Μία από τις απορίες που δεν έχω λύσει είναι το πώς καταφέρνουν οι άνθρωποι να συμφιλιώνονται με τα σκουπίδια στον δημόσιο χώρο που κυκλοφορούν...
Την απορία αυτή διατυπώνει η Άννα Δαμιανίδη μετά από μια βόλτα στην Πειραϊκή (από τη Ζέα μέχρι το Λιμάνι) σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στην τελευταία σελίδα της εφημερίδας "Εφημερίδα των Συντακτών|" στο φύλλο της 5ης Νοεμβρίου 2013.
Αξίζει να διαβάσει κανείς ολόκληρο το άρθρο το οποίο σημειώνει τα εξής:
Την απορία αυτή διατυπώνει η Άννα Δαμιανίδη μετά από μια βόλτα στην Πειραϊκή (από τη Ζέα μέχρι το Λιμάνι) σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στην τελευταία σελίδα της εφημερίδας "Εφημερίδα των Συντακτών|" στο φύλλο της 5ης Νοεμβρίου 2013.
Αξίζει να διαβάσει κανείς ολόκληρο το άρθρο το οποίο σημειώνει τα εξής:
"Όσο γερνάω καταλαβαίνω ένα σωρό πράγματα που δεν καταλάβαινα παλιότερα. Είναι από τις μεγαλύτερες ηδονές της ζωής, να γίνεται φως ξαφνικά μέσα στο μυαλό σου και να λύνεται κάποια απορία που σε βασάνιζε. Κατά πάσα πιθανότητα θα γεννηθεί άλλη σε λίγο, μάλιστα θα τη γεννήσει η ίδια η νέα κατανόηση, κι ο κύκλος ξαναρχίζει.
Μία από τις απορίες που δεν έχω λύσει είναι το πώς καταφέρνουν οι άνθρωποι να συμφιλιώνονται με τα σκουπίδια στον δημόσιο χώρο που κυκλοφορούν.
Εντάξει, μπορεί η εισαγωγή μου να σας προϊδέασε για κάτι πιο φιλοσοφικό, αλλά ειλικρινά, αυτό το πράγμα, για μένα, αποτελεί μυστήριο.
Χτες στη λιακάδα η απορία ανέκυψε σε μια βόλτα στον Πειραιά και δεν μπόρεσε να λυθεί αν και περπάτησα ολόκληρη την παραλία της Πειραϊκής αρχίζοντας από τη Ζέα μέχρι το μεγάλο λιμάνι.
Μήπως μ” έχουν επηρεάσει τα τραγούδια; Το Οσκαρ τραγουδιού στα Παιδιά του Πειραιά και η διαβεβαίωση της Μελίνας ότι όσο κι αν ψάξει δεν βρίσκει άλλο λιμάνι; Η αλήθεια είναι ότι μεγάλωσα με τους στίχους αυτούς και τόσο βαθιά τους πίστεψα που δεν θέλησα ποτέ μου να ψάξω άλλο λιμάνι, αφού είχαν προηγουμένως αποβεί μάταιες οι έρευνες της Μελίνας.
Κι ίσως ακόμα και τώρα εξαιτίας του τραγουδιού να μην μπορώ να συνηθίσω το σκουπιδαριό που αντικρίζει ο περιπατητής ακολουθώντας την ακτογραμμή πάνω από τα αρχαία τείχη και τ΄ ακόμα αρχαιότερα βράχια.
Να γέρνει ο ήλιος περιπαθώς πάνω από τη θάλασσα, να την κάνει ν΄ αστράφτει, να περνάνε στο βάθος καραβάκια με πανί, να νομίζεις ότι αρκεί να σηκώσεις τα μπράτσα για να μπορέσεις κι εσύ, το δίπουν άπτερον, να πετάξεις, να τρώνε οι οικογένειες ψαράκι στις ταβέρνες και στα ουζερί, να τρέχουν τα γκαρσόνια ιδρωμένα να προλάβουν, και δίπλα, σε απόσταση αναπνοής, να συσσωρεύονται τα απορρίμματα πάσης φύσεως, οργανικής και ανοργάνου. Να παλεύουν οι ευκάλυπτοι να καλύψουν τις άγριες μυρωδιές σαπίλας και συσσώρευσης, κι οι κυρίες να παίρνουν βαθιές αναπνοές κοιτάζοντας μακριά, αγνοώντας και τις μυρωδιές και το θέαμα, απολαμβάνοντας το τοπίο. Κι οι κύριοι να ρεμβάζουν, ή να ετοιμάζονται για ψάρεμα, κι οι νεαροί να πηγαίνουν για κολύμπι ή να επιστρέφουν περνώντας αδιάφορα δίπλα από ένα σωρό σιχαμένα αντικείμενα πεταμένα στο χώμα και τις πέτρες.
Μα πώς το καταφέρνουν; Πίσω από τον δρόμο υψώνονται πολυκατοικίες με θέα τη θάλασσα, τις χτυπά ο ήλιος καθώς δύει, θα πρέπει να είναι μεγάλο προνόμιο να μένεις εδώ. Αυτοί δεν ενοχλούνται άραγε, ή μήπως σκέφτονται ότι μπορεί να τους λυπηθούμε λίγο για τα σκουπίδια και να τους συγχωρήσουμε για τη θέα φάτσα στη θάλασσα; Δεν ξέρω, ειλικρινά, η απορία παραμένει.
Πέρα από την οικοδομική γραμμή, καταμεσής στα βράχια βλέπω κι ένα προσκυνητάρι με την αυλίτσα του, πιο πέρα ένα εκκλησάκι. Τα θρησκευτικά κτίσματα δεν υποκύπτουν σε πολεοδομικούς κανόνες. Μια οικογένεια δηλώνει μεγαλόφωνα πως πάει να προσκυνήσει στο δεύτερο εκκλησάκι, το τριγυρισμένο από τα πιο βρομερά απορρίμματα της βόλτας. Χαζεύω με περιέργεια τα παιδιά και τους γονείς, τρεχοβολάνε ανενόχλητοι ανάμεσα σε πλήθος βρομερά χαρτιά πρώην υγείας και νυν αηδίας, σαν να βρίσκονται σε καθαρό λιβάδι, μπαίνουν στο εκκλησάκι χωρίς να χάσουν το κέφι τους. Θαύμα, θαύμα!"
@ Μα δεν είναι η πιο καθαρή Πειραϊκή όλων των εποχών;