαζιών του επί της οδού Περικλέους στην Αθήνα, τα οποία μετά τον θάνατο της επιθυμεί να περιέλθουν και αυτά στο παραπάνω ίδρυμα.
Μέσα από μία κατάθεση ψυχής, φορτισμένη από μεγάλο πόνο, οργή και παράπονο, αναφέρει ότι αποκλείει από κάθε κληρονομικό δικαίωμα τη μοναχοκόρη του και «φυσική κληρονόμο του» Φρούλη,
αναλύοντας με μια λεπτομερή παράθεση γεγονότων τους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτήν τη «σκληρή» πράξη της ολοκληρωτικής της αποκλήρωσης. Χρεώνει στη μοναχοκόρη του ότι τον εγκατέλειψε, κυριολεκτικά, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής του, όταν χαροπάλευε στην εντατική του νοσοκομείου «Αττικόν», αφού δεν μπήκε στον κόπο καν να τηλεφωνήσει για να μάθει για την πορεία της υγείας του.
Όπως αναφέρει η μοναχοκόρη του, την τελευταία δεκαετία, οπότε και εγκατέλειψε το δικηγορικό του γραφείο, απέκοψε συστηματικά κάθε επαφή μαζί του, όχι μόνον επί προσωπικού επιπέδου, αλλά ακόμη και του επιπέδου τηλεφωνικής επαφή, έστω κατά τα Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, στην ονομαστική του εορτή κ.λπ. Όπως χαρακτηριστικά εκθέτει ο ποινικολόγος στο κείμενο της δημοσιευμένης διαθήκης του,«κατά τη διαδρομή των τελευταίων ετών δεν ξανάκουσα τη φωνή της μοναδικής μου κόρης, ούτε από τηλέφωνο, όταν την πρώτη φορά, κατά τον Φεβρουάριο τον 2006, διεκομίσθη στην εντατική του Νοσοκομείου «Ερρίκος Ντινάν» με έμφραγμα... «γενικώς, η μεταχείριση μου από την κόρη μου με έφερε πολλές φορές σε απόγνωση, όταν ύστερα από σειρά εμφραγμάτων δεν είχα κοντά μου το μοναδικό μου παιδί. Πέραν δε της συναισθηματικής βαρύτητας του γεγονότος, παρέμεινα και ουσιαστικά αβοήθητος λαμβανομένου υπ' όψιν ότι η σύζυγος μου είναι εξίσου υπερήλιξ, κυρίως όμως έχει σε μεγάλο βαθμό μειωμένη την όραση της και έχει χάσει σχεδόν εξ['ολοκλήρου την ακοή της, με αποτέλεσμα, παρά την καλή, της θέληση και προσπάθεια, να αντιμετωπίζω τη δίνη τριών εμφραγμάτων με την βοήθεια προσώπων όπως η πρώην γραμματέας μου, μία παραδουλεύτρα και ο εκάστοτε οδηγός μου», αναφέρεται αποσπασματικά στην διαθήκη την οποία δημοσιεύει το περιοδικό Full life. Τη διαθήκη του συμπλήρωσε το έτος 2013, με την οποία «μοίρασε» τα μετρητά χρήματα που διέθετε προς τη σύζυγο του, στην εκκλησία του χωριού του καθώς επίσης παρείχε την έγκριση του στον γνωστό δικηγόρο Θέμη Σοφό να επανεκδώσει τη μονογραφία του «Η αμέλεια εν τω ποινικώ δικαίω» και να απολαύσει τα οικονομικά ανταλλάγματα που θα προκύψουν από την έκδοση αυτή.