Είναι γεγονός, βρίσκομαι στην ηλικία που θεωρούμαι πια τεκνομαγνήτης.
Πού να ‘ξερα πως της την έπεφτε ο γιος του φούρναρη, του βενζινά και του εργοδότη της μαζί.
Την ημέρα που έκλεισα τα σαράντα, ένα μεταναστευτικό κύμα τεκνών άρχισε να καταφθάνει στις ακτές της γυναικείας ματαιοδοξίας μου.
Πηδούσαν απ΄ τις βάρκες να σωθούν μες στα φιλόξενα και απόκρυφα μου
μέρη, έκαναν αίτηση ασύλου, διαμονής και κάρτας εργασίας, ζητώντας μόνο
ένα πιατάκι ηδονής να στυλωθούν.
Δεν τους έδωσα τίποτα.
Είμαι ρατσίστρια με τα τεκνά. Να γυρίσουν πίσω στις συμμαθήτριες τους, στις μανάδες και τις φιλενάδες τους.
Αλλά δεν πάνε. Προτιμούν να σέρνονται στα σοκάκια του facebook και της Αθήνας, ελπίζοντας ότι η τύχη τους μια μέρα θα αλλάξει.
Ε, δεν θα αλλάξει η τύχη σας αγόρια, η μούρη σας θα αλλάξει. Απ’ τα χρόνια.
Τότε θα αλλάξουν μαζί και τα γούστα σας.
Θα την κοπανήσετε νύχτα στην κοιλιά ενός φορτηγού για τα μάτια μιας
πιτσιρίκας. Αλλά εκείνη θα σας δώσει στο Αλλοδαπών ως ξένο σώμα.
Αυτά τους λέω όταν είμαι στις καλές μου. Γιατί στις κακές μου ψάχνω μπιμπερόν να τα ταΐσω.
Τι θες παιδάκι μου από μένα; Επειδή έχω εμπειρίες; Ε, έχω, ναι, τι;
Νομίζεις ότι με το σεξ θα σου τις μεταγγίσω; Δεν σκέφτεσαι ότι θα μου
πέσεις λίγος;
Εκτός και αν εσύ εννοείς ως σεξ ένα κοντάρι που δεν πέφτει με τίποτα.
Μόνο που δεν είμαι σημαία να κρεμαστώ απ΄το κοντάρι σου και να
ξενοιάσω. Είμαι ολόκληρη Εθνική επέτειος και θέλω τον τσολιά μου, την
κατάθεση στεφάνων, τους επίσημους και την παρέλαση.
Φυσικά, αυτό με τα κοντάρια δεν είναι κανόνας, τα κοντάρια ορθώνονται σε όλες τις ηλικίες, αλλά οι τεκνατζούδες φίλες μου δεν το πιστεύουν.
Επιλέγουν πάντα τεκνό, ανεβαίνουν στο κοντάρι και κάθονται εκεί μέχρι
την επόμενη πανσέληνο. Και τους αρέσει. Μόνες, στην ησυχία, την άπνοια
και την προπαγάνδα του «άπεφτου».
Αν κληθώ να κάνω μια κόσμια σύγκριση του «άπεφτου» με το «να
ξεκουραστώ και λίγο», θα έλεγα πως έχεις να διαλέξεις μεταξύ του να
τσιμπολογάς όλη μέρα σκατολοίδια χωρίς να θυμάσαι τι έφαγες και ενός
ωραιότατου πιάτου με φιλέτο, ρύζι και λαχανικά στο πλάι.
Εγώ διαλέγω το δεύτερο. Τρως και μέχρι την επόμενη φορά είσαι χορτάτη.
Φυσικά, το θέλω σε καλό σερβίτσιο. Να ανταγωνίζεται την πορσελάνη του τεκνού.
Μη μου βάλεις το φιλέτο στο βαθύ το πιάτο, το κακοχυμένο από τη Λαϊκή. Μη μου φέρεις το πιρούνι του παππού σου.
Διότι, κοιλούμπες, καραφλούμπες, δεν παίζουν. Ας είχες παντρευτεί μικρός, μην πέσεις στην ανάγκη μου.
Κι άσε τις άλλες στο κοντάρι. Όταν τους πιαστεί το νεφρί θα κατέβουν.
Και θα ’ναι και πεινασμένες.